Δικαίωσε το Πρωτοδικείο της Αθήνας εργαζόμενο σε εταιρεία επίγειας εξυπηρέτησης αεροσκαφών ο οποίος απολύθηκε επειδή αρνήθηκε να δεχτεί την μείωση των αποδοχών του κατά 15%.
Το δικαστήριο με την...υπ’ αρ. 5/2014 απόφαση του έκρινε άκυρη, παράνομη και καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, με το σκεπτικό ότι η μείωση αυτή στο μισθό του « όχι μόνο θα του προκαλούσε άμεση (υλική) ζημία, αλλά θα ανατρεπόταν και ο οικονομικός και οικογενειακός προγραμματισμός του».
Η απόφαση λαμβάνοντας υπόψη ακόμη και το στεγαστικό δάνειο που είχε πάρει ο εργαζόμενος και το οποίο έπρεπε να αποπληρώνει αναφέρει: «οι εργοδότες στο πλαίσιο του διευθυντικού δικαιώματος τους, μπορούν να πραγματοποιούν επουσιώδεις μεταβολές των όρων εργασίας. Όμως κάθε άλλη τροποποίηση του περιεχόμενου της συμβάσεως εργασίας προϋποθέτει κατά κανόνα την αποδοχή του εργαζομένου». Σύμφωνα με την απόφαση η απόλυση του εργαζομένου «υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλου «η καλή πιστή, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος» (άρθρο 281 Αστικού Κώδικα. Για τους λόγους αυτούς, το δικαστήριο υποχρεώνει την εταιρεία να του καταβάλει το ποσό των 16.960 ευρώ, συν τους νόμιμους τόκους για μισθούς υπερημερίας.
Με τη δικαστική απόφαση πάντως, για τυπικούς λόγους απορρίφθηκε το αίτημα του εργαζομένου για επαναπρόσληψη, καθώς στην αγωγή που είχε καταθέσει δεν είχαν περιληφθεί τα αναγκαία εκείνα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη νομική θεμελίωση του αιτήματος του. Όπως αναφέρει η απόφαση «και στην περίπτωση αυτή η υποχρέωση του εργοδότη για αποδοχή των υπηρεσιών των εναγόντων δεν ανακύπτει ως αυτόματη συνέπεια της αναγνώρισης της ακυρότητας της καταγγελίας αυτής, καθόσον δεν αναφέρονται στο δικόγραφο της ένδικης αγωγής στοιχεία απαραίτητα για τη νομική θεμελίωσή της».
Να σημειωθεί πως η εταιρεία είχε επικαλεστεί οικονομικά προβλήματα που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν ακόμη και σε κλείσιμο αν δεν τροποποιούσε τη σύμβαση εργασίας θεωρώντας τις αποδοχές του ενάγοντος( μηνιαίες αποδοχές 1.100 ευρώ) « υπέρτερες των νομίμων»
Το δικαστήριο με την...υπ’ αρ. 5/2014 απόφαση του έκρινε άκυρη, παράνομη και καταχρηστική η καταγγελία της σύμβασης εργασίας του, με το σκεπτικό ότι η μείωση αυτή στο μισθό του « όχι μόνο θα του προκαλούσε άμεση (υλική) ζημία, αλλά θα ανατρεπόταν και ο οικονομικός και οικογενειακός προγραμματισμός του».
Η απόφαση λαμβάνοντας υπόψη ακόμη και το στεγαστικό δάνειο που είχε πάρει ο εργαζόμενος και το οποίο έπρεπε να αποπληρώνει αναφέρει: «οι εργοδότες στο πλαίσιο του διευθυντικού δικαιώματος τους, μπορούν να πραγματοποιούν επουσιώδεις μεταβολές των όρων εργασίας. Όμως κάθε άλλη τροποποίηση του περιεχόμενου της συμβάσεως εργασίας προϋποθέτει κατά κανόνα την αποδοχή του εργαζομένου». Σύμφωνα με την απόφαση η απόλυση του εργαζομένου «υπερβαίνει τα όρια που επιβάλλου «η καλή πιστή, τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος» (άρθρο 281 Αστικού Κώδικα. Για τους λόγους αυτούς, το δικαστήριο υποχρεώνει την εταιρεία να του καταβάλει το ποσό των 16.960 ευρώ, συν τους νόμιμους τόκους για μισθούς υπερημερίας.
Με τη δικαστική απόφαση πάντως, για τυπικούς λόγους απορρίφθηκε το αίτημα του εργαζομένου για επαναπρόσληψη, καθώς στην αγωγή που είχε καταθέσει δεν είχαν περιληφθεί τα αναγκαία εκείνα στοιχεία που είναι απαραίτητα για τη νομική θεμελίωση του αιτήματος του. Όπως αναφέρει η απόφαση «και στην περίπτωση αυτή η υποχρέωση του εργοδότη για αποδοχή των υπηρεσιών των εναγόντων δεν ανακύπτει ως αυτόματη συνέπεια της αναγνώρισης της ακυρότητας της καταγγελίας αυτής, καθόσον δεν αναφέρονται στο δικόγραφο της ένδικης αγωγής στοιχεία απαραίτητα για τη νομική θεμελίωσή της».
Να σημειωθεί πως η εταιρεία είχε επικαλεστεί οικονομικά προβλήματα που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν ακόμη και σε κλείσιμο αν δεν τροποποιούσε τη σύμβαση εργασίας θεωρώντας τις αποδοχές του ενάγοντος( μηνιαίες αποδοχές 1.100 ευρώ) « υπέρτερες των νομίμων»