Κίνα, Ρωσία, Ινδία και Βραζιλία αλλάζουν την οικονομία. - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Κίνα, Ρωσία, Ινδία και Βραζιλία αλλάζουν την οικονομία.

Η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία αλλά και η Βραζιλία είναι σύμφωνα με τελευταία οικονομικά στοιχεία οι ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στον κόσμο και είναι αυτές που θα πρωταγωνιστήσουν τα επόμενα χρόνια.

Την τελευταία δεκαετία η ανάπτυξη στις χώρες αυτές έχει δώσει ώθηση στην παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη. Στην τελευταία σύνοδο κορυφής των τεσσάρων αυτών χωρών στη Ρωσία, οι ηγέτες τους συνομίλησαν διερευνώντας τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης. Το ότι η σύνοδος αυτή...έγινε στη Ρωσία συμβολίζει την οικονομική ισχυροποίηση της, που δίνει πλέον, μαζί με την Κίνα και την Ινδία, τον τόνο στις οικονομικές εξελίξεις.

Τα τελευταία χρόνια, Κίνα, Ρωσία, Ινδία και Βραζιλία, δημιουργούν το 14,6% της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας, ενώ το 50% της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, προέρχεται από αυτές τις χώρες. Διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι έτσι ενισχύεται η οικονομική βάση ενός πολυ – πολικού διεθνούς σκηνικού, και ότι έτσι ενισχύεται η διεθνής ασφάλεια και ειρήνη. Κάποιοι άλλου εκτιμούν ότι η Ρωσία προσπαθεί να μετατρέψει την οικονομική συνεργασία των χωρών της BRIC(Brazil, Russia, India, China), σε πολιτική συμμαχία. Πρόσφατα ο εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών αναφέρθηκε σε “ένα αξιόπιστο μαξιλάρι ασφαλείας που οδηγεί στη δημιουργία μιας πολυκεντρικής, δίκαιης και πιο δημοκρατικής παγκόσμιας τάξης πραγμάτων”.

Η οικονομική δύναμη της Ρωσίας στηρίζεται κυρίως στις φυσικές πρώτες ύλες και πλουτοπαραγωγικές πηγές, όπως το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Η οικονομική κρίση έριξε τις τιμές τους στη διεθνή αγορά, έτσι η Ρωσία πλήρωσε βαρύ τίμημα, καθώς η οικονομία της συρρικνώθηκε κατά 8% το 2009. Πάντως οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι το 2010 και το 2011 η ρωσική οικονομία θα ανακάμψει, και η Ρωσία θα συνεχίσει να συμμετέχει ενεργά στον “BRIC” οικονομικό συνασπισμό. Η πρόβλεψη για το 2010 είναι ότι, η ρωσική οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 3,6%, η κινεζική κατά 10%, η ινδική κατά 7% και της Βραζιλίας κατά 4,7%. Πάντως η οικονομική πρακτική των τεσσάρων αυτών χωρών δεν δείχνει ότι έχουν απόλυτα ταυτιζόμενα οικονομικά συμφέροντα. Αυτό που τις έχει φέρει πιο κοντά είναι ότι βρίσκονται στα “σύνορα του καπιταλισμού”, αλλά συνεχίζουν να έχουν διαφορετικά οικονομικά συμφέροντα.

Για παράδειγμα, η άνοδος στην τιμή των πρώτων υλών συμφέρει τη Βραζιλία και τη Ρωσία, ζημιώνει όμως την Κίνα και την Ινδία. Πρόσφατα η Κίνα και η Ινδία επέβαλαν περιορισμούς στην πρόσβαση που έχουν ρωσικές εταιρείες στις αγορές τους. Πιο συγκεκριμένα η Κίνα επέβαλε υψηλότερους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα από τη Ρωσία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι βιομήχανοι της Βραζιλίας διαμαρτύρονται ότι το υποτιμημένο εθνικό νόμισμα της Κίνας, τους ζημιώνει οικονομικά, καθώς έτσι τα κινεζικά προϊόντα είναι πιο φθηνά και ανταγωνιστικά στο εξωτερικό. Παρ’ όλα ταύτα, οι τέσσερις χώρες έχουν καταφέρει να καταλήξουν σε κοινές οικονομικές θέσεις και πολιτικές.

Για παράδειγμα έχουν συμφωνήσει και διεκδικούν μεγαλύτερο ρόλο και συνεισφορά στους διεθνείς οικονομικούς θεσμούς. Επίσης φαίνεται να έχουν συμφωνήσει στην αποκλειστική χρήση των εθνικών τους νομισμάτων για το μεταξύ τους εμπόριο. Επιπλέον επιδιώκουν τη δημιουργία ενός παγκόσμιου νομισματικού αποθεματικού, βάσει των οικονομικών τους επιδόσεων και των συναλλαγματικών τους αποθεμάτων. Κάποια από τα μέλη της BRIC φέρονται να έχουν προτείνει την αντικατάσταση του δολαρίου από τη νομισματική μονάδα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου(SDR), στις διεθνείς οικονομικές και εμπορικές συναλλαγές. Επίσης φέρονται να επιθυμούν να εγκαταλείψουν το δολάριο στις μεταξύ τους οικονομικές συναλλαγές. Επιπλέον είναι κοινή παραδοχή Μόσχας και Πεκίνου, ότι μια μελλοντική αστάθεια του δολαρίου, μπορεί να βλάψει τις προοπτικές τις παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας.

Η Βραζιλία επιθυμεί την ενίσχυση του παγκόσμιου οικονομικού ρόλου των αναπτυσσόμενων χωρών, αλλά και συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις στη λειτουργία της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Επίσης, η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία και η Βραζιλία ζητούν συμμετοχή σε μια διευρυμένη σύνθεση των G7 και G8, αλλά και ενεργή συμμετοχή τους στις αποφάσεις της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Θεωρούν το σχηματισμό των G20 θετική εξέλιξη. Διεθνείς οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι το μέγεθος των οικονομιών της Κίνας, της Ρωσίας, της Ινδίας και της Βραζιλίας μαζί, θα ξεπεράσει το μέγεθος των έξι οικονομικά ισχυρότερων χωρών της Δύσης, μέσα στα επόμενα τριάντα χρόνια.

Για την Ελλάδα αλλά και την Ευρώπη, οι εξελίξεις αυτές ενέχουν μεγάλους κινδύνους αλλά δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερες ευκαιρίες. Η Ελλάδα και κυρίως η πολιτική τάξη, πρέπει να συνειδητοποιήσει ότι το οικονομικό οικοδόμημα της χώρας πρέπει να εκσυγχρονισθεί, να εξορθολογισθεί και να προσαρμοστεί στις διεθνείς εξελίξεις. Η ελληνική οικονομία πρέπει να αναδιαρθρωθεί ώστε να εκμεταλλευθεί τις διεθνείς επενδυτικές και αναπτυξιακές ευκαιρίες, να μειώσει τη σπατάλη και να δημιουργήσει νέο πλούτο. Αυτό θα ωφελήσει όλους, βιομηχανίες, εταιρείες, εργαζόμενους και νέους που ζητούν εργασίας, τον τουρισμό, και γενικότερα όλους τους τομείς. Η Ελλάδα πρέπει να ξεφύγει από τα δεσμά του λαϊκισμού, του παλαιοκομματισμού, του κρατισμού και της στασιμότητας, να ανοιχτεί στα διεθνή ρεύματα, να σταματήσει να “τρωει τα παιδιά της”, που αναζητούν αναγκαστικά νέες ευκαιρίες στο εξωτερικό.

Επίσης οι Ευρωπαίοι εταίροι μας πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η παγκόσμια οικονομική ισορροπία έχει αλλάξει, ούτε η Γερμανία, μόνη, ούτε η Γαλλία, ούτε η Βρετανία, μπορούν να σταθούν ατομικά, στο νέο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Μόνον η εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων όλων των χωρών μελών της Ένωσης, και η διάχυση της οικονομικής ανάπτυξης σε όλη την ήπειρο, παράλληλα με την ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της βιομηχανίας, του τουρισμού και της ναυτιλίας, μπορεί να διασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη, την ανταγωνιστική της θέση στις αγορές, αλλά και την πολιτική της ανεξαρτησία. Το πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο της Ευρώπης, έχει μεγάλα πλεονεκτήματα, και για τους πολίτες αλλά και για τις επιχειρήσεις. Απαιτεί όμως στιβαρή πολιτική και οικονομική ηγεσία και διακυβέρνηση, και νέα πολιτική με φιλόδοξο αλλά και ρεαλιστικό οικονομικό πρόγραμμα. Η ανάπτυξη νέων δομών οικονομικής και πολιτικής διακυβέρνησης σε δημοκρατικό, πολυφωνικό και πλουραλιστικό πλαίσιο, θα εξασφαλίσουν στην Ευρώπη την αναγκαία συνοχή και κοινή φωνή στο εξωτερικό, ώστε να αντιμετωπίσει τις νέες διεθνείς προκλήσεις με επιτυχία.
Bookmark and Share