Δυο μεγάλες μεταρρυθμίσεις βρίσκονται προ των πυλών και ήδη οι βασικοί πρωταγωνιστές σπεύδουν να οικειοποιηθούν την ...πνευματική τους πατρότητα.
Η πρώτη αφορά (όπως έγκαιρα είχε επισημάνει η στήλη) την αλλαγή του... εκλογικού νόμου προς το απολύτως αναλογικό. Πρόκειται για κορυφαίο ζήτημα το οποίο, καίτοι δεν υπάρχει στην προγραμματική συμφωνία των κομμάτων της συγκυβέρνησης, η πολιτική πραγματικότητα το επιβάλλει στον δημόσιο διάλογο.
Είναι προφανές πως για την Αριστερά παρουσιάζεται μια ιστορική ευκαιρία, την οποία ο Φώτης Κουβέλης δεν προτίθεται να αφήσει αναξιοποίητη. Ήδη στελέχη της Αγίου Κωνσταντίνου υπενθυμίζουν ότι η πρόταση για καθιέρωση απλής αναλογικής συνιστά πάγια θέση και επιδίωξη του κόμματος. Συνεπώς, σε περίπτωση που τελικώς η πρόταση υιοθετηθεί, θα είναι ο Φώτης Κουβέλης που θα πιστωθεί την επιτυχία για λογαριασμό όλων των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων – ή τουλάχιστον αυτό θα επιθυμούσε.
'Αλλωστε, η απλή αναλογική ενισχύει τη διαδικασία ανακατάταξης των πολιτικών δυνάμεων και ιδιαίτερα ένα κόμμα σαν τη ΔΗΜΑΡ το οποίο εκφράζει ένα σημαντικό κομμάτι της Κεντροαριστεράς που αρνείται την πολιτική συστέγαση με τον ΣΥΡΙΖΑ και επιθυμεί ένα αριστερό κόμμα σε ρόλο ρυθμιστή στο πλαίσιο του νέου διπολισμού (ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ). Εξάλλου, στο ρόλο αυτό η ΔΗΜΑΡ ασκείται επιμόνως και αρκούντως αποτελεσματικά. Ένας λοιπόν επιπλέον λόγος για τον Φώτη Κουβέλη να επικαλείται (και διεκδικεί) για τη χώρα έναν προσανατολισμό προς γόνιμες συγκλίσεις.
Είναι προφανές ότι και το ΠΑΣΟΚ ζητά μερίδιο πολιτικού οφέλους και σπεύδει σε προαναγγελίες ανάλογων πρωτοβουλιών. Πλην όμως, ως πρώην κόμμα εξουσίας που επί σειρά ετών διαμόρφωνε και ευεργετούνταν από εκλογικούς νόμους, δεν διαθέτει την αξιοπιστία να ηγηθεί (και κατ' επέκταση πιστωθεί πολιτικά) μιας τέτοιας εξέλιξης.
Η δεύτερη μεταρρύθμιση αφορά το φορολογικό. Είναι σαφές πως η «επανεκκίνηση» της ελληνικής οικονομίας δεν έχει πιθανότητες να πραγματοποιηθεί αν δεν αλλάξει ριζικά ο τρόπος φορολόγησης φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. Αν δεν υπάρξει δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και το κυριότερο μείωση των φορολογικών συντελεστών σε σημείο που να μην υπάρχουν κίνητρα για φοροδιαφυγή.
Σύσσωμη η ελληνική κοινωνία έχει κατανοήσει και αποδεχθεί πως με το ισχύον φορολογικό σύστημα προκοπή δεν πρόκειται να υπάρξει. Ζητά συνεπώς επιτακτικά αλλαγή τώρα, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι δίκαιη και θα απελευθερώνει τις υγιείς δημιουργικές δυνάμεις του τόπου και κυρίως της μεσαίας τάξης. Για το λόγο αυτό η μάχη των πολιτικών εντυπώσεων εστιάζεται στο ποιος τελικά θα είναι ο «νονός» της φορολογικής μεταρρύθμισης, ο Αντώνης Σαμαράς ή ο Γιάννης Στουρνάρας; Κρίνοντας από τους τελευταίους χειρισμούς και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ο πρωθυπουργός φαίνεται να έχει το προβάδισμα.
Παναγιώτης Κ. Μαυρίδης
Η πρώτη αφορά (όπως έγκαιρα είχε επισημάνει η στήλη) την αλλαγή του... εκλογικού νόμου προς το απολύτως αναλογικό. Πρόκειται για κορυφαίο ζήτημα το οποίο, καίτοι δεν υπάρχει στην προγραμματική συμφωνία των κομμάτων της συγκυβέρνησης, η πολιτική πραγματικότητα το επιβάλλει στον δημόσιο διάλογο.
Είναι προφανές πως για την Αριστερά παρουσιάζεται μια ιστορική ευκαιρία, την οποία ο Φώτης Κουβέλης δεν προτίθεται να αφήσει αναξιοποίητη. Ήδη στελέχη της Αγίου Κωνσταντίνου υπενθυμίζουν ότι η πρόταση για καθιέρωση απλής αναλογικής συνιστά πάγια θέση και επιδίωξη του κόμματος. Συνεπώς, σε περίπτωση που τελικώς η πρόταση υιοθετηθεί, θα είναι ο Φώτης Κουβέλης που θα πιστωθεί την επιτυχία για λογαριασμό όλων των αριστερών προοδευτικών δυνάμεων – ή τουλάχιστον αυτό θα επιθυμούσε.
'Αλλωστε, η απλή αναλογική ενισχύει τη διαδικασία ανακατάταξης των πολιτικών δυνάμεων και ιδιαίτερα ένα κόμμα σαν τη ΔΗΜΑΡ το οποίο εκφράζει ένα σημαντικό κομμάτι της Κεντροαριστεράς που αρνείται την πολιτική συστέγαση με τον ΣΥΡΙΖΑ και επιθυμεί ένα αριστερό κόμμα σε ρόλο ρυθμιστή στο πλαίσιο του νέου διπολισμού (ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ). Εξάλλου, στο ρόλο αυτό η ΔΗΜΑΡ ασκείται επιμόνως και αρκούντως αποτελεσματικά. Ένας λοιπόν επιπλέον λόγος για τον Φώτη Κουβέλη να επικαλείται (και διεκδικεί) για τη χώρα έναν προσανατολισμό προς γόνιμες συγκλίσεις.
Είναι προφανές ότι και το ΠΑΣΟΚ ζητά μερίδιο πολιτικού οφέλους και σπεύδει σε προαναγγελίες ανάλογων πρωτοβουλιών. Πλην όμως, ως πρώην κόμμα εξουσίας που επί σειρά ετών διαμόρφωνε και ευεργετούνταν από εκλογικούς νόμους, δεν διαθέτει την αξιοπιστία να ηγηθεί (και κατ' επέκταση πιστωθεί πολιτικά) μιας τέτοιας εξέλιξης.
Η δεύτερη μεταρρύθμιση αφορά το φορολογικό. Είναι σαφές πως η «επανεκκίνηση» της ελληνικής οικονομίας δεν έχει πιθανότητες να πραγματοποιηθεί αν δεν αλλάξει ριζικά ο τρόπος φορολόγησης φυσικών προσώπων και επιχειρήσεων. Αν δεν υπάρξει δίκαιη κατανομή των φορολογικών βαρών και το κυριότερο μείωση των φορολογικών συντελεστών σε σημείο που να μην υπάρχουν κίνητρα για φοροδιαφυγή.
Σύσσωμη η ελληνική κοινωνία έχει κατανοήσει και αποδεχθεί πως με το ισχύον φορολογικό σύστημα προκοπή δεν πρόκειται να υπάρξει. Ζητά συνεπώς επιτακτικά αλλαγή τώρα, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι δίκαιη και θα απελευθερώνει τις υγιείς δημιουργικές δυνάμεις του τόπου και κυρίως της μεσαίας τάξης. Για το λόγο αυτό η μάχη των πολιτικών εντυπώσεων εστιάζεται στο ποιος τελικά θα είναι ο «νονός» της φορολογικής μεταρρύθμισης, ο Αντώνης Σαμαράς ή ο Γιάννης Στουρνάρας; Κρίνοντας από τους τελευταίους χειρισμούς και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ο πρωθυπουργός φαίνεται να έχει το προβάδισμα.
Παναγιώτης Κ. Μαυρίδης