Από τις απανωτές δηλώσεις του κ. Ντάισελμπλουμ, που δείχνει να ενεργεί πλέον ως καθαρόαιμος «γκαουλάιτερ», προς όφελος των γερμανικών θέσεων, φαίνεται πως ο κ. Σόιμπλε και οι λοιποί υποστηρικτές των… Ethonomics στον πυρήνα της ευρωζώνης υπέπεσαν σε τρία σοβαρά λάθη:
Το πρώτο είναι ότι θεώρησαν πως η.. κρίση στην ευρωζώνη έχει περάσει το στάδιο της κορύφωσης και είναι πλέον «διαχειρίσιμη». Αυτό υποστήριξε ο ίδιος ο Ολλανδός πρόεδρος του Eurogroup, το ίδιο προκύπτει και από την επιμονή αρκετών παραγόντων να καθιερώσουν τώρα ως κανόνα μέτρα που καθιστούν τους καταθέτες υπόλογους όταν τίθεται θέμα «αναδιάρθρωσης» των τραπεζών.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η θέση αυτή είναι θεωρητικά ορθή. Στην περίπτωση τραπεζικών προβλημάτων πρώτα έχουν σειρά οι μέτοχοι, μετά οι ομολογιούχοι (ανάλογα και με τις εξασφαλίσεις που κατέχουν), κι εν συνεχεία οι μη ασφαλισμένοι καταθέτες, δίκην… «προμηθευτών».
Ασφαλώς, κάτι τέτοιο είναι περισσότερο θεμιτό από την επιβάρυνση των φορολογούμενων γενικώς, την οποία επιφέρει η «διάσωση» με κρατικό χρήμα.
Είναι δε σίγουρο ότι μελλοντικά αυτό θα κάνει τους πάντες να σκέπτονται περισσότερο το «ρίσκο» -και τις ευθύνες- είτε πρόκειται για managers, είτε για μετόχους, είτε για εξασφαλισμένους και μη ομολογιούχους, ακόμη και τους μεγαλοκαταθέτες.
Το πρόβλημα βρίσκεται στο timing.
Τέτοιου είδους μέτρα είναι απολύτως ορθό να λαμβάνονται αφού λήξει η κρίση, κι εφόσον έχει αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στη σταθερότητα του συστήματος.
Στην περίπτωση της ευρωζώνης έχουμε μια κρίση κρατικών χρεών, στενά συνδεδεμένη με μια παράλληλη τραπεζική κρίση, που κάθε άλλο παρά έχει λήξει (χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ισπανία), ενώ δεν αποκλείεται να ξεσπάσει με ένταση σε άλλες χώρες, όπως π.χ. η Ιταλία και η Σλοβενία.
Γι' αυτό και η εφαρμογή των παραπάνω κανόνων ουσιαστικά πλήττει τη σταθερότητα του εύθραυστου τραπεζικού συστήματος - ιδιαίτερα των πιο αδύναμων οικονομιών.
Πρώτον, διότι αυξάνει το «κόστος χρήματος» στη χρηματοδότηση των τραπεζών και, δεύτερον, διότι οδηγεί σε πιθανές μεταφορές κεφαλαίων από την περιφέρεια προς το κέντρο της ευρωζώνης, αλλά και σε τρίτες χώρες εκτός αυτής.
Μεταφορές που εύκολα μπορούν να πάρουν τη μορφή χιονοστιβάδας, στη περίπτωση που εμφανιστούν έστω και περιορισμένα σημάδια κρίσης, είτε σε κάποια τράπεζα, είτε πολύ περισσότερο σε κάποια χώρα.
Το δεύτερο λάθος είναι καθαρά πολιτικό, λειτουργεί σε επίπεδο συμβολισμών και σαμποτάρει την ίδια την ιδέα τη «ευρωπαϊκής ενότητας».
Δεν είναι τυχαίο ότι οι ψυχροί διεθνείς τραπεζίτες του Institute of International Finance σχολίασαν χθες τις εξελίξεις στην Κύπρο βάζοντας τίτλο «Η εποχή μετά την αλληλεγγύη», όπως δεν είναι τυχαίο το αντιευρωπαϊκό κύμα που ενισχύεται συνεχώς επικεντρωμένο στις ηγεμονικές τάσεις της Γερμανίας.
Η ανελέητη στάση απέναντι στην Κύπρο δημιουργεί προηγούμενο και διαλύει την εικόνα αλληλεγγύης των ισχυρών έναντι των αδύναμων, πλην θεωρητικά ισότιμων, εταίρων.
Μέσω ακριβώς αυτών των δύο παραμέτρων, προκύπτει ο πραγματικός «συστημικός κίνδυνος» της υπόθεσης της Κύπρου, κι όχι από το μέγεθος του ΑΕΠ ή του τραπεζικού της τομέα.
Κι αυτό ήταν το τρίτο λάθος του κ. Σόιμπλε και όσων συντάχθηκαν μαζί του, περιλαμβανομένης, ως φαίνεται, και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Υποτίμησαν τις στρατηγικές συνέπειες σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο των ίδιων των χειρισμών τους. Διότι αυτοί οι χειρισμοί είναι που δημιούργησαν ξανά συστημικό κίνδυνο κι όχι το μέγεθος του στόχου τους.
Το ερώτημα πλέον είναι αν τα λάθη αυτά έγιναν συνειδητά ή όχι. Κι αυτό έχει μεγάλη σημασία. Αν πρόκειται για πραγματικά λάθη, στην πορεία θα γίνουν μεγάλες προσπάθειες για να διορθωθούν.
Αν όχι, αυτό σημαίνει ότι ο Βορράς της Ευρώπης έχει ήδη στο πίσω μέρος του μυαλού του τη διάσπαση της ευρωζώνης.
Και κινείται για να περιορίσει τις ενδιάμεσες απώλειες αλλά και για να ενδυναμώσει τη θέση του. Ενισχύοντας τη ροή κεφαλαίων προς τον οικείο τραπεζικό τομέα σε βάρος του Νότου.
Γ.Παπανικολάου