Oι αστοί μοτοσικλετιστές πληρώνουν τον μεγαλύτερο φόρο αίματος στους ελληνικούς δρόμους, σύμφωνα με τη μελέτη «ΙRΤΑD Road Safety 2009» που εκπόνησαν από κοινού....ΟΟΣΑ και το Διεθνές Φόρουμ Μεταφορών. Σύμφωνα με την έκθεση, μεταξύ των ετών 1990 και 2008, ενώ οι απώλειες ζωών στην άσφαλτο έχουν μειωθεί σημαντικά στους πεζούς και στους οδηγούς μοτοποδηλάτων και ποδηλάτων και παραμένουν σταθερές στους χρήστες ΙΧ, οι μοτοσικλετιστές έχουν αυξήσει σχεδόν κατά το ήμισυ τα θανατηφόρα δυστυχήματα στους ελληνικούς δρόμους. Η εξήγηση που δίνουν οι διεθνείς οργανισμοί για το φαινόμενο είναι ότι η κυκλοφορία των μηχανών έχει εξαπλασιαστεί από το 1990.
Η τραγικότερη είδηση είναι όμως πως, παρ΄ ότι μεταξύ 2000 και 2008 σχεδόν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες εμφανίζεται μείωση στους θανάτους, στην κατηγορία των βρεφών (0-5 ετών) παρουσιάζεται αύξηση κατά 19%. Επίσης, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έκθεσης, η Ελλάδα εμφανίζει εμφανή διαχρονική αδυναμία να βελτιώσει την οδική ασφάλειά της καθώς παρουσιάζει διαρκή αύξηση των θανάτων στους δρόμους μεταξύ των δεκαετιών 1970 και 2000, ενώ υπολείπεται σημαντικά των υπολοίπων δυτικών χωρών κατά την τρέχουσα δεκαετία. Μάλιστα, κατά το έτος 2008, το οποίο εξετάζουν και οι δύο διεθνείς οργανισμοί, η Ελλάδα κατέστη δευτεραθλήτρια θανάτων στον ΟΟΣΑ, με 13,84 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, πίσω μόνο από την Πολωνία.
Παρ΄ ότι το 2008 η Ελλάδα παρουσιάζει μικρή πτώση στα οδικά ατυχήματα και στις απώλειες ανθρώπινων ζωών, η έκθεση εξηγεί ότι «η μείωση στον αριθμό των οδικών ατυχημάτων (...) μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην κρίση του πετρελαίου και της οικονομίας και στις επιπτώσεις που είχε στον όγκο των μεταφορών».
Οι καλύτερες επιδόσεις της χώρας μας εντοπίζονται την περίοδο 1995-2008, όταν και πέτυχε τη μείωση των θανάτων της ασφάλτου κατά 35%, επίτευγμα που συνδέεται «με την εντατικοποίηση της εφαρμογής της νομοθεσίαςαλλά και με την αύξηση της κίνησης και τη συνεπαγόμενη μείωση της μέσης ταχύτητας στο αστικό και υπεραστικό οδικό δίκτυο, λόγω της ευμεγέθους αύξησης της κατοχής οχημάτων», όπως τονίζεται στη μελέτη. Το 2004 ήταν δυσοίωνο σημείο καμπής για τη θνησιμότητα στα τροχαία δυστυχήματα, καθώς η μειωτική τάση επιβραδύνθηκε, στοιχείο «που υποδεικνύει ότι απαιτούνται περαιτέρω μέτρα συνεκτικής φύσεως», όπως τονίζουν οι μελετητές. Μάλιστα στην έκθεση σημειώνεται ότι κατά την τελευταία δεκαετία «η Ελλάδα έχει παρουσιάσει το χαμηλότερο επίπεδο οδικής ασφάλειας ανάμεσα στα 15 παλιά μέλη της ΕΕκαι ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη των “27” απηχώντας ανεπαρκή προσπάθεια τόσο από τις Αρχές όσο και από τους πολίτες». Ωστόσο επισημαίνεται ως καλό παράδειγμα η μείωση της θνησιμότητας μεταξύ 1996 και 2006, «σηματοδοτώντας», όπως αναφέρεται, «τις τεράστιες δυνατότητες για περισσότερη βελτίωση, εάν και εφόσον γίνει μια συστηματική προσπάθεια». Τέλος, η μελέτη επισημαίνει ότι την περίοδο 1970-2008 τα οχήματα στην Ελλάδα εικοσαπλασιάστηκαν(!) ενώ μεταξύ 1990 και 2008 τριπλασιάστηκαν.
Η τραγικότερη είδηση είναι όμως πως, παρ΄ ότι μεταξύ 2000 και 2008 σχεδόν σε όλες τις ηλικιακές ομάδες εμφανίζεται μείωση στους θανάτους, στην κατηγορία των βρεφών (0-5 ετών) παρουσιάζεται αύξηση κατά 19%. Επίσης, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της έκθεσης, η Ελλάδα εμφανίζει εμφανή διαχρονική αδυναμία να βελτιώσει την οδική ασφάλειά της καθώς παρουσιάζει διαρκή αύξηση των θανάτων στους δρόμους μεταξύ των δεκαετιών 1970 και 2000, ενώ υπολείπεται σημαντικά των υπολοίπων δυτικών χωρών κατά την τρέχουσα δεκαετία. Μάλιστα, κατά το έτος 2008, το οποίο εξετάζουν και οι δύο διεθνείς οργανισμοί, η Ελλάδα κατέστη δευτεραθλήτρια θανάτων στον ΟΟΣΑ, με 13,84 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους, πίσω μόνο από την Πολωνία.
Παρ΄ ότι το 2008 η Ελλάδα παρουσιάζει μικρή πτώση στα οδικά ατυχήματα και στις απώλειες ανθρώπινων ζωών, η έκθεση εξηγεί ότι «η μείωση στον αριθμό των οδικών ατυχημάτων (...) μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην κρίση του πετρελαίου και της οικονομίας και στις επιπτώσεις που είχε στον όγκο των μεταφορών».
Οι καλύτερες επιδόσεις της χώρας μας εντοπίζονται την περίοδο 1995-2008, όταν και πέτυχε τη μείωση των θανάτων της ασφάλτου κατά 35%, επίτευγμα που συνδέεται «με την εντατικοποίηση της εφαρμογής της νομοθεσίαςαλλά και με την αύξηση της κίνησης και τη συνεπαγόμενη μείωση της μέσης ταχύτητας στο αστικό και υπεραστικό οδικό δίκτυο, λόγω της ευμεγέθους αύξησης της κατοχής οχημάτων», όπως τονίζεται στη μελέτη. Το 2004 ήταν δυσοίωνο σημείο καμπής για τη θνησιμότητα στα τροχαία δυστυχήματα, καθώς η μειωτική τάση επιβραδύνθηκε, στοιχείο «που υποδεικνύει ότι απαιτούνται περαιτέρω μέτρα συνεκτικής φύσεως», όπως τονίζουν οι μελετητές. Μάλιστα στην έκθεση σημειώνεται ότι κατά την τελευταία δεκαετία «η Ελλάδα έχει παρουσιάσει το χαμηλότερο επίπεδο οδικής ασφάλειας ανάμεσα στα 15 παλιά μέλη της ΕΕκαι ένα από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη των “27” απηχώντας ανεπαρκή προσπάθεια τόσο από τις Αρχές όσο και από τους πολίτες». Ωστόσο επισημαίνεται ως καλό παράδειγμα η μείωση της θνησιμότητας μεταξύ 1996 και 2006, «σηματοδοτώντας», όπως αναφέρεται, «τις τεράστιες δυνατότητες για περισσότερη βελτίωση, εάν και εφόσον γίνει μια συστηματική προσπάθεια». Τέλος, η μελέτη επισημαίνει ότι την περίοδο 1970-2008 τα οχήματα στην Ελλάδα εικοσαπλασιάστηκαν(!) ενώ μεταξύ 1990 και 2008 τριπλασιάστηκαν.