Ο Ευρωπαίος Επίτροπος ανατρέχει στο χρονικό της οικονομικής κρίσης που που έπληξε την Ελλάδα δημιουργώντας αμφιβολίες για την επιβίωση ακόμα και του...ίδιου του ευρώ, υπενθυμίζοντας ότι πολλοί από τους επικριτές της χώρας τότε, αμφέβαλαν για το κατά πόσο η Ελλάδα θα μπορούσε να τα καταφέρει. Τώρα όμως – καταλήγει – η Αθήνα απέδειξε ότι όσοι αμφέβαλαν είχαν άδικο:
«Το φιλόδοξο και εμπροσθοβαρές πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι εντός προγράμματος προκειμένου να εξασφαλίσει την επιστροφή στην μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα, σε μια πιο ισχυρή και πιο ισορροπημένη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα» εξηγεί.Και συνεχίζει:
Η Ελλάδα πήρε δραστικά και μερικές φορές οδυνηρά μέτρα για να αναστρέψει μία μη βιώσιμη κατάσταση. Η δημοσιονομική εξυγίανση προχωρά βάσει των μέτρων λιτότητας, ενώ οι μεταρρυθμίσεις στη δημοσιονομική διακυβέρνηση (για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής) έχουν προχωρήσει.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προχωρούν από την ευελιξία στους εργασιακούς κανόνες, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και τη μείωση των συντάξεων, έως και τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος με τον περιορισμό της γραφειοκρατίας. Κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται ακόμα και μπροστά από το (υπάρχον χρονοδιάγραμμα).
Η Αθήνα θα πρέπει να εξακολουθήσει στο δρόμο αυτό προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, εφαρμόζοντας με αυστηρότητα τις μεταρρυθμίσεις και εκπλήσσοντας όπου είναι δυνατό τις αγορές, επιτυγχάνοντας κάποιους από τους στόχους της όσον αφορά το έλλειμμα πριν από το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει.
Προκειμένου να δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της, η Ελλάδα θα πρέπει να απελευθερώσει και να ρυθμίσει εκ νέου τομείς κλειδιά της οικονομίας της και ιδίως τον τουρισμό, το λιανικό εμπόριο, την ενέργεια, τις μεταφορές και σε μία σειρά από κλειστά επαγγέλματα.
Στη συνέχεια ο Ευρωπαίος Επίτροπος παραδέχεται ότι η πορεία των ελληνικών μεταρρυθμίσεων δεν έχει δώσει τέρμα στην ανησυχία ότι η Αθήνα ενδέχεται να εξαναγκαστεί σε αναδιάρθρωση του χρέους της υπογραμμίζει όμως ότι ο ίδιος θεωρεί τις ανησυχίες αυτές «αβάσιμες» και εξηγεί τους λόγους:
Πρώτον – επισημαίνει – ενώ το πρόγραμμα είναι αναμφίβολα φιλόδοξο είναι επίσης και ρεαλιστικό. Βασίζεται σε ένα συνετό μακροοικονομικό σενάριο, παρόλα αυτά είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε η δυναμική του χρέους να είναι βιώσιμη ακόμα και στα πλαίσια μιας πιο συντηρητικής πρόβλεψης κατά τη διάρκεια του προγράμματος αυτού.
Στην πραγματικότητα, η εντυπωσιακή πρόοδος με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι πιθανό να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανάπτυξη του ΑΕΠ από ότι αρχικά αναμενόταν, ενώ η μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό που εφαρμόζεται πιο νωρίς από το αρχικό χρονοδιάγραμμα θα περιορίσει σημαντικά μελλοντικές πιέσεις όσον αφορά τις δαπάνες.
Επιπλέον η επιτυχία των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος διευκολύνεται και από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη βελτίωση της είσπραξης των φόρων καθώς και στην αποτελεσματικότητα όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες.
Δεύτερο επιχείρημα που παραθέτει ο ευρωπαίος επίτροπος είναι ότι η ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει το πρόγραμμα έχει στόχο να ενισχύσει την μεσοπρόθεσμη δυναμική ανάπτυξης και να βελτιώσει έτσι τη βιωσιμότητα της δυναμικής του χρέους.
Τρίτον, τονίζει αυτοί που κάνουν λόγο για αναδιάρθρωση χρέους τείνουν να υποτιμούν το τεράστιο κόστος του, αφού θα σήμαινε μία σειρά από knock on effects με παρατεταμένη αναστάτωση στην ευρύτερη οικονομία και το οικονομικό σύστημα στην Ελλάδα και δυσμενείς συνέπειες για ολόκληρη την ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία. Επιπλέον το πολιτικό της κόστος θα ήταν εξαιρετικά ζημιογόνο όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την ευρωζώνη και την ΕΕ ως σύνολο.
Ο ευρωπαίος επίτροπος σημειώνει επίσης ότι υπάρχουν ενδείξεις για βαθμιαία σταθεροποίηση του αισθήματος της αγοράς απέναντι στην Ελλάδα καίτοι παραδέχεται η ανάκτηση της αξιοπιστίας δεν συμβαίνει εν μία νυκτί. «Είμαι βέβαιος» δηλώνει «ότι η αίσθηση του κινδύνου θα υποχωρήσει καθώς η προσαρμογή, προχωρά γεγονός που θα πρέπει να προετοιμάσει το έδαφος για την τελική επιστροφή στις αγορές και να καθησυχάσει όσους ανησυχούν ότι τα οφέλη από το πρόγραμμα θα μπορούσαν να εξανεμιστούν από μία αναδιάρθρωση χρέους».
Τέλος αναφέρεται και στις συνέπειες της κρίσης χρέους με την οποία ήρθε αντιμέτωπη ολόκληρη η ΕΕ αλλά και ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδας:
Από μία ευρύτερη άποψη η κρίση χρέους και η περίπτωση της Ελλάδας πιο συγκεκριμένα έχουν φέρει στο προσκήνιο συστημικές αδυναμίες στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ. Για την αποφυγή ανάλογων κρίσεων στο μέλλον η Επιτροπή κατέθεσε προτάσεις προκειμένου να ισχυροποιήσει εκ θεμελίων τον προληπτικό αλλά και κατασταλτικό δημοσιονομικό έλεγχο σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και για να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για την αντιμετώπιση αναδυόμενων μακροοικονομικών ανισορροπιών. Σκοπεύω μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου να προωθήσω ένα νομοθετικό πακέτο για τις αλλαγές στη διακυβέρνηση μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.
Και καταλήγει:
Η ελληνική κρίση δεν υπήρξε απλά ένα σημείο καμπής στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας αλλά αποτέλεσε και μία κρίσιμη κινητήρια δύναμη για τη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης στην ευρωζώνη και την ΕΕ. Είμαι βέβαιος ότι θα κάνει την οικονομική και νομισματική ένωση πιο λειτουργική και πιο ισχυρή και κατά αυτόν τον τρόπο η ΕΕ θα αναδυθεί από την κρίση πιο ισχυρή.
.
«Το φιλόδοξο και εμπροσθοβαρές πρόγραμμα δημοσιονομικής εξυγίανσης είναι εντός προγράμματος προκειμένου να εξασφαλίσει την επιστροφή στην μακροοικονομική και δημοσιονομική σταθερότητα, σε μια πιο ισχυρή και πιο ισορροπημένη ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα» εξηγεί.Και συνεχίζει:
Η Ελλάδα πήρε δραστικά και μερικές φορές οδυνηρά μέτρα για να αναστρέψει μία μη βιώσιμη κατάσταση. Η δημοσιονομική εξυγίανση προχωρά βάσει των μέτρων λιτότητας, ενώ οι μεταρρυθμίσεις στη δημοσιονομική διακυβέρνηση (για παράδειγμα στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής) έχουν προχωρήσει.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις προχωρούν από την ευελιξία στους εργασιακούς κανόνες, την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης και τη μείωση των συντάξεων, έως και τη βελτίωση του εργασιακού περιβάλλοντος με τον περιορισμό της γραφειοκρατίας. Κάποιες από τις μεταρρυθμίσεις εφαρμόζονται ακόμα και μπροστά από το (υπάρχον χρονοδιάγραμμα).
Η Αθήνα θα πρέπει να εξακολουθήσει στο δρόμο αυτό προκειμένου να ανακτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών, εφαρμόζοντας με αυστηρότητα τις μεταρρυθμίσεις και εκπλήσσοντας όπου είναι δυνατό τις αγορές, επιτυγχάνοντας κάποιους από τους στόχους της όσον αφορά το έλλειμμα πριν από το χρονοδιάγραμμα που έχει θέσει.
Προκειμένου να δώσει ώθηση στην οικονομική ανάπτυξη, να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητά της, η Ελλάδα θα πρέπει να απελευθερώσει και να ρυθμίσει εκ νέου τομείς κλειδιά της οικονομίας της και ιδίως τον τουρισμό, το λιανικό εμπόριο, την ενέργεια, τις μεταφορές και σε μία σειρά από κλειστά επαγγέλματα.
Στη συνέχεια ο Ευρωπαίος Επίτροπος παραδέχεται ότι η πορεία των ελληνικών μεταρρυθμίσεων δεν έχει δώσει τέρμα στην ανησυχία ότι η Αθήνα ενδέχεται να εξαναγκαστεί σε αναδιάρθρωση του χρέους της υπογραμμίζει όμως ότι ο ίδιος θεωρεί τις ανησυχίες αυτές «αβάσιμες» και εξηγεί τους λόγους:
Πρώτον – επισημαίνει – ενώ το πρόγραμμα είναι αναμφίβολα φιλόδοξο είναι επίσης και ρεαλιστικό. Βασίζεται σε ένα συνετό μακροοικονομικό σενάριο, παρόλα αυτά είναι έτσι σχεδιασμένο ώστε η δυναμική του χρέους να είναι βιώσιμη ακόμα και στα πλαίσια μιας πιο συντηρητικής πρόβλεψης κατά τη διάρκεια του προγράμματος αυτού.
Στην πραγματικότητα, η εντυπωσιακή πρόοδος με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις είναι πιθανό να οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανάπτυξη του ΑΕΠ από ότι αρχικά αναμενόταν, ενώ η μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό που εφαρμόζεται πιο νωρίς από το αρχικό χρονοδιάγραμμα θα περιορίσει σημαντικά μελλοντικές πιέσεις όσον αφορά τις δαπάνες.
Επιπλέον η επιτυχία των δημοσιονομικών στόχων του προγράμματος διευκολύνεται και από τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη βελτίωση της είσπραξης των φόρων καθώς και στην αποτελεσματικότητα όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες.
Δεύτερο επιχείρημα που παραθέτει ο ευρωπαίος επίτροπος είναι ότι η ευρύτερη ατζέντα μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνει το πρόγραμμα έχει στόχο να ενισχύσει την μεσοπρόθεσμη δυναμική ανάπτυξης και να βελτιώσει έτσι τη βιωσιμότητα της δυναμικής του χρέους.
Τρίτον, τονίζει αυτοί που κάνουν λόγο για αναδιάρθρωση χρέους τείνουν να υποτιμούν το τεράστιο κόστος του, αφού θα σήμαινε μία σειρά από knock on effects με παρατεταμένη αναστάτωση στην ευρύτερη οικονομία και το οικονομικό σύστημα στην Ελλάδα και δυσμενείς συνέπειες για ολόκληρη την ευρωζώνη και την παγκόσμια οικονομία. Επιπλέον το πολιτικό της κόστος θα ήταν εξαιρετικά ζημιογόνο όχι μόνο για την Ελλάδα αλλά και για την ευρωζώνη και την ΕΕ ως σύνολο.
Ο ευρωπαίος επίτροπος σημειώνει επίσης ότι υπάρχουν ενδείξεις για βαθμιαία σταθεροποίηση του αισθήματος της αγοράς απέναντι στην Ελλάδα καίτοι παραδέχεται η ανάκτηση της αξιοπιστίας δεν συμβαίνει εν μία νυκτί. «Είμαι βέβαιος» δηλώνει «ότι η αίσθηση του κινδύνου θα υποχωρήσει καθώς η προσαρμογή, προχωρά γεγονός που θα πρέπει να προετοιμάσει το έδαφος για την τελική επιστροφή στις αγορές και να καθησυχάσει όσους ανησυχούν ότι τα οφέλη από το πρόγραμμα θα μπορούσαν να εξανεμιστούν από μία αναδιάρθρωση χρέους».
Τέλος αναφέρεται και στις συνέπειες της κρίσης χρέους με την οποία ήρθε αντιμέτωπη ολόκληρη η ΕΕ αλλά και ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδας:
Από μία ευρύτερη άποψη η κρίση χρέους και η περίπτωση της Ελλάδας πιο συγκεκριμένα έχουν φέρει στο προσκήνιο συστημικές αδυναμίες στην οικονομική διακυβέρνηση της ΕΕ. Για την αποφυγή ανάλογων κρίσεων στο μέλλον η Επιτροπή κατέθεσε προτάσεις προκειμένου να ισχυροποιήσει εκ θεμελίων τον προληπτικό αλλά και κατασταλτικό δημοσιονομικό έλεγχο σε επίπεδο ΕΕ, αλλά και για να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για την αντιμετώπιση αναδυόμενων μακροοικονομικών ανισορροπιών. Σκοπεύω μέχρι τέλος Σεπτεμβρίου να προωθήσω ένα νομοθετικό πακέτο για τις αλλαγές στη διακυβέρνηση μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου.
Και καταλήγει:
Η ελληνική κρίση δεν υπήρξε απλά ένα σημείο καμπής στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας αλλά αποτέλεσε και μία κρίσιμη κινητήρια δύναμη για τη βελτίωση της οικονομικής διακυβέρνησης στην ευρωζώνη και την ΕΕ. Είμαι βέβαιος ότι θα κάνει την οικονομική και νομισματική ένωση πιο λειτουργική και πιο ισχυρή και κατά αυτόν τον τρόπο η ΕΕ θα αναδυθεί από την κρίση πιο ισχυρή.
.