Aυτό που ζούμε σήμερα στη χώρα μας δεν είναι προσωρινό.Δεν είναι κρίση που θα τελειώσει.
Η κατάσταση που βιώνουμε δεν είναι ένα έκτακτο γεγονός που σε τέσσερα, άντε το πολύ πέντε χρόνια θα έχει ξεπεραστεί και σιγά-σιγά θα επιστρέψουμε εκεί όπου ήμασταν. Αυτό το ξεχνάμε οριστικά και αμετάκλητα.
Δεν τίθεται ούτε ως αστείο, όχι πέντε, αλλά ούτε δεκαπέντε χρόνια μετά..
Ας ξεκινήσουμε με δύο διαπιστώσεις, από αυτές που συχνά ακούει κανείς στις ομιλίες και διαβάζει στα άρθρα και στις μελέτες έγκριτων Ελλήνων και ξένων τεχνοκρατών.
Το πρώτο είναι πως...αυτό που ζούμε σήμερα στη χώρα μας δεν είναι προσωρινό. Η κρίση που βιώνουμε δεν είναι μια έκτακτη κατάσταση που σε τέσσερα, άντε το πολύ πέντε χρόνια θα έχει ξεπεραστεί και σιγά-σιγά θα επιστρέψουμε εκεί όπου ήμασταν. Αυτό το ξεχνάμε οριστικά και αμετάκλητα. Δεν τίθεται ούτε ως αστείο, όχι πέντε, αλλά ούτε δεκαπέντε χρόνια μετά!
Το δεύτερο αφορά το μέγεθος του προβλήματος, που δεν το έχουμε δει ακόμη στην πραγματική του διάσταση.
Μπορούμε, όμως, να το υποψιαστούμε με βάση τις υποχρεώσεις και τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει για τα επόμενα χρόνια η χώρα έναντι των δανειστών της. Με άλλα λόγια, ζούμε σε μεταβατική περίοδο και πολλά θα αλλάξουν στη ζωή μας, πολύ περισσότερα απ’ όσα μέχρι σήμερα άλλαξαν. Είμαστε μόλις στις πρώτες πράξεις του έργου.
Οι εκτιμήσεις των ειδικών συγκλίνουν στο ότι ο λογαριασμός που έχουμε από εδώ και πέρα να πληρώσουμε βγαίνει πολύ δύσκολα και θα χρειαστεί να ματώσουμε. Για να βγούμε από την κρίση προϋπόθεση είναι να εργαστούμε για χρόνια σκληρά και με σχέδιο, κάτι που μέχρι σήμερα ποτέ δεν κάναμε. Όλα αυτά για κάποιον που παρακολουθεί συστηματικά τις εξελίξεις είναι χιλιοειπωμένα από τα χείλη των ειδικών και, περίπου, αυτονόητα.
Αυτονόητα; Όχι ακριβώς!
Και εδώ είναι το πρόβλημα.
Πρόκειται για την ηθελημένη ή αθέλητη αδυναμία της κυβέρνησης αλλά και της αξιωματικής αντιπολίτευσης να πουν την αλήθεια. Να περιγράψουν στην κοινωνία ακριβώς το πρόβλημα και τις συνέπειες που θα προκύψουν από εδώ και πέρα για όλους μας. Αποφεύγουν να το κάνουν και προφανώς έχουν τους λόγους τους. Η μεν κυβέρνηση ίσως γιατί θέλει να κερδίσει πολιτικό χρόνο, η δε αντιπολίτευση ίσως για να συνεχίσει να προσφέρει ανέξοδα μαγικές λύσεις. Αν πουν την αλήθεια, πρέπει ταυτοχρόνως να δώσουν και απαντήσεις στα εύλογα ερωτήματα που θα προκύψουν, του τύπου «και τώρα τι κάνουμε;» Βλέπετε, ο ρεαλισμός δεν ήταν ποτέ το δυνατό στοιχείο του πολιτικού μας συστήματος.
Ποιος θα βγει να πει ότι ο δραστικός περιορισμός του κράτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι μονόδρομος; Ποιος θα συγκρουστεί με τις πανίσχυρες συντεχνίες για την πάταξη της γραφειοκρατίας και της διαφθοράς, την αύξηση της παραγωγικότητας του Δημοσίου, την αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας; Ποιος θα πείσει τους κάθε λογής κρατικιστές πως αν δεν λειτουργήσει ο ιδιωτικός τομέας, το παιχνίδι είναι χαμένο;
Ακόμη και σε τόσο οριακές καταστάσεις, τα κόμματα αδυνατούν να απαγκιστρωθούν από τη λογική του πολιτικού κόστους. Εξακολουθούν να επιλέγουν τις πρόσκαιρες ψευδαισθήσεις, από την παραδοχή της πραγματικότητας.
Τ.Σπηλιόπουλος