Κατά την ελληνική μυθολογία ο Δείμος ήταν η ενσάρκωση της φρίκης του πολέμου και ο αδελφός του ο Φόβος η ενσάρκωση του τρόμου του πολέμου.
Οι δύο μαζί συνόδευαν τον θεό του πολέμου Αρη και πατέρα τους στα πεδία των μαχών.
Φόβο και Δείμο νιώθουν σήμερα οι... απλοί εργαζόμενοι σε όλα τα σημεία του πλανήτη, χωρίς να έχουν τη παραμικρή ευθύνη για όσα έχουν συντελεστεί συνεπεία της μεγαλύτερης από το 1930 χρηματοοικονομικής κρίσης.
Οι απλοί εργαζόμενοι αλλά και οι απλοί επιχειρηματίες, τα απλά δηλαδή γρανάζια της παραγωγικής μηχανής, θεωρούνται ως παράπλευρες απώλειες της μεγάλης κρίσης.
Τα πράγματα όμως δεν είναι τόσο απλά όπως τα παρουσιάζουν ορισμένοι.
Η χρηματοοικονομική κρίση κατ’ αρχήν έχει συγκεκριμένους υπαίτιους.
Είναι οι άνθρωποι που ξεπέρασαν κάθε όριο απληστίας και αλαζονείας.
Θεοποιώντας την πολιτική των αέναων κερδών ποδοπατώντας κάθε έννοια δικαίου και ηθικής γκρέμισαν όχι μόνο το σύστημα αξιών των παλαιότερων αλλά και τις προοπτικές των νεότερων.
Η κρίση δεν είναι η απλή χρεοκοπία ορισμένων οργανισμών ούτε η απώλεια ρευστότητας ορισμένων πιστωτικών ιδρυμάτων, ούτε η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων ορισμένων κρατών, ούτε η παραίτηση ορισμένων θυτών.
Η κρίση και η ύφεση που την ακολουθεί είναι οι απώλειες θέσεων εργασίας και η ισοπεδωτική επίθεση εναντίων των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων των εργαζομένων.
Η κρίση αύξησε τους ανέργους κατά 34 εκατομμύρια σε παγκόσμιο επίπεδο, δημιουργώντας τραγικό υπόβαθρο εξαθλίωσης, εάν λάβουμε υπόψη ότι ο συνολικός αριθμός των ανέργων είναι 205 εκατομμύρια.
Φυσικά η ανεργία παρουσιάζει μεγάλες διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα και από ήπειρο σε ήπειρο, πλην όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα προβλήματα επιβίωσης ενός ανέργου δεν είναι παρόμοια σε όποιο γεωγραφικό μήκος και πλάτος της υφηλίου .
Η ανεργία για παράδειγμα στη Λετονία ξεπερνά το 22,5%, στην Ισπανία το 19,7%, ενώ στην Ολλανδία καταγράφεται στο 4,1%.
Στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης η ανεργία φθάνει το 9,7% και στη ζώνη του ευρώ το 10,1% πράγμα που ως μέγεθος μπορεί συνειρμικά να μην οδηγεί σε καταστάσεις πρωτόγνωρες για τους Ευρωπαίους.
Εάν όμως τα ποσοστά μετατραπούν σε απόλυτους αριθμούς, τότε η τραγικότητα της ανεργίας είναι ευδιάκριτη.
Στη βάση αυτή, στην Ευρωπαϊκή Ενωση, υπάρχουν 23,3 εκατομμύρια άνεργοι εκ των οποίων τα 15,9 εκατομμύρια τοποθετούνται σε χώρες της ευρωζώνης.
Η μείωση της απασχόλησης και η αύξηση των ανέργων λειτουργεί ως μηχανισμός ψυχολογικής αλλά και αντικειμενικής πίεσης των εργαζομένων για την αποδοχή ισοπεδωτικών εργασιακών και ασφαλιστικών όρων.
Η πίεση που ασκείται είναι τρομερή και πολυεπίπεδη, γιατί όταν η δεξαμενή των ανέργων αυξάνεται τότε η ευκολία αναζήτησης εργατικού και στελεχιακού δυναμικού είναι πιο εύκολη και λιγότερο δαπανηρή.
Με αυτό το υπόβαθρο και με συνοπτικές διαδικασίες κατεδαφίζονται δομές και πλαίσια δεκαετιών .
Από τις αρχές του 20ού αιώνα και σταδιακά καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα διαμορφώθηκε ο χάρτης των ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων που σήμερα γνωρίζουμε.
Οι λεγόμενες και κοινωνικές κατακτήσεις βελτίωσαν μία σειρά θεσμών επιβεβαιώνοντας ότι οι ισορροπημένες καταστάσεις μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρά πλαίσια παραγωγικότητας.
Η εργατική νομοθεσία άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά μετά την οικονομική και πολιτική κρίση του 1909, με την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής και ορισμένων εορτών.
Το 1911 δημιουργήθηκε το πλαίσιο λειτουργίας των εργατικών σωματείων και το 1920 νομοθετήθηκε η εργάσιμη ημέρα των 8 ωρών.
Η ασφαλιστική νομοθεσία παίρνει σάρκα και οστά το 1922 με τον νόμο περί υποχρεωτικής ασφάλισης εργατών και υπαλλήλων, ενώ το 1965 καθιερώνεται το επίδομα άδειας και η αργία της πρωτομαγιάς.
Το 1983 ψηφίζεται ο νόμος για τον έλεγχο των ομαδικών απολύσεων, θεσμοθετούνται οι κλαδικές συμβάσεις, ενώ καθιερώθηκαν οι πρώτες ευνοϊκές ρυθμίσεις για τις μητέρες και τους πολύτεκνους.
Το 1990 θεσπίζεται ο μηχανισμός μεσολάβησης και διαιτησίας, που δίνει στους εργαζομένους το δικαίωμα της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία.
Παρατηρούμε επομένως ότι όλα αυτά δεν καθιερώθηκαν εν μία νυκτί, είναι θεσμοί που δημιουργηθήκαν στην πορεία μίας 100ετίας.
Υπήρχαν όμως και ακρότητες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι κατακτήσεις απέκτησαν χαρακτηριστικά κεκτημένων, λόγω της ισχυρής θέσης που απέκτησαν τα σωματεία εργαζομένων σε περιόδους ενίσχυσης της κρατικής επέκτασης στην οικονομία.
Αυτό ήταν λάθος.
Για αρκετά χρόνια η συνδιοίκηση και πολλές φορές η εκ του παρασκηνίου διοίκηση που επικράτησε οδήγησε αρκετές δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς στην παρακμή και σε αυτό που πολλοί σήμερα αποκαλούν πλήρη διάλυση του κρατικού μηχανισμού.
Ποτέ οι ακρότητες δεν είχαν θετικά αποτελέσματα.
Ούτε οι ακρότητες της συνδιοίκησης και της απόλυτης επικράτησης των συνδικάτων επί της οικονομίας ούτε η επικράτηση των δυνάμεων της αγοράς επί των εργαζομένων.
Το μνημόνιο σαφέστατα γκρεμίζει σαθρούς μηχανισμούς που αποτελούσαν επί χρόνια γάγγραινα για την ελληνική οικονομία, όμως λειτουργεί ισοπεδωτικά και για θεσμούς που λειτούργησαν με τρόπο ισορροπητικό για το αναγκαίο δέσιμο των παραγωγικών ιστών της ελληνικής οικονομίας.
Η θέση ισχύος που οι συγκυρίες διαμορφώνουν είτε προς την πλευρά των εργαζομένων δεκαετίες 1980-1990, είτε προς την πλευρά της επιχειρηματικότητας, όπως κατά την τρέχουσα κυρίως δεκαετία, δεν αποτελεί τον σωστό οδηγό εάν δεν λαμβάνει υπόψη την ισορροπία και την αίσθηση δικαιοσύνης που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των συντελεστών παραγωγής μίας οικονομίας..