Σχεδόν 400.000 αιτήματα για την κάλυψη κενών θέσεων εργασίας από ξένους δέχθηκε όλο το προηγούμενο διάστημα το υπουργείο Εργασίας, με τις μεγαλύτερες ανάγκες να προέρχονται από τον πρωτογενή τομέα και να ακολουθούν ο τουρισμός και τα καταλύματα, οι κατασκευές, αλλά και η βιομηχανία και οι υπηρεσίες.
Αφορούσαν δε ανειδίκευτους εργάτες γης και οικοδομής, έως σφαγείς και εργάτες σε παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, ανιματέρ, αλλά και εργάτες αεροδρομίων.
Η προηγούμενη κυβέρνηση, στις αρχές Απριλίου, προχώρησε στην υπογραφή της αναγκαίας υπουργικής απόφασης, με την οποία ενέκρινε την εισαγωγή 168.000 εργαζόμενων από τρίτες χώρες για τις κενές θέσεις εργασίας, ήτοι σχεδόν το 40% των αιτημάτων, που ανέρχονταν σε 379.165. Η απόφαση προβλέπει την εισαγωγή 147.925 εργαζομένων από τρίτες χώρες, ενώ επιπλέον 20.000 θέσεις θα καλυφθούν με διμερείς συμφωνίες με την Αίγυπτο και το Μπαγκλαντές. Βέβαια, πρόκειται για χρονοβόρα διαδικασία, γεγονός που αποδεικνύεται από το ότι ενώ βρισκόμαστε στο πρώτο 10ήμερο του Ιουνίου, η διαδικασία δεν έχει ακόμη προχωρήσει. Απαιτείται άλλωστε νέα υπουργική απόφαση, με την οποία θα καθοριστούν ειδικά θέματα, όπως για παράδειγμα οι χώρες προέλευσης των ξένων εργαζόμενων.
Η προηγούμενη κυβέρνηση έλαβε αυτή την απόφαση περιορίζοντας σημαντικά τον αριθμό των «εισαγωγών» σε σχέση με τα αιτήματα, με στόχο τη στήριξη της εγχώριας αγοράς εργασίας. Ακόμη και εκπρόσωποι των επιχειρήσεων από τους κλάδους που είχαν αιτηθεί την έγκριση εργασίας για περισσότερους εργαζόμενους άλλωστε αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για προσωρινό μέτρο, επισημαίνοντας ότι απαιτείται συγκροτημένη πολιτική από τη νέα κυβέρνηση, με πολύ συγκεκριμένες πρωτοβουλίες κατά πρώτον στην εκπαίδευση-κατάρτιση των Ελλήνων ανέργων, ώστε σταδιακά να δημιουργηθεί το απαιτούμενο καταρτισμένο ανθρώπινο δυναμικό που θα καλύψει ποιοτικά τις κενές θέσεις εργασίας.
Αλλά και οι εργαζόμενοι στους κλάδους που πρωταγωνιστούν, όπως ο τουρισμός και τα καταλύματα, επισημαίνουν ότι καθοριστικό ρόλο στην εμφάνιση των κενών θέσεων εργασίας διαδραμάτισε η πανδημία του κορωνοϊού, καθώς το πρόβλημα στο μέγεθος που παρουσιάζεται σήμερα προέκυψε αμέσως μετά την επανεκκίνηση του τουρισμού στη χώρα μας.
Πολλοί εργαζόμενοι σε ξενοδοχεία, καταλύματα και καφετέριες ή μπαρ δεν άντεξαν τη διαδικασία της αναστολής συμβάσεων και την παροχή του επιδόματος των 543 ευρώ, τα οποία μάλιστα λάμβαναν όχι κάθε μήνα αλλά κάθε 45 και 50 ημέρες. Έτσι, αποφάσισαν να αποχωρήσουν από τον κλάδο, αναζητώντας εργασία σε άλλους, άσχετους με το αντικείμενό τους, κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπου υπήρχε 12μηνη απασχόληση με καλύτερους μισθούς και όρους εργασίας.
Παράλληλα, διαπιστώνεται σοβαρή καταστρατήγηση της εργατικής νομοθεσίας και των Κλαδικών Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας από ορισμένους εργοδότες, ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα υπήρξε σημαντική έλλειψη ελέγχων από το Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας. Όπως μάλιστα επισημαίνει πρόσφατη μελέτη της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, το έλλειμμα προσωπικού σε συγκεκριμένους κλάδους της οικονομίας δεν οφείλεται στο έλλειμμα δεξιοτήτων, αλλά «στους χαμηλούς μισθούς και στις συνθήκες εργασίας».
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συνδικαλιστικό Ινστιτούτο (ΕTUI), οι τομείς στους οποίους οι ελλείψεις εργατικού δυναμικού αυξήθηκαν περισσότερο από το 2019 έως το 2022 «είχαν την τάση να προσφέρουν γενικά χειρότερες συνθήκες εργασίας».
Η Υπουργική Απόφαση
Με τη νέα υπουργική απόφαση παρέχεται η δυνατότητα μετάκλησης 9.261 εργαζομένων στους κλάδους εστίασης και καταλυμάτων (έναντι 2.811 την προηγούμενη διετία). Βέβαια, ο αριθμός είναι σημαντικά χαμηλότερος (μόλις στο 11,5%) σε σχέση με τις προτάσεις που υποβλήθηκαν για 80.316 εργαζομένους. Μερικές από τις ειδικότητες που αναμένεται να καλύψουν οι ξένοι εργαζόμενοι στον τουρισμό αφορούν αρχιμάγειρες αλλά και βοηθούς κουζίνας, λαντζέρηδες και αχθοφόρους, καμαριέρες, κηπουρούς και καθαριστές.
Αντίστοιχα, ορίστηκε ως ανώτατο όριο η εισαγωγή και 10.338 εργαζομένων για την κάλυψη κενών θέσεων στον κλάδο των κατασκευών, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες διαπιστώθηκαν πράγματι μεγάλες ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού, ιδίως ενόψει της υλοποίησης των έργων που είναι ενταγμένα στο ΕΣΠΑ και το Ταμείο Ανάκαμψης, της αύξησης της ιδιωτικής οικοδομικής δραστηριότητας σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και των προγραμμάτων ενεργειακής-αισθητικής αναβάθμισης κτιρίων που υλοποιούνται. Είναι ενδεικτικό ότι εγκρίθηκε το 80,4% των συνολικά 12.884 αιτημάτων.
Μάλιστα, με στόχο την κάλυψη των αναγκών, στη φετινή Κοινή Υπουργική Απόφαση η κατανομή των διαθέσιμων θέσεων γίνεται σε επίπεδο περιφέρειας και όχι περιφερειακής ενότητας, όπως ίσχυε μέχρι τώρα. Ετσι, αντιμετωπίζεται το φαινόμενο που είχε παρατηρηθεί τα προηγούμενα χρόνια, να υπάρχουν ελλείψεις εργαζομένων σε μια περιφερειακή ενότητα και πλεονάσματα σε μια γειτονική.
Επιπροσθέτως, στην ισχύουσα απόφαση υπάρχει -επίσης για λόγους ευελιξίας- ομαδοποίηση των ειδικοτήτων στον πρωτογενή τομέα και όχι πρόβλεψη για διαφορετικές ειδικότητες, όπως εργάτες γης, εργάτες κτηνοτροφίας, εργάτες ιχθυοκαλλιέργειας, εργάτες δασοκομίας κ.λπ., ώστε ένας εργαζόμενος κατά τη διάρκεια της παραμονής του να μπορεί να απασχοληθεί σε περισσότερες από μία ειδικότητες.
Όπως είναι φυσικό μάλιστα, η πλειοψηφία των «εισαγόμενων» εργαζομένων θα καλύψει κενές θέσεις στον πρωτογενή τομέα. Συγκεκριμένα, από τις 147.925 θέσεις της απόφασης (πλην των 20.000 που θα καλυφθούν από τις διμερείς συμφωνίες), το 76,7% ή 113.467 αφορούν τον πρωτογενή τομέα. Οι περισσότερες, ήτοι 91.630, αφορούν εποχική εργασία διάρκειας 3 έως 9 μηνών, 16.572 εξαρτημένη εργασία τουλάχιστον δωδεκάμηνης διάρκειας και 5.265 θα είναι αλιεργάτες αιγυπτιακής καταγωγής, οι οποίοι εισέρχονται στη χώρα για μέγιστο διάστημα 11 μηνών βάσει σχετικής διμερούς συμφωνίας.
Υπήρξαν όμως φέτος 18.258 αιτήματα ακόμη και από τον κλάδο της βιομηχανίας, με την υπουργική απόφαση να εγκρίνει τελικά το 55,3%, ήτοι 10.091 θέσεις, έναντι μόλις 1.749 εγκρίσεων κατά την περασμένη 2ετία.
Σύμφωνα με τα στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης, η απόφαση λήφθηκε προκειμένου αφενός να μη θίγεται η απασχόληση Ελλήνων εργαζομένων (ή από τις χώρες της Ε.Ε.) και αφετέρου να καλύπτονται οι ανάγκες των επιχειρήσεων οι οποίες σε συγκεκριμένους κλάδους είναι αυξημένες σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Είχε μάλιστα τονιστεί ότι για τους εργαζόμενους από τρίτες χώρες θα ισχύει το ίδιο θεσμικό πλαίσιο που διέπει τις εργασιακές σχέσεις των Ελλήνων και Ευρωπαίων εργαζομένων όσον αφορά τις αμοιβές, το ύψος του κατώτατου μισθού, το ωράριο, τις υπερωρίες και τους όρους υγιεινής και ασφάλειας. Επιπλέον βέβαια, για τους εποχικούς εργαζομένους θα πρέπει να εξασφαλίζεται κατάλυμα για τη διαμονή τους.
Σημειώνεται, τέλος, ότι η μετάκληση εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης εγκρίνεται με ειδική διαδικασία: οι ενδιαφερόμενοι εργοδότες θα πρέπει να καταθέσουν αιτήματα στις αποκεντρωμένες διοικήσεις των περιφερειών για τη συγκεκριμένη ειδικότητα που ζητούν και εν συνεχεία να διεξαχθεί ενδελεχής έλεγχος από τη ΔΥΠΑ ως προς την ύπαρξη εγχώριου εργατικού δυναμικού. Για τους εργαζόμενους υψηλής ειδίκευσης προβλέπεται επίσης ότι η αμοιβή δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη από 1,5 φορά το ύψος του μέσου ακαθάριστου ετήσιου μισθού στην Ελλάδα, όπως αυτός προκύπτει από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής./πηγη Euro2day