Σήμα κινδύνου από τις ιταλικές τράπεζες - Greece-Salonika| Ενημέρωση και Άποψη

NEWSROOM

Post Top Ad

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010

Σήμα κινδύνου από τις ιταλικές τράπεζες

Τριγμούς στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα προκαλεί η "Βασιλεία ΙΙΙ"

Οι μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας προσανατολίζονται στο να προχωρήσουν σε...σημαντική μείωση των μερισμάτων που καταβάλλουν στους μετόχους τους, στην προσπάθειά τους να αποφύγουν την εναλλακτική λύση της αύξησης μετοχικού κεφαλαίου που αποτελεί αυτή την περίοδο την κυρίαρχη τάση μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών.
Παρά το γεγονός ότι συμπεριλαμβάνονται μεταξύ των πιο «αδύναμων» τραπεζών από πλευράς κεφαλαιοποίησης στην Ευρώπη, οι UniCredit, Intesa Sanpaolo και Monte dei Peschi di Siena, επισημαίνουν ότι δεν προτίθενται να προχωρήσουν σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου προκειμένου να καλύψουν τα νέα στάνταρ κεφαλαιακής επάρκειας που έχουν τεθεί διεθνώς.

Ενίσχυση
«Ο τομέας των μερισμάτων είναι αυτός στον οποίο θα επικεντρωθεί η πολιτική μας και θα εξετάσουμε τα όρια ευελιξίας που υπάρχουν», δηλώνει χαρακτηριστικά κορυφαίος τραπεζίτης που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του. Οπως υποστηρίζει ανώτατο διευθυντικό στέλεχος άλλης μεγάλης ιταλικής τράπεζας «Η κεφαλαιακή ενίσχυση είναι απολύτως εφικτή αν μειωθεί το ποσό των μερισμάτων που καταβάλλεται στους μετόχους».
Παραδοσιακά, οι ιταλικές τράπεζες είθισται να καταβάλλουν το ήμισυ σχεδόν των καθαρών κερδών τους στους μετόχους τους υπό μορφή μερίσματος.
Η «παράδοση» αυτή κινδυνεύει ωστόσο σοβαρά από την πρόσφατη απόφαση της Επιτροπής της Βασιλείας για την Εποπτεία του τραπεζικού κλάδου, να προχωρήσει σε αύξηση του δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών στο 7% από το 2019.
Το «ψαλίδισμα» των μερισμάτων αναμένεται να εξελιχθεί σε ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο πολιτικό θέμα στην Ιταλία, όπου περιφερειακοί τραπεζικοί οργανισμοί εξακολουθούν να διαθέτουν σημαντικά μερίδια στις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας.
Οι οργανισμοί αυτοί, που στην συντριπτική πλειοψηφία τους διοικούνται από τοπικούς μεγιστάνες, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα μερίσματα που καταβάλλουν αυτές οι τράπεζες προκειμένου να χρηματοδοτούν ένα σημαντικό κομμάτι των δραστηριοτήτων τους. Παρά την μεγάλη περίοδο προσαρμογής που προβλέπει η «Βασιλεία ΙΙΙ», οι περισσότερες τράπεζες εκτιμούν ότι οι αγορές θα ευνοήσουν περισσότερο εκείνες τις τράπεζες που θα προσαρμοσθούν ταχύτερα στα νέα δεδομένα και ως εκ τούτου αναζητούν τρόπους να ενισχύσουν την κεφαλαιακή τους επάρκεια.

Νέοι στόχοι
Αρκετές από αυτές, όπως η βρετανική Standard Chartered ή η γερμανική Deutsche Bank έχουν ήδη προχωρήσει σε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου, ενώ ορισμένες επιχειρούν να περιορίσουν τις πιο ριψοκίνδυνες δραστηριότητές τους. Οι ιταλικές τράπεζες θεωρούν ότι μπορούν να επιτύχουν εγκαίρως τους νέους στόχους, περικόπτοντας δραστικά τα μερίσματα. Η UniCredit, που το 2009 προχώρησε σε αναχρηματοδότηση ύψους 6,6 δισ. ευρώ, είχε τον Μάρτιο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας 8,45%.
Το αντίστοιχο ποσοστό της Intesa, της μοναδικής από τις τρεις μεγάλες τράπεζες που δεν προχώρησε σε κάποιας μορφής αναχρηματοδότησης, ανερχόταν την ίδια περίοδο στο 7,2%. Αντίστοιχα, ο δείκτης της Monte dei Paschi, της μοναδικής από τις τρεις τράπεζες που διασώθηκε σε κρατικά κεφάλαια, ανέρχεται σύμφωνα με στελέχη της στο 5,8%.

Χαμηλές αποδόσεις στο 12μηνο
Τα τελευταία χρόνια οι ιταλικές τράπεζες είχαν αποδειχθεί περισσότερο «ανθεκτικές» στη διεθνή οικονομική κρίση, συγκριτικά με τους ανταγωνιστές τους στην Ευρώπη, αλλά και τις ΗΠΑ. Ωστόσο, σε μια περίοδο που οι περισσότερες ευρωπαϊκές και αμερικανικές τράπεζες ανακάμπτουν, οι ιταλικές τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με δύσκολες αποφάσεις. Και τούτο, εξαιτίας της χαμηλής κεφαλαιοποίησής τους και της περιορισμένης κερδοφορίας τους, με αποτέλεσμα πολλοί επενδυτές πλέον να τις «τιμωρούν» στις αγορές, όπως επισημαίνει Αμερικανός αναλυτής που επιθυμεί να διατηρήσει την ανωνυμία του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το τελευταίο δωδεκάμηνο οι επιδόσεις των τριών μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας, niCredit, Intesa Sanpaolo και Monte dei Paschi di Siena, ήταν χαμηλότερες κατά 13,2% του πανευρωπαϊκού τραπεζικού δείκτη FTSE, ενώ το αμέσως προηγούμενο δωδεκάμηνο ήταν από τις ελάχιστες που κατέγραφαν υψηλότερες επιδόσεις.
Reuters
Bookmark and Share