Με τις οικονομίες τους βαθιά στο κόκκινο, την ανεργία σε άνοδο και τον τουρισμό σε ελεύθερη πτώση, οι αραβικές χώρες διαπιστώνουν τώρα ότι η μετάβαση στη δημοκρατία κοστίζει ακριβά.
Μετά την αραβική άνοιξη, ήρθε η οικονομική βαρυχειμωνιά. Σχεδόν έξι μήνες συμπληρώνονται από τότε που η σπίθα της εξέγερσης άναψε στην Τυνησία για να...
μεταδοθεί στην Αίγυπτο, την Αλγερία, το Μπαχρέιν, την Ιορδανία, τη Συρία, τη Λιβύη και την Υεμένη. Με τις οικονομίες τους βαθιά στο κόκκινο, την ανεργία σε άνοδο και τον τουρισμό σε ελεύθερη πτώση, αυτές οι αραβικές χώρες διαπιστώνουν τώρα ότι η μετάβαση στη δημοκρατία κοστίζει ακριβά. Η Αίγυπτος αναγκάστηκε ήδη να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ τα 40 δισ. δολάρια της βοήθειας που υποσχέθηκαν το G8 και άλλοι ξένοι οργανισμοί για την περιοχή συνοδεύονται με αυστηρούς όρους, που καθιστούν την εκταμίευσή τους τουλάχιστον αμφίβολη.
«Αυτός είναι ο κύκλος της ζωής των επαναστάσεων: αυτό που ξεκινά με ενθουσιώδη πλήθη σύντομα δίνει τη θέση του σε μια δεύτερη φάση, αυτή της οικονομικής παράλυσης. Το ίδιο συνέβη στη Γαλλία μετά την αρχική ευφορία του 1789 και στη Ρωσία μετά το 1917», έγραψε αυτή την εβδομάδα στο Newsweek ο γνωστός ιστορικός Νάιαλ Φέργκιουσον.
Από την πρώτη στιγμή, το κόστος των εξεγέρσεων του αραβικού κόσμου φάνηκε υψηλό. Η στατιστική υπηρεσία της Αιγύπτου υπολογίζει ότι μόνο από τη συγκέντρωση του πλήθους στην πλατεία Ταχρίρ προκλήθηκαν οικονομικές ζημιές ύψους 1,7 δισ. δολαρίων. Οι διαταραχές στις εξαγωγές και στον τουρισμό που ακολούθησαν είχαν πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις.
Στην Τυνησία, η οικονομική ζημιά από την εξέγερση υπολογίζεται στα 2,6 δισ. ευρώ, ή στο 4% του ΑΕΠ, καθώς προκλήθηκαν προβλήματα στις μεταφορές, καταστροφές σε βιομηχανικές υποδομές, ενώ οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε απεργίες, ζητώντας καλύτερους μισθούς και συνθήκες εργασίας.
Το κυριότερο, όμως, είναι ότι οι τουρίστες έγιναν είδος υπό εξαφάνιση σε ολόκληρη την περιοχή. Ο τουρισμός στην Αίγυπτο είναι κατά 65% χαμηλότερος σε σχέση με πέρυσι, με την κυβέρνηση να υπολογίζει τα χαμένα έσοδα στους τρεις μήνες μετά την αποχώρηση του Χόσνι Μουμπάρακ σε 2,27 δισ. δολάρια. Στην Τυνησία, η πτώση του τουρισμού αγγίζει το 40%, στην Υεμένη οι ακυρώσεις κρατήσεων έχουν φτάσει στο 75%, ενώ στη Συρία οι κρατήσεις είναι σχεδόν μηδενικές.
Έτσι, παρότι οι αιτίες των εξεγέρσεων της περιοχής υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό οικονομικές, τα οικονομικά προβλήματα που έβγαλαν τον κόσμο στους δρόμους δείχνουν τώρα να επιδεινώνονται. Η πολυπληθής νεολαία των αραβικών χωρών αναζητούσε μια διέξοδο από την ανεργία, που φάνταζε στους περισσότερους εξ αυτών μονόδρομος. Όμως, στην Τυνησία η κυβέρνηση παραδέχεται ότι η ανεργία θα ξεπεράσει το 20%, από 13% που ήταν το 2010. Οι υψηλές τιμές του πετρελαίου, ο πληθωρισμός που καλπάζει, οι χαμηλές ξένες επενδύσεις και η βουτιά της τουριστικής κίνησης δεν αφήνουν ανεπηρέαστες ακόμα και τις πολιτικά σταθερές χώρες της περιοχής, όπως είναι το Μαρόκο.
Το αμερικανικό think tank Institute for International Finance υπολογίζει ότι η αιγυπτιακή οικονομία θα συρρικνωθεί φέτος κατά 2,5%, η τυνησιακή κατά 1,5%, ενώ στην Υεμένη αναμένεται μείωση του ΑΕΠ κατά 4% και στη Συρία κατά 3%. Στη Λιβύη, άλλες εκτιμήσεις κάνουν λόγο για βουτιά του ΑΕΠ κατά 19%.
Η μαζική φυγή κεφαλαίων από τις χώρες αυτές επιδεινώνει τα οικονομικά προβλήματα. Η Αίγυπτος είχε προσελκύσει καθαρές ξένες επενδύσεις ύψους 4,3 δισ. δολαρίων το πρώτο τρίμηνο του 2010. Όμως, στο ίδιο διάστημα του 2011 εμφάνισε καθαρές εκροές 164 εκατ. δολαρίων. Στην Τυνησία, οι άμεσες ξένες επενδύσεις μειώθηκαν κατά 22% σε σχέση με πέρυσι.
Είναι πολύ δύσκολο οι ξένοι επενδυτές να εμπιστευτούν χώρες όπως η Αίγυπτος, την ώρα που οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι επιχειρηματίες μεταφέρουν τα εκατομμύριά τους με βαλίτσες στις τράπεζες της Ζυρίχης και του Λονδίνου. Οι επιχειρήσεις διαμαρτύρονται για την αύξηση της εγκληματικότητας και για το πόσο δυσκολεύονται πλέον να κάνουν ακόμα και απλές, καθημερινές συναλλαγές. Σε αυτά θα πρέπει να προστεθεί και ο παράγοντας της πολιτικής αβεβαιότητας, και έτσι κανείς αντιλαμβάνεται γιατί τα στοιχεία του Reuters δείχνουν μείωση των αποθεματικών της χώρας σε συνάλλαγμα κατά το 1/3 το πρώτο τρίμηνο του έτους, ενώ η εφημερίδα Al-Hayat υπολογίζει ότι περίπου 30 δισ. δολάρια έφυγαν από τη χώρα από τότε που ξέσπασε η εξέγερση.
Με τις εξαγωγές να μειώνονται στο μισό, τους τουρίστες και τους επενδυτές να τρέπονται σε φυγή και τα κρατικά έσοδα σε πτώση, η αιγυπτιακή κυβέρνηση αναγκάστηκε να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για ένα δάνειο 3 δισ. δολαρίων. Το G8 και άλλοι ξένοι οργανισμοί υποσχέθηκαν να ενισχύσουν τις κυβερνήσεις της ευρύτερης περιοχής με 40 δισ. δολάρια. Όμως, ζητούν ευρύτατες πολιτικές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές προτού εκταμιεύσουν οποιοδήποτε ποσό. Αυτό σημαίνει ότι οι αραβικές χώρες ίσως να μην δουν ποτέ τη βοήθεια αυτή.
Στην Αίγυπτο δισεκατομμυριούχοι επιχειρηματίες κατεβαίνουν στην πολιτική
Να πάρουν όχι μόνο την οικονομία, αλλά και την πολιτική της Αιγύπτου στα χέρια τους επιδιώκουν μερικοί από τους πλουσιότερους επιχειρηματίες της χώρας. Για το πλήθος της πλατείας Ταχρίρ, το επιχειρηματικό κατεστημένο της Αιγύπτου ευθυνόταν για τη φτώχεια και τη διαφθορά σχεδόν όσο ο επί 30 χρόνια πρόεδρος Χόσνι Μουμπάρακ.
Αυτοί οι επιχειρηματίες ελπίζουν σήμερα όχι μόνο να ανατρέψουν την άποψη των Αιγυπτίων, αλλά και να αποτελέσουν ένα ανάχωμα απέναντι στην ενδυνάμωση του ακραίου ισλαμιστικού στοιχείου. Έτσι, ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Ναγκίμπ Σαουίρις, γνωστός στην Ελλάδα από την εμπλοκή του με τη Wind, ίδρυσε το δικό του κόμμα και σκοπεύει να κατέβει στις εκλογές του Σεπτεμβρίου απέναντι στη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
«Δεν συμφωνούμε ότι η λέξη ‘επιχειρηματίας’ θα πρέπει να αποτελεί προσβολή», δηλώνει ο Σαουίρις. Στόχος του νεοσύστατου κόμματος των Ελεύθερων Αιγυπτίων είναι να προωθήσει τον καπιταλισμό και να «προσελκύσει ειλικρινείς επιχειρηματίες που δημιουργούν θέσεις εργασίας».
Στην πολιτική σκηνή της χώρας του συμμετέχει επίσης ο Χισάμ ελ-Χαζιντάρ, συνιδρυτής της γνωστής εταιρείας private equity Citadel Capital, χρηματοδοτώντας το Κόμμα της Δικαιοσύνης, ενώ το δικό του κόμμα ίδρυσε ο Ναμπίλ Ντεαμπίς, η οικογένεια του οποίου διαθέτει σημαντικά επιχειρηματικά συμφέροντα στη χώρα
Κ. Σαμάρκου.