Βαθιά διχασμένη ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα παραμένει η Ευρωζώνη, καθώς παρά τις αλλεπάλληλες Συνόδους Κορυφής και τα άλματα προς την κατεύθυνση της ενοποίησης που έχουν συντελεστεί τους τελευταίους μήνες, η οικονομική κρίση, με τα τραγικά συμπαρομαρτούντα της ανεργίας και της φτώχειας, δεν δείχνει σημάδια εκτόνωσης...
Από τη μία πλευρά, η Κομισιόν και οι περισσότερες Βορειοευρωπαϊκές χώρες (προεξάρχουσας φυσικά της Γερμανίας), επιμένουν ότι ρίζα του προβλήματος αποτελεί η απώλεια της... εμπιστοσύνης των αγορών προς ορισμένα κράτη της περιφέρειας. Προκειμένου λοιπόν να ανακτηθεί αυτή η χαμένη εμπιστοσύνη, είναι απολύτως αναγκαίο, πρώτον, να προωθηθούν οι κατάλληλες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας στον Ευρωπαϊκό Νότο και, δεύτερον, να μηδενιστούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Η θέση αυτή έχει επικρατήσει μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, οι επικριτές του Βερολίνου, όπως ο Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ αλλά και γνωστοί οικονομολόγοι και επενδυτές (Ρουμπινί, Σόρος, κλπ), αντιτείνουν ότι το «φάρμακο δεν λειτουργεί», καθώς η ταυτόχρονη εφαρμογή μέτρων λιτότητας σε ολόκληρη την Ευρώπη, είχε σαν αποτέλεσμα να πέσει σε «διπλή ύφεση» η ήπειρός μας και να εκτιναχθεί η ανεργία στα υψηλότερα ποσοστά από καταβολής ευρώ και έπειτα.
Επιπλέον, η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας πανευρωπαϊκά, δυσχεραίνει τη θέση κρατών, όπως η Ελλάδα, που βρίσκονται σε Προγράμματα Προσαρμογής, ενώ η βελτίωση των δημοσιονομικών μεγεθών μέχρι στιγμής δεν είχε αντίκρισμα στην ανεργία και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών, αφού η εκροή κεφαλαίων από την περιφέρεια προς το Βορρά της Ευρωζώνης συνεχίζεται. Εν ολίγοις, ενώ τα ελλείμματα πέφτουν παντού και η Κομισιόν εμφανίζεται ευχαριστημένη, η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται, αφού οι επενδυτές δεν επειστρέφουν στον «Νότο της Αρετής».
Στη Σύνοδο Κορυφής του Ιουνίου, έγιναν σημαντικά βήματα προς την κατεύθυνση του συμβιβασμού μεταξύ των δύο αντιτιθέμενων απόψεων.
Μολονότι η προσήλωση στη δημοσιονομική πειθαρχία δεν αμφισβητήθηκε, υιοθετήθηκαν αναπτυξιακά «αντίμετρα», όπως το πακέτο των 120 δισεκατομμυρίων ευρώ, αλλά και άμεσες πρωτοβουλίες για την άμβλυνση των πιέσεων προς τις δοκιμαζόμενες χώρες, όπως η παροχή της δυνατότητας στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας να παρεμβαίνει στις αγορές ομολόγων και να ανακεφαλαιοποιεί απευθείας τράπεζες, χωρίς να προμετρά τα συγκεκριμένα δάνεια στο δημόσιο χρέος των οικείων κρατών.
Μένει να αποδειχθεί αν οι προαναφερθείσες αποφάσεις αποτελούν το πρώτο βήμα προς την έξοδο από το τούνελ, ή αν ο αρχικός ενθουσιασμός ήταν πρόωρος, καθώς πολλοί αναλυτές φοβούνται πως αν η σημερινή κατάσταση συνεχιστεί επί μακρόν, τότε οι κοινωνικές αντιδράσεις θα φτάσουν σε σημείο βρασμού, με αποτέλεσμα να επικρατήσουν οι διαλυτικές τάσεις στην ευρωζώνη.
Η αίσθησή μου είναι ότι το πρόβλημα παραμένει έντονο και ότι οι αποφάσεις του Ιουνίου δεν αρκούν. Μεσοπρόθεσμα, η καγκελάριος Μέρκελ και οι Βορειοευρωπαίοι έχουν δίκιο: μόνο οι μεταρρυθμίσεις, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, η αύξηση της παραγωγικότητας, η καινοτομία και η εργατικότητα θα αναστρέψουν την παρακμή της Ευρώπης και θα λειτουργήσουν ως αντίβαρα στις δημογραφικές τάσεις γήρανσης του πληθυσμού.
«Μακροπρόθεμα όμως θα έχουμε όλοι πεθάνει» όπως έλεγε και ο Κέινς. Για το άμεσο μέλλον, αν δεν γίνει κάτι για την ύφεση, την ανεργία και την εκροή κεφαλαίων από τον Νότο, τότε το μαγαζί θα διαλυθεί πριν προλάβουμε να το αναστηλώσουμε.
Οι αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής, κατά την ταπεινή μου γνώμη, ήταν καλές αλλά όχι αρκετές, ιδιαίτερα από τη στιγμή που έκτοτε υπήρξε αναδίπλωση σε βασικά σημεία από τις βορειοευρωπαϊκές χώρες.
Οπότε, μόνο η ΕΚΤ μπορεί πια να σώσει την παρτίδα.
Ώστε να υπάρχουμε και μακροπρόθεσμα...
Ν.Μαλεβίτης