Post Top Ad
Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024
Δημογραφικό: Για 12η συνεχή χρονιά μειώνεται ο ελληνικός πληθυσμός..
Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021
Η μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από το 1932...
Ο πληθυσμός της Ελλάδας συρρικνώθηκε το 2020 με τη μεγαλύτερη ταχύτητα που έχει καταγράψει η Ελληνική Στατιστική Αρχή από το 1932. Με εξαίρεση την περίοδο μετά την έναρξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου για την οποία οι χρονοσειρές της ΕΛΣΤΑΤ δεν είναι συμπληρωμένες –υπάρχει κενό από το 1940 μέχρι και το 1955– ποτέ στο παρελθόν δεν έχει καταγραφεί μείωση του πληθυσμού κατά 46.000 άτομα. Η αμέσως χειρότερη επίδοση ήταν αυτή του 2019, έτος κατά το οποίο οι γεννήσεις υπολείπονταν των θανάτων κατά 40.000 άτομα. Τα αρνητικά ευρήματα της στατιστικής δεν σταματούν εδώ. Οι περίπου 132.000 θάνατοι του 2020 συνιστούν τη χειρότερη επίδοση που έχει καταγραφεί ποτέ στα ληξιαρχεία της ελληνικής επικράτειας. Οι περίπου 85.600 γεννήσεις –τόσες αποτυπώνονται στη στατιστική του ληξιαρχείου– αποτελούν «ισοφάριση» του προηγούμενου αρνητικού ρεκόρ που σημειώθηκε το 2019.
Ολα αυτά τα στατιστικά ευρήματα αφορούν το 2020 –έτος πανδημίας, κατά το οποίο επηρεάζεται και ο αριθμός των θανάτων λόγω COVID αλλά και της δυσκολότερης πρόσβασης των πολιτών στις δομές υγείας και για την αντιμετώπιση άλλων προβλημάτων υγείας αλλά και ο αριθμός των γεννήσεων (λόγω αβεβαιότητας για το μέλλον). Το πρόβλημα όμως καθίσταται μεγαλύτερο λόγω του επόμενου στατιστικού ευρήματος: Το 2020 συμπληρώθηκαν 10 διαδοχικά έτη με το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων να είναι αρνητικό. Εναν χρόνο μετά την υπογραφή του 1ου μνημονίου οι θάνατοι έγιναν για πρώτη φορά περισσότεροι από τις γεννήσεις κατά 4.671 άτομα και έκτοτε το φαινόμενο λαμβάνει ολοένα και μεγαλύτερες διαστάσεις με αποκορύφωμα την περυσινή χρονιά. Σε αυτή τη 10ετία, οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά περίπου 273.000 άτομα όσος είναι δηλαδή ο πληθυσμός δύο πολύ μεγάλων ελληνικών πόλεων.
Η ΕΛΣΤΑΤ δημοσίευσε για πρώτη φορά άμεσα τα στοιχεία των θανάτων της περασμένης χρονιάς λόγω του αυξημένου ενδιαφέροντος που προκαλεί η πανδημία. Ετσι, προ ημερών, ανακοίνωσε ότι στις 52 εβδομάδες του 2020, καταγράφηκαν 130.288 απώλειες. Από την άλλη, από τα στατιστικά στοιχεία των ληξιαρχείων όλης της χώρας προκύπτει ότι οι θάνατοι ήταν 131.839. Ανεξάρτητα από τη μικρή απόκλιση μεταξύ των δύο στατιστικών το γεγονός είναι ότι το 2020 θα αποτελέσει την πρώτη χρονιά που σημειώνεται τέτοιος αριθμός απωλειών ανθρώπινης ζωής.
Αντίστοιχη είναι η εικόνα και με τον αριθμό των γεννήσεων. Από τις 117.000-118.000 γεννήσεις σε ετήσια βάση πριν μπούμε στην περίοδο των μνημονίων, πέσαμε για πρώτη φορά κάτω από τις 100.000 το 2012, χάσαμε και το όριο των 90.000 από το 2016 και μετά και πλέον οι Ελληνες αποκτούν περίπου 85.000 παιδιά τον χρόνο, κάτι που προκύπτει και από τα στοιχεία του υπουργείου Εργασίας που έδωσε τα επιδόματα γέννησης παιδιών αλλά και από τη στατιστική των ληξιαρχείων.
Το 2021 είναι πιθανή η περαιτέρω επιδείνωση. Ηδη, τα στοιχεία του ληξιαρχείου δείχνουν ότι στις πρώτες εβδομάδες της χρονιάς, έχουν ήδη καταγραφεί 22.000 θάνατοι έναντι μόλις 13.600 γεννήσεων. Αρνητικό ισοζύγιο της τάξεως των 44.000-45.000 ανθρώπων σε ετήσια βάση, σημαίνει ότι «σβήνεται» ο πληθυσμός μιας μεγάλης ελληνικής πόλης.
Για το 2020, η κυβέρνηση δρομολόγησε για πρώτη φορά το επίδομα γέννησης τέκνου προκειμένου να αποτελέσει ένα ισχυρό κίνητρο για τη μείωση του φαινομένου της υπογεννητικότητας. Το γεγονός ότι η έναρξη εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου ουσιαστικά συνέπεσε χρονικά με την πανδημία δεν επιτρέπει και την αξιολόγησή του. Με τον πληθυσμό της χώρας να βιώνει για πρώτη φορά το lockdown και την καραντίνα, το γεγονός ότι οι γεννήσεις παρέμειναν περίπου στο ίδιο επίπεδο με το 2019 μπορεί να έχει διπλή ανάγνωση: από τη μία είναι η δεύτερη χειρότερη επίδοση (με πολύ μικρή διαφορά από την πρώτη) σχεδόν για έναν ολόκληρο αιώνα. Από την άλλη όμως, λόγω της ανασφάλειας που προκάλεσε η πανδημία στις οικογένειες, δεν μπορεί εύκολα να αξιολογηθεί το κατά πόσον οι γεννήσεις θα ήταν ακόμη λιγότερες αν έλειπε και το οικονομικό κίνητρο.
Πέμπτη 18 Ιουνίου 2020
Εκθεση - δημογραφικός ..εφιάλτης: Θα είμαστε 8,5 εκατομμύρια το 2070
Στις χώρες που προβλέπεται να έχουν φθίνοντα πληθυσμό για ολόκληρη την περίοδο έως το 2070 συγκαταλέγεται η Ελλάδα, σύμφωνα με έκθεση της Κομισιόν σχετικά με την «επίδραση της δημογραφικής αλλαγής», με τα στοιχεία να είναι εφιαλτικά.
Στην ίδια κατηγορία κρατών εντάσσονται επίσης η Βουλγαρία, η Ιταλία, η Λετονία, η Κροατία, η Λιθουανία, η Ουγγαρία, η Πολωνία και η Ρουμανία.
\\
Η έκθεση παρουσιάζει τις μακροπρόθεσμες δημογραφικές τάσεις στις περιφέρειες της Ευρώπης – από το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής, έως τα χαμηλότερα ποσοστά γεννήσεων, τις γηράσκουσες κοινωνίες, τα μικρότερα νοικοκυριά και την αυξανόμενη αστικοποίηση. Καταδεικνύει επίσης τη μείωση του μεριδίου της Ευρώπης στον παγκόσμιο πληθυσμό – το οποίο αναμένεται να αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 4% του παγκόσμιου πληθυσμού έως το 2070.
Η έκθεση αποτυπώνει τις σημαντικές διαφορές μεταξύ των περιφερειών όσον αφορά τη δημογραφική αλλαγή, καθώς και την ανάγκη να αντιμετωπιστούν οι επιπτώσεις της στην ανάπτυξη και τη βιωσιμότητα, την απασχόληση, την υγεία και τη μακροχρόνια φροντίδα σε διάφορα μέρη της Ευρώπης.
Τι δείχνει για την Ελλάδα
Σε σχέση με την πληθυσμιακή σύνθεση της Ελλάδας, η έκθεση προβλέπει ότι οι ηλικιακές ομάδες από 10 ως 69 θα συρρικνωθούν κατά 10% με 15% ως το 2070 και οι ομάδες από τα 70 ως τα 80+ θα διπλασιαστούν.
Ο πληθυσμός στο σύνολό του θα φτάσει πέσει στα 8,5 εκατομμύρια το 2070, αλλά με μεγάλη αύξηση των ατόμων ηλικίας 65 ως 80+. Ταυτόχρονα, οι θάνατοι το 2070 θα είναι υπερδιπλάσιοι από τις γεννήσεις (130.000 με 65.000), και το ποσοστό γονιμότητας θα παραμείνει κοντά και κάτω από το 1,5.
Το προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση στην Ελλάδα το 2070 θα είναι τα 86 έτη για τους άνδρες και 91 για τις γυναίκες. Τα έτη ζωής σε σύγκριση με το προσδόκιμο υγιούς ζωής το 2018 είναι 81,9 και 65,4 αντίστοιχα στο σύνολο (84,4 και 65,9 για τις γυναίκες και 79,3 και 65 για τους άνδρες.
Το 2018 ο μέσος ευρωπαϊκός όρος ήταν 1,55 παιδιά ανά γυναίκα. Το ποσοστό είναι αισθητά κάτω από τον λόγο 2,1 που θεωρείται το απαραίτητο επίπεδο διατήρησης σταθερού του πληθυσμού.
Σχεδόν καμία περιοχή της Ευρώπης δεν επιτυγχάνει αυτή την αναλογία, όμως κάποιες περιοχές της, όπως η βορειοδυτική χερσόνησος της Ιβηρικής, η Σαρδηνία και περιοχές της Ελλάδας βρίσκονται κάτω ακόμη και από τον λόγο 1.25.
Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2019
Νέα μείωση πληθυσμού στην Ελλάδα και το 2018 - Τι δείχνουν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα δημογραφικά στοιχεία που συγκέντρωσε η ΕΛΣΤΑΤ από τα ληξιαρχεία και τις δημοτικές αρχές, οι γεννήσεις στην Ελλάδα το 2018 ανήλθαν σε 86.440 (44.525 αγόρια και 41.915 κορίτσια) καταγράφοντας μείωση 2,4% σε σχέση με το 2017, που ήταν 88.553 (45.686 αγόρια και 42.867 κορίτσια). Στις γεννήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες ανήλθαν σε 335, μειωμένες κατά 7,7 % σε σχέση με το 2017 που ήταν 363.
Οι θάνατοι, κατά το 2018, ανήλθαν σε 120.297 (61.387 άνδρες και 58.910 γυναίκες) καταγράφοντας μείωση 3,4% σε σχέση με το 2017, που ήταν 124.501 (63.168 άντρες και 61.333 γυναίκες). Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανήλθαν σε 300, αυξάνοντας ελάχιστα τον δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων), από 3,46 το 2017 σε 3,47 το 2018.
Οι γάμοι ανήλθαν σε 47.428 (24.418 θρησκευτικοί και 23.010 πολιτικοί), παρουσιάζοντας μείωση 5,4% σε σχέση με το 2017, κατά το οποίο είχαν πραγματοποιηθεί 50.138 γάμοι (24.975 θρησκευτικοί και 25.163 πολιτικοί).
Τα σύμφωνα συμβίωσης ανήλθαν σε 6.369, παρουσιάζοντας αύξηση 29,4% έναντι του 2017, που ήταν 4.921. Στα σύμφωνα συμβίωσης πέρυσι συμπεριλαμβάνονται 231 σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ανδρών και 55 μεταξύ γυναικών.
Παρασκευή 17 Μαΐου 2019
Η Ελλάδα αργοπεθαίνει: Μόλις 2 γεννήσεις για κάθε 3 θανάτους...
- Καμπανάκι για δημογραφικό: Στα 8,3 εκατ. υπολογίζεται ο πληθυσμός της Ελλάδας το 2050, με το 1/3 άνω των 65 ετών
- Πρώτοι πανευρωπαϊκά και τρίτοι στον κόσμο σε εκτρώσεις
- Σοβαρές οι οικονομικές συνέπειες σε ασφαλιστικά ταμεία, μισθούς και συντάξεις, ερημοποίηση της επαρχίας
- Δραστικά μέτρα ζητά ο πρόεδρος της ΕΕΠΙ: Οικονομικά κίνητρα για τρίτο παιδί, μείωση εργοδοτικών εισφορών, σύσταση ειδικού φορέα
Ιδιαίτερα απαισιόδοξο σενάριο για το μέλλον της Ελλάδας, συνθέτουν τα πρόσφατα δημογραφικά στοιχεία, καθώς το 2018 οι γεννήσεις στη χώρα μας ανήλθαν στις 87.074, δηλαδή 33.812 λιγότερες από τους θανάτους.
Σύμφωνα με τους ειδικούς το 2025, ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να κυμαίνεται μεταξύ 10.240,5 και 10.603,4, ενώ το 2035 από 9.514,5 έως 10.414,6. Εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για την ανάσχεση της υπογεννητικότητας, το 2050 ο πληθυσμός της Ελλάδας θα κυμαίνεται μεταξύ 8,3 εκατ. και 10 εκατ. άτομα, με μέση ηλικία τα 47-50 έτη, ενώ τα άτομα άνω των 65 ετών θα αποτελούν ποσοστό 30%-33% του πληθυσμού.
Επιπλέον, "η Ελλάδα εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό εκτρώσεων στην Ευρώπη και το τρίτο στον κόσμο, με περίπου 250.000 ετησίως", υπογράμμισε ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Περιγεννητικής Ιατρικής (ΕΕΠΙ), Γεώργιος Δασκαλάκης, κατά την ομιλία του σε ημερίδα με θέμα "Δράση για την υπογεννητικότητα".
Οπως είπε ο κ Δασκαλάκης, μεταξύ των σημαντικότερων επιπτώσεων της υπογεννητικότητας και της συνακόλουθης γήρανσης του πληθυσμού, είναι "η επιβάρυνση των ασφαλιστικών ταμείων, η μείωση μισθών και συντάξεων, καθώς και η ερημοποίηση των απομακρυσμένων περιοχών της χώρας".
Παρουσιάζοντας τους κοινωνικο-οικονομικούς παράγοντες που δημιουργούν και εντείνουν το πρόβλημα, ο Δημήτριος Λουτράδης, Καθηγητής Μαιευτικής & Γυναικολογίας Ε.Κ.Π.Α., Πρόεδρος Ελληνικής Μαιευτικής & Γυναικολογικής Εταιρείας (ΕΜΓΕ), υπογράμμισε ότι η αύξηση του μέσου όρου γάμου και απόκτησης πρώτου παιδιού, η αύξηση του κόστους διαβίωσης, αλλά και ο σύγχρονος αστικός τρόπος ζωής, δεν ευνοούν τη γονιμότητα. Όπως ανέφερε ο κ. Λουτράδης, το 44% των Ελληνίδων αποκτά μόνο ένα παιδί, ενώ μόλις το 4,8% περισσότερα από 4 παιδιά.
Για την αντιμετώπιση του ιδιαίτερα σύνθετου αυτού προβλήματος ο κ. Δασκαλάκης ανέφερε ότι η Πολιτεία οφείλει να υιοθετήσει άμεσα και δραστικά μέτρα, όπως: η παροχή οικονομικών κινήτρων για την απόκτηση τρίτου παιδιού, η εφαρμογή πολιτικών για τη διευκόλυνση της εργαζόμενης μητέρας, η δημιουργία Κέντρων Συμβουλευτικής και Στήριξης της οικογένειας, η στήριξη ζευγαριών με πρόβλημα γονιμότητας, η μείωση των εργοδοτικών εισφορών για τους νέους εργαζόμενους γονείς, η σύσταση ειδικού Φορέα διαχείρισης δημογραφικής πολιτικής, αλλά και η γενικότερη ενίσχυση του μοντέλου της πολύτεκνης οικογένειας στη συνείδηση των νέων ανθρώπων.
Ολοκληρώνοντας το πρώτο μέρος της εκδήλωσης, ο Διονύσιος Μπαλούρδος, ερευνητής, διευθυντής ερευνών, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών (Ε.Κ.Κ.Ε.). υπογράμμισε πως η δημιουργία οικογένειας προϋποθέτει ότι τα ζευγάρια έχουν ένα ελάχιστο επίπεδο εμπιστοσύνης στο μέλλον. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας των νέων ή οι επισφαλείς συμβάσεις εργασίας, όπως ισχύει στην περίπτωση της Ελλάδας, αποτελούν σημαντικό παράγοντα διόγκωσης της υπογεννητικότητας.
Το δεύτερο μέρος της ημερίδας ήταν αφιερωμένο στη διεξαγωγή ανοικτής συζήτησης με θέμα τις στιγμές ευτυχίας που προσφέρει στους γονείς η δημιουργία μιας μεγάλης οικογένειας. Κοινό στοιχείο όλων των μαρτυριών ήταν ότι η ευτυχία των γονέων πολλαπλασιάζεται όσο αυξάνεται ο αριθμός των μελών της οικογένειας.
Ανάμεσα στους ομιλητές ήταν γνωστά πρόσωπα της τηλεόρασης, αλλά και επιστήμονες όπως η παιδίατρος, νεογνολόγος, δ/ντρια ΕΣΥ και μητέρα 6 παιδιών, Ντόρα Κονιτσιώτη και ο παθολόγος, λοιμωξιολόγος, αν. καθηγητής Ε.Κ.Π.Α Σωτήριος Τσιόδρας.
Η κ. Κονιτσιώτη επεσήμανε το πόσο πολύτιμη είναι για εκείνη, η ώρα που θα επικοινωνήσει με τα παιδιά της, ώστε να τελειώσει η μέρα της και να πει «και αυτή η μέρα πέρασε και όλοι είναι καλά». Οπως είπε "αν βάλουμε την λογική, θα κάνουμε παιδιά. Είναι απόλαυση. Χάνεις πράγματα, αλλά έτσι και αλλιώς προσπαθείς να βρεις ουσιαστικά πράγματα στη ζωή. Αν δεν τα βρεις, βάζεις υποκατάστατα. Τα υποκατάστατα είναι που βγάζεις και σου μένει η ουσία».
Στο ρόλο του πατέρα στην πολύτεκνη οικογένεια αναφέρθηκε ο κ. Τσιόδρας- πατέρας 7 παιδιών. «Προσπαθώ να είναι ποιοτικός ο χρόνος που περνώ με τα παιδιά. Η μητέρα είναι η κολώνα της ανατροφής των παιδιών. Ο πατέρας πρέπει να τους δίνει την αίσθηση της ασφάλειας, να αποφεύγει τις εντάσεις, να είναι μαζί τους ποιοτικά και να είναι πάντα διαθέσιμος σε ότι ζητήσει το παιδί. Τα 7 μας παιδιά δεν τα αλλάζουμε με τίποτα. Όσο αύξανε αυτή η ομάδα, τόσο περισσότερη δύναμη μας έδινε και μας έκανε καλύτερους».
Ως κύριο συμπέρασμα της ημερίδας αναδείχθηκε η επείγουσα ανάγκη για τη δραστηριοποίηση των κοινωνικών και επιστημονικών φορέων σχετικά με την ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου και της Πολιτείας για το πρόβλημα της υπογεννητικότητας. Το ζήτημα πρέπει να τεθεί στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας, ώστε να σχεδιαστεί μια νέα οικογενειακή πολιτική, στηριγμένη στην άμεση εφαρμογή μέτρων που μακροπρόθεσμα, μπορούν να επιβραδύνουν τη συρρίκνωση της χώρας μας και όλες τις αρνητικές της συνέπειες.
Κυριακή 3 Μαρτίου 2019
Δημογραφικό: Μια ανοιχτή πληγή για την Ελλάδα..
Η μείωση του πληθυσμού υπολογίζεται «έως και 1,4 εκατ. το 2035 σε σχέση με το 2015 και έως 2,5 εκατ. το 2050», όπως επισημαίνεται χαρακτηριστικά στο πόρισμα της διακομματικής επιτροπής της Βουλής για το Δημογραφικό.
Το πόρισμα θα συζητηθεί την Τρίτη το πρωί στην Ολομέλεια της Βουλής με παρεμβάσεις των πολιτικών αρχηγών, ενώ στην Επιτροπή το στήριξαν όλα τα κόμματα εκτός ΚΚΕ και Χρυσής Αυγής.
Το πόρισμα αναφέρει ότι «η δημογραφική πολιτική δεν μπορεί παρά να είναι τμήμα μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης, η οποία θα βρίσκεται σε παράλληλο βηματισμό και σε αντιστοίχιση με την συνολικότερη αναπτυξιακή, οικονομική και κοινωνική πολιτική» και καταλήγει σε προτάσεις για πολιτικές πρωτοβουλίες σε δέκα διαφορετικούς τομείς.
Στο πόρισμα περιλαμβάνεται και μία εκτενής επιστημονική έκθεση που συνέταξαν ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Βύρωνας Κοτζαμάνης, η καθηγήτρια της ΑΣΟΕΕ Αναστασία Κωστάκη, ο ερευνητής του ΕΚΚΕ Διονύσης Μπαλούρδος κι η αναπληρώτρια καθηγήτρια του Χαροκόπειο Αλεξάνδρα Τραγάκη.
Η μείωση των γεννήσεων κι ο καθοριστικός ρόλος της κρίσης
Τα συμπεράσματα της έκθεσης δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξα, καθώς εκτιμάται ότι μέχρι το 2050 δεν είναι δυνατόν να ανατραπεί, παρά μόνο να περιοριστεί το αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων που φτάνει πλέον τις 90.000 γεννήσεις ανά έτος για 120.000 θανάτους ανά έτος. Η μείωση των γεννήσεων ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σε σημαντικό βαθμό λόγω των κοινωνικών και πολιτισμικών αλλαγών, ενώ ο πληθυσμός της χώρας άρχισε να μειώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000.
Η κρίση του 2010 όμως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αρνητική δημογραφική εικόνα της χώρας με ανατροπή του ισοζυγίου γεννήσεων-θανάτων, αλλά και με ανατροπή ενός ακόμα ισοζυγίου, του μεταναστευτικού. Μέχρι την κρίση υπήρξε σημαντική εισροή μεταναστών στην Ελλάδα, το κύμα φυγής όμως των νέων Ελλήνων στο εξωτερικό, αλλά κι αρκετών μόνιμα διαμενόντων μεταναστών μετέτρεψε το μεταναστευτικό ισοζύγιο σε αρνητικό, κι αυτό παρά την εισροή προσφύγων λόγω της προσφυγικής κρίσης.
Επιδόματα σε συνδυασμό με πολιτικές για την εργασία, την ισότητα και την ένταξη μεταναστών και προσφύγων
Το πόρισμα διαπιστώνει σημαντική υστέρηση της χώρας στο ζήτημα της κοινωνικής δαπάνης που κατευθύνεται σε οικογένειες και σε τέκνα, καθώς το συγκεκριμένο ποσοστό επί των κοινωνικών δαπανών είναι υποδιπλάσιο του αντίστοιχου ποσοστού χωρών όπως η Γαλλία κι η Σουηδία που «αντιστέκονται στην δημογραφική συρρίκνωση». Το πόρισμα επισημαίνει «η επιδοματική στήριξη είναι αναγκαία, αλλά δεν επαρκεί από μόνη της» και πρέπει να συνοδεύεται από πολιτικές που συνδέονται με την εργασία, την εξάλειψη των έμφυλων ανισοτήτων και την πρόληψη του κοινωνικού αποκλεισμού προσφύγων και μεταναστών.
Προτάσεις για πολιτικές πρωτοβουλίες σε δέκα τομείς
Αναλυτικά οι προτάσεις για πολιτικές ενίσχυσης της οικογένειας που κάνει το πόρισμα είναι οι εξής:
Α) Πολιτικές Απασχόλησης
Προστασία της εγκυμοσύνης και της μητρότητας στον χώρο της εργασίας με προτάσεις για ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών, επέκταση της προστασίας από απόλυση από τους 18 στους 24 μήνες, δυνατότητες αλλαγών στο ωράριο, πλήρη ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα για τον οικογενειακό φροντιστή/τρια (μητέρα, πατέρας ή άλλο πρόσωπο), μέτρα για την καταπολέμηση των μισθολογικού χάσματος ανδρών και γυναικών, θετικά μέτρα για τους εργαζόμενους γονείς παιδιών με αναπηρία, καθώς κι ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης στοχευμένες σε άνεργες γυναίκες και νέες και νέους εργαζόμενους.
Β) Υποδομές φροντίδας παιδιών
Κάλυψη μεγαλύτερου ποσοστού των βρεφών και των νηπίων από τις υπηρεσίες φύλαξης και προσχολικής αγωγής με στόχο την πλήρη κάλυψη, ποιοτική αναβάθμιση των υφιστάμενων δομών, επέκταση του ωραρίου των παιδικών σταθμών κι ολοήμερα σχολεία σε όλα τις περιφέρειες της χώρας. Επίσης γίνονται προτάσεις για ανάπτυξη υπηρεσιών φροντίδας παιδιών στο σπίτι ή στη γειτονιά και για την εφαρμογή του προγράμματος «νταντά της γειτονιάς» που λειτουργεί σε χώρες της ΕΕ
Γ) Επιδόματα-Μέριμνα-Στεγαστική πολιτική
Ειδικές πολιτικές για τις οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα και τις μειονεκτούσες οικογένειες με πλήρη απορρόφηση των παιδιών στους βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, κλιμακωτή αύξηση των επιδομάτων ανά παιδί, πρόβλεψη το επίδομα παιδιού να είναι ακατάσχετο κι ασυμψήφιστο και τα οικογενειακά επιδόματα να συνδέονται με την παρακολούθηση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, καθώς και θετικά μέτρα για τις μονογονεϊκές οικογένειες και σταδιακή εξομείωση των τρίτεκνων με τους πολύτεκνους.
Επίσης προτείνεται στεγαστική πολιτική ενίσχυσης των νέων ζευγαριών ή των μόνων γονέων με στεγαστική συνδρομή για κάθε οικογένεια για δύο χρόνια από την απόκτηση κάθε νέου παιδιού.
Δ) Φορολογικά και άλλα κίνητρα
Ποικιλία φορολογικών κινήτρων με μείωση φόρων ή αφορολόγητο ανάλογα με το μέγεθος και το εισόδημα των οικογενειών, επιπλέον κίνητρα για τις οικογένειες όπως δωρεάν κάρτες απεριορίστων διαδρομών για τα μέσα μαζικής μεταφοράς κι εκπτώσεις σε εκπαιδευτικές, πολιτιστικές και τουριστικές δραστηριότητες. Επίσης προτείνεται τα βρεφικά είδη πρώτης ανάγκης να υπαχθούν στον χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ.
Ε) Εκπαιδευτική πολιτική και σεξουαλική αγωγή
Σεξουαλική αγωγή και μαθήματα για την ισότητα των φύλων σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, καθώς κι ενημέρωση των μαθητών για το δημογραφικό ζήτημα. Επίσης ένταξη στο υποχρεωτικό πρόγραμμα της Κυκλοφοριακής Αγωγής κι Οδικής Ασφάλεια
ΣΤ) Πολιτικές υγιούς και ενεργούς γήρανσης
Εξειδικευμένες υπηρεσίες υγείας και πρόληψης για ηλικιωμένους κι υπερήλικες με στόχο η αυτόνομη κι αξιοπρεπής διαβίωση να παραταθεί για όσο το δυνατόν περισσότερο. Μεταξύ άλλων, προτείνεται επέκταση των Κέντρων Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων και της «Βοήθειας στο Σπίτι», ολοκλήρωση του καθεστώτος αναδοχής ηλικιωμένων και ψηφιακή τους κατάρτιση. Ιδιαίτερα κεφάλαιο των πολιτικών για τους ηλικιωμένους είναι τα μέτρα για την παραμονής τους στην εργασία, όπως προώθηση της μερικής ή της κατ’ οίκον απασχόλησης και προγράμματα εργασιακής κατάρτισης.
Ζ) Μέτρα για την κοινωνική ένταξη μεταναστών/μεταναστριών και θετικές δράσεις για την ανάσχεση κι αντιστροφή του brain drain
Επιτάχυνση των διαδικασιών απόκτησης νόμιμης άδειας παραμονής, οικογενειακής επανένωσης και πολιτογράφησης των μεταναστών, καθώς και μέτρα για την κοινωνική κι εργασιακή ένταξη των προσφύγων και την προστασία των μεταναστών και των προσφύγων από τις διακρίσεις στην εργασία, την εκπαίδευση, τις δημόσιες υπηρεσίες και τον δημόσιο χώρο.
Όσον αφορά στην ανάσχεση κι αντιστροφή του brain drain, προτείνεται η αύξηση των θέσεων απασχόλησης των επιστημόνων και στήριξη των νεοφυών και καινοτόμων επιχειρήσεων με φορολογικά κίνητρα. Επίσης προτείνονται φορολογικά κι ασφαλιστικά κίνητρα για τις προσλήψεις νέων εργαζόμενων κι αντίστοιχα κίνητρα για τους νέους ελεύθερους επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενους.
Η) Υγεία: Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και νεοπλασματικές ασθένειες
Ο συγκεκριμένος τομέας χωρίζεται σε δύο βασικά κεφάλαια άσκησης πολιτικών υγείας:
Την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, όπου προτείνεται μεγαλύτερη κρατική δαπάνη-συμμετοχή για τις εξωσωματικές, ενίσχυση των σχετικών δημόσιων δομών κι εκσυγχρονισμός του νομικού πλαισίου.
Το εθνικό σχέδιο δράσης για τις νεοπλασματικές ασθένειες με πολιτικές πρόληψης κι έγκαιρης διάγνωσης του καρκίνου, όπως και σωστή ενημέρωση για την γονιμότητα των ογκολογικών ασθενών.
Θ) Πολιτικές Οδικής Ασφάλειας
Σημαντικός τομέας, καθώς τα τροχαία δυστυχήματα αποτελούν την πρώτη αιτία θανάτου για τους νέους κάτω των 30 ετών, το μεγαλύτερο ποσοστό των θυμάτων βρίσκεται στις κρίσιμες παραγωγικές ηλικίες 18-55 ετών, ενώ η Ελλάδα έχει έναν από τους μεγαλύτερους δείκτες θνησιμότητας από τροχαία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Μεταξύ των πολιτικών που προτείνονται είναι η αντιμετώπιση της ελλιπούς κυκλοφοριακής αγωγής και παιδείας οδικής ασφάλειας, αλλά κι η βελτίωση των υποδομών του οδικού δικτύου.
Ι) Πολιτικές Ενημέρωσης κι Ευαισθητοποίησης
Τέλος, προτείνεται σημαντική καμπάνια ενημέρωσης κι ευαισθητοποίησης της κοινωνίας των πολιτών και της κοινής γνώμης για το δημογραφικό, τις επιπτώσεις του και τις πολιτικές αντιμετώπισης του.
Τα θεσμικά μέτρα για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση των πολιτικών για το δημογραφικό
Παράλληλα, όσον αφορά τον σχεδιασμό και την υλοποίηση αυτών των πολιτικών για το δημογραφικό το πόρισμα προτείνει την δημιουργία σχετικού υφυπουργείου ή γενικής γραμματείας ή διυπουργικής επιτροπής στην γενική γραμματεία της κυβέρνησης. Επίσης προτείνεται να συσταθεί γραφείο παρακολούθησης του δημογραφικού στην Βουλή, αλλά και μόνιμης διακομματικής επιτροπής της Βουλής που θα αναλάβει τον συντονισμό με τις χώρες της Νότιας κι Ανατολικής Ευρώπης προκειμένου να αναπτυχθούν κοινές θέσεις για την αντιμετώπιση του δημογραφικού και να ενταχθούν στην ατζέντα των Ευρωπαϊκών θεσμών.
Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019
Μία στις τέσσερις γυναίκες που γεννήθηκαν μετά το 1970 στην Ελλάδα δεν θα τεκνοποιήσει ποτέ
«Ο δείκτης γονιμότητας, ο αριθμός των παιδιών ανά γυναίκα δηλαδή, έχει μειωθεί στη χώρα μας από το 1980 και εντεύθεν», αρχίζει να εξηγεί η κ. Άρτεμις Τσίτσικα, Αναπλ. Καθηγήτρια Εφηβικής Ιατρικής ΕΚΠΑ, Επιστ.Υπεύθυνος Μονάδας Εφηβικής Υγείας Β’Παιδιατρική Κλινική Νοσοκομείου Παίδων ‘Π.& Α.Κυριακού’, Πρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Εφηβικής Ιατρικής.
Με επικεφαλής την ίδια και ερευνητές τους Θεόδωρο Σεργεντάνη και Παναγιώτα Παναγιώτου, πραγματοποιήθηκε ανασκόπηση άρθρων και μελετών, οι οποίες έχουν υλοποιηθεί στην Ελλάδα σχετικά με το θέμα της υπογεννητικότητας, ιδιαίτερα δε της μελέτης του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Σύμφωνα με αυτή, υπολογίστηκε ότι το 2050 ο πληθυσμός της χώρας μας θα κυμαίνεται μεταξύ 10,064 εκ.(μέγιστο) έως 8,315 (ελάχιστο) – σε κάθε περίπτωση μειωμένος σε σχέση με εκείνον του 2015.
Ποια είναι τα αίτια που οδηγούν στην τελική ατεκνία; Οπως ενημερώνει η κ.Τσίτσικα, «καταρχάς, η καθυστερημένη ηλικία πρώτης τεκνογονίας. Όταν το 1985, ο μέσος όρος των γυναικών που γίνονταν για πρώτη φορά μητέρες ήταν 26,2 το 2012 η ηλικία τους ανέβηκε στα 30,7 έτη».
Εκτός όμως από τις Ελληνίδες, σύμφωνα με στοιχεία της EUROSTAT, η ίδια τάση σημειώνεται και στις Ιταλίδες αλλά και τις Ισπανίδες, που φέρνουν στον κόσμο το πρώτο τους παιδί λίγο πριν τα 31 (2017). Σε σχετικό άρθρο, το οποίο δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό "Παιδιατρική", «κάποιες χώρες όπως οι Δανία, Ιρλανδία, Ολλανδία, Σουηδία, χαρακτηρίζονται από υψηλότερο δείκτη γονιμότητας και υψηλότερη μέση ηλικία τεκνοποίησης ενώ χώρες όπως οι Γερμανία, Ελλάδα, Ισπανία, Ιταλία, Κύπρος, Λουξεμβούργο, Αυστρία, Πορτογαλία, Ελβετία, χαρακτηρίζονται από αυξημένη ηλικία πρώτης τεκνοποίησης και μειωμένο δείκτη γονιμότητας. Η ίδια αιτία συνδέεται με τον μειωμένο αριθμό απόκτησης δεύτερου ή επόμενου παιδιού (EUROSTAT, 2017), αφού οι γυναίκες στην πραγματικότητα, "δεν προλαβαίνουν" να φτάσουν στον επιθυμητό αριθμό παιδιών».
Σε ό,τι αφορά τους σχετιζόμενους με την τελική ατεκνία, λόγους, «η τεκνογονία συνδέεται με το θεσμό του γάμου στην ελληνική οικογένεια. Τη νοοτροπία, δηλαδή, του "αν δεν παντρεύεσαι, δεν κάνεις παιδιά"», προσθέτει η Καθηγήτρια. Πράγματι, οι εκτός γάμου γεννήσεις παρουσιάζουν το χαμηλότερο ποσοστό και μάλιστα με μεγάλη διαφορά από τις άλλες χώρες της ΕΕ, καταγράφει η EUROSTAT (2013).
«Οι κοινωνικο-οικονομικές δυσκολίες, τις οποίες αντιμετωπίζουν τα νεαρά ζευγάρια στη χώρα, ευθύνονται επίσης στο να προχωρήσουν σε γάμο και οικογένεια, καθώς αδυνατούν να αυτονομηθούν οικονομικά. Άλλωστε, και η ίδια η απομάκρυνση από το πατρικό σπίτι καθυστερεί για τους ίδιους λόγους», θα πει η κ.Τσίτσικα ενώ προσθέτει πως «με τη μείωση του ποσοστού τεκνογονίας συνδέεται και η αύξηση του αριθμού των αμβλώσεων – κι ας είναι ο πραγματικός αριθμός τους "σκοτεινός", ελλείψει επίσημων στατιστικών στοιχείων».
Το φαινόμενο της τελικής ατεκνίας επιτείνεται από τις σύγχρονες κοινωνικο-οικονομικές συνθήκες. Η παραμονή των γυναικών στην αγορά εργασίας, ο φόβος ανεργίας, η παράταση της εκπαίδευσης, το αίσθημα αβεβαιότητας, η φιλοδοξία επαγγελματικής ανέλιξης, όπως και η οικονομική κρίση αλλά και οι μειωμένοι πόροι για την κάλυψη αναγκών, αναφέρονται ως οι κορυφαίοι παράγοντες που αποθαρρύνουν τις γυναίκες από την τεκνογονία. Αντιστρόφως ανάλογη προσέγγιση στη μητρότητα παρουσιάζουν οι γυναίκες υψηλού μορφωτικού επιπέδου, οι οποίες επιλέγουν να την αναβάλουν με εκείνες χαμηλότερης μόρφωσης, που παρουσιάζονται να επενδύουν στη μητρότητα.
Όπως επισημαίνει η κ.Τσίτσικα, «με το δείκτη γονιμότητας να παρουσιάζει πτώση από το 2,1 το 1980 – ποσοστό απαραίτητο για τη διατήρηση του έθνους – στο 1,33 το 2015, η κατάσταση καθίσταται ανησυχητική. Να τονιστεί δε ότι στην Ελλάδα, το ποσοστό σταθεροποιήθηκε εξαιτίας της εισροής μεταναστών μετά το 1990. Ωστόσο, αν και επιβραδύνθηκε η περαιτέρω μείωση του δείκτη γονιμότητας, σύμφωνα με τους υπολογισμούς, το 25% των γυναικών που γεννήθηκαν μετά το 1970, δεν θα κάνει παιδιά».
Ευτυχώς, το φαινόμενο είναι αναστρέψιμο. Πώς μπορεί να ευνοηθεί η τεκνογονία; «Με τη σωστή ενημέρωση των πολιτών, την ενίσχυση του κράτους πρόνοιας, την οργάνωση φιλικών προς τη νέα μητέρα δομών, την παροχή κινήτρων και στους δύο γονείς, όπως με την χορήγηση και πατρικών αδειών – στο εξωτερικό αυτό είναι θεσμός. Τη διασφάλιση της σύγχρονης Ελληνίδας ότι χωρίς να στερηθεί την εκπαίδευση και την εργασία, μπορεί να γίνει και μητέρα», καταλήγει η κ.Τσίτσικα.
Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2019
Οι Ελληνες λιγοστεύουν γρήγορα ...και γερνάνε γρηγορότερα (πίνακες)
Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2019
Μείωση του ελληνικού πληθυσμού από το 2008 έως το 2017: Μείον 355.000 κάτοικοι
Αυτό ήταν το βασικό συμπέρασμα από τα στοιχεία που παρουσίασε ο επίκουρος καθηγητής Επιδημιολογίας και Επαγγελματικής Υγιεινής του Τμήματος Ιατρικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Γιώργος Ραχιώτης, σε διάλεξη του με θέμα «Όψεις του Δημογραφικού Προβλήματος στην Ελλάδα. Παρελθόν, Παρόν & Στόχοι», στο Ινστιτούτο Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.
Όπως ανέφερε ο κ. Ραχιώτης, για την άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος πρέπει να δρομολογηθεί σχέδιο για την επάνοδο στη χώρα των νέων επιστημόνων παραγωγικής ηλικίας και υψηλής ειδίκευσης, ενώ απαιτείται και η επαναθέσπιση κινήτρων προστασίας της μητρότητας και των γεννήσεων, όχι μόνο για τους πολύτεκνους και τρίτεκνους, αλλά και για το πρώτο και δεύτερο παιδί. Τέλος, πρόσθεσε πως πρέπει να εκπονηθεί επειγόντως σχέδιο αποκατάστασης της δημογραφικής ισορροπίας σε ευαίσθητες περιοχές της χώρας, με έμφαση στη Θράκη.
H μείωση των γεννήσεων και η οικονομική κρίση
Το φαινόμενο της μείωσης των γεννήσεων δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό. Υπάρχει μία τάση μείωσης των γεννήσεων στην Ευρώπη, όπως σημείωσε ο κ. Ραχιώτης. Η μείωση των γεννήσεων έχει πολυπαραγοντική αιτιολογία, τόνισε, όπως η αυξημένη συμμετοχή των γυναικών στο παραγωγικό δυναμικό, οι μεταβολές στο σύστημα προσωπικών αξιών, οι οικονομικοί παράμετροι, η κρατική μέριμνα για την ενίσχυση της οικογένειας κ.ά.
Ο ίδιος εξήγησε ότι ήδη, από τις δεκαετίες του '70 και του '80, υπάρχει μία τάση μείωσης των γεννήσεων και στην Ελλάδα. Παρ' όλα αυτά, ο πληθυσμός αυξανόταν λόγω του θετικού μεταναστευτικού ισοζυγίου (υπεροχή των εισερχόμενων μεταναστών έναντι των εξερχόμενων), αλλά και επειδή ο αριθμός των γεννήσεων υπερτερούσε του αριθμού των θανάτων.
«Όμως, η οικονομική κρίση και η επακόλουθη υπαγωγή της χώρας στον μηχανισμό του μνημονίου ανέτρεψε τις ισορροπίες. Η Ελλάδα υπέστη μία κολοσσιαία οκονομική και κοινωνική καταστροφή (πτώση του ΑΕΠ κατά 30%, έκρηξη της ανεργίας), πρωτοφανή για τα μεταπολεμικά δεδομένα. Οι ευαίσθητες δημογραφικές ισορροπίες ανατράπηκαν, οι γεννήσεις μειώθηκαν δραματικά. Ενδεικτικά, κατά την περίοδο 2015-2017 οι θάνατοι ξεπέρασαν τις γεννήσεις κατά 91.207, ενώ το 2017 οι γεννήσεις έπεσαν κάτω από τις 90.000 ετησίως. Το ίδιο χρονικό διάστημα καταγράφηκε, επίσης, και ανατροπή του μεταναστευτικού ισοζυγίου με τη διαρροή στο εξωτερικό εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων παραγωγικής ηλικίας και υψηλής εκπαίδευσης και ειδίκευσης» επισήμανε ο κ. Ραχιώτης.
Το αποτέλεσμα αυτών των δημογραφικών εξελίξεων ήταν ο ελληνικός πληθυσμός μεταξύ 2008-2017 να μειωθεί κατά 355.000 κατοίκους.
«Η δημογραφική ανισορροπία προσλαμβάνει χαρακτήρα προβλήματος εθνικής ασφάλειας, ιδιαίτερα σε εθνικά ευαίσθητες περιοχές» υπογράμμισε ο καθηγητής και παρέθεσε στοιχεία: Στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης, ειδικότερα στην Περιφερειακή Ενότητα Ροδόπης, οι θάνατοι (1.425) ήταν διπλάσιοι από τις γεννήσεις (791) το 2017. Σημαντική είναι και η ανατροπή του ισοζυγίου στην Περιφερειακή Ενότητα Έβρου (2.031 θάνατοι, 1.203 γεννήσεις), αλλά και στα νησιά του Βορείου Αιγαίου.
Υστερούμε στην εφαρμογή πολιτικών για τη στήριξη της μητρότητας και των γεννήσεων
Η Ελλάδα βρίσκεται στις τελευταίες θέσεις μεταξύ των χωρών της ΕΕ αναφορικά με την εφαρμογή πολιτικών για τη στήριξη της μητρότητας και των γεννήσεων (π.χ. επιδοματική πολιτική, φορολογικές ελαφρύνσεις κ.λπ.), όπως ανέφερε, στην ομιλία του, ο κ. Ραχιώτης. Σημείωσε πως θα πρέπει να τονιστεί ότι την περίοδο 2004-2009 ελήφθησαν σημαντικά μέτρα με στόχο την ενίσχυση της γεννητικότητας, με έμφαση στις πολύτεκνες και τρίτεκνες οικογένειες. Αυτά τα μέτρα περιελάμβαναν οικονομικές ενισχύσεις, αλλά και μέτρα θεσμικού χαρακτήρα με ευεργετικό οικονομικό αντίκτυπο. Επίσης, αυξήθηκε το διάστημα της άδειας μητρότητας για τις μητέρες που εργάζονταν στον ιδιωτικό τομέα.
Τα περισσότερα από αυτά τα μέτρα έτυχαν δραστικής περικοπής κατά την περίοδο που ακολούθησε την υπαγωγή της χώρας στο μνημόνιο. Κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου καταργήθηκαν ευεργετικά μέτρα παλαιότερων κυβερνήσεων, με ενδεικτικά παραδείγματα την κατάργηση νόμου του 1994 για την αύξηση του αφορολόγητου για τις πολύτεκνες οικογένειες και του νόμου του 1990 για την ισόβια σύνταξη πολύτεκνης μητέρας.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Κυριακή 2 Δεκεμβρίου 2018
Washington Post: "Πού πήγαν τα παιδιά στην Ελλάδα; Η κρίση έφερε υπογεννητικότητα.."
Παρασκευή 19 Οκτωβρίου 2018
Εκθεση - σοκ: Μείωση πληθυσμού των Ελλήνων κατά 2,5 εκατ. έως το 2050
Ο πληθυσμός της Ελλάδας στην μεταπολεμική περίοδο αυξήθηκε σημαντικά και παράλληλα έχει γεράσει ταχύτατα. Στην έκθεση εκτίθενται συνοπτικά, αφενός μεν, οι αλλαγές του μεγέθους και των ηλικιακών δομών του πληθυσμού ως και η εξέλιξη των βασικών δημογραφικών συνιστωσών (γονιμότητα, θνησιμότητα, γαμηλιότητα και μετανάστευση), αφετέρου δε, οι προοπτικές εξέλιξής του μέχρι το 2050 .
Σύμφωνα με την έκθεση:
Η μείωση του μόνιμου πληθυσμού μέχρι το 2050 δεν αναμένεται - ανεξαρτήτως σεναρίων- να ανακοπεί.
Τα σενάριά μας δίδουν μειούμενο (και με διαφοροποιημένους ανά σενάριο/περίοδο ρυθμούς) πληθυσμό για την χώρα μας. Ειδικότερα:
Στο τέλος της επόμενης εικοσαετίας (2035) 10,4 έως 9,5 εκατ. έναντι 10,9 εκατ. το 2015, ήτοι μειώσεις από 0,45 έως και 1,4 εκατ. σε απόλυτες τιμές (4,1 -12,4% σε σχέση με το 2015).
Στο τέλος της προβολικής περιόδου (2050) που κυμαίνονται από 10,0 έως 8,3 εκατ. έναντι 10,9 εκατομ. το 2015, ήτοι μειώσεις σε απόλυτες τιμές από 0,8 έως και 2,5 εκατ. (7,3 έως 23,4 % σε σχέση πάντα με το 2015 ).
Το 2035 το ποσοστό των άνω των 65 ετών και των άνω των 85 ετών στον συνολικό πληθυσμό (20,9% και 2,8% αντίστοιχα το 2015) αναμένεται να κυμανθεί από 27,9% -27,2% για τους πρώτους και 4,1%- 4,5% για τους δεύτερους, ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) από 11,0% έως 12,4% για τους πρώτους και 15,8% - 14,2% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
Το 2050 το ποσοστό των άνω των 65 ετών και των άνω των 85 ετών στον συνολικό πληθυσμό (20,9 και 2,8% το 2015) αναμένεται να κυμανθεί από 33,1% -30,3% για τους πρώτους και 6,5%-4,9% για τους δεύτερους, ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) από 14,8% έως 12,0% για τους πρώτους και 19% - 15,4% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
Ιδιαίτερη προσοχή προκαλεί στο πλαίσιο αυτό, οι ταχύτεροι ρυθμοί αύξησης στο μέλλον των υπερηλίκων (των ατόμων ηλικίας 85+ ) σε σχέση με αυτήν των 65 ετών και άνω. Το πλήθος των πρώτων, που σχεδόν δεκαπλασιάσθηκε ανάμεσα στο 1951 και το 2015, αναμένεται εκ νέου να παρουσιάσει μια σημαντική αύξηση την επόμενη τριακονταπενταετία. Θα υπάρξει, επομένως, μια σημαντική γήρανση όχι μόνον του συνολικού πληθυσμού και του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας, αλλά και των άνω των 65 ετών (μια «γήρανση μέσα στην γήρανση).
Η γήρανση, επομένως, στην χώρα μας όχι μόνον δεν ανακόπτεται, αλλά οι ρυθμοί της αναμένεται να επιταχυνθούν μέχρι το 2050.
Η ποσοστιαία μείωση του πληθυσμού στις αποκαλούμενες παραγωγικές ηλικίες και η δυσανάλογη αύξηση του ποσοστού των ηλικιωμένων θέτουν σε άμεσο κίνδυνο, εκτός των άλλων, και τη χρηματοοικονομική βιωσιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος / του συστήματος υγείας.
Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2018
Έρευνα: Η Ελλάδα «σβήνει» λόγω υπογεννητικότητας - Μείωση γεννήσεων ώς 50% !
- 68η η Ελλάδα στη λίστα υπογεννητικότητας - Μείωση των γεννήσεων έως 50% από το 2008
- Πρωταθλήτρια Ευρώπης στις αμβλώσεις η Ελλάδα, 100.000 με 250.000 ετησίως
- 10.000 ευρώ κοστίζει για να κάνεις παιδί σε απομακρυσμένη περιοχή
- To brain drain οδήγησε την Ελλάδα για 1η φορά σε αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων
- Ο ευρωπαϊκός νότος έχει το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας στην Ευρώπη
Μετά το καμπανάκι του ΔΝΤ για επιδείνωση του δημογραφικού προβλήματος και σημαντικό περιορισμό του δείκτη γονιμότητας στην Ελλάδα και τις εκτιμήσεις της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας για μείωση του ελληνικού πληθυσμού από 800.000 έως 2,5 εκατ. άτομα, μία νέα έκθεση που έγινε από την εταιρεία μελετών και αναλύσεων PricewaterhouseCoopers για λογαριασμό του μη κερδοσκοπικού οργανισμού HOPEgenesis, «κρούει τον κώδωνα του κινδύνου» για τη δημογραφική κατάρρευση της χώρας μας και τον αντίκτυπό της στην οικονομική ανάπτυξή της.
Όπως προκύπτει από την έκθεση της εταιρείας μελετών και αναλύσεων PricewaterhouseCoopers (Η επίδραση της γήρανσης του πληθυσμού στην οικονομική ανάπτυξη, το εργασιακό δυναμικό και την παραγωγικότητα» - The Effect of Population Aging on Economic Growth, the LabourForce and Productivity) για λογαριασμό του μη κερδοσκοπικού οργανισμού HOPEgenesis, μια μείωση του ρυθμού γονιμότητας και η αύξηση του ελληνικού πληθυσμού άνω των 60 ετών κατά 10%, μειώνει τον ρυθμό αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 5,5%. Αντίθετα, υπολογίστηκε ότι για κάθε αύξηση του δείκτη γονιμότητας κατά μία ποσοστιαία μονάδα, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα αυξάνεται κατά 2% περίπου.
Βάσει των ευρημάτων της μελέτης, την οποία παρουσίασε στην Αθηναϊκή Λέσχη την περασμένη Πέμπτη ο ιδρυτής και πρόεδρος της HOPEgenesis Στέφανος Χανδακάς, το σταθερό και θετικό δημογραφικό αποτελεί προτεραιότητα για τους ξένους επενδυτές, προκειμένου να προχωρήσουν σε μια μακροχρόνια επένδυση.
Μείωση των γεννήσεων έως 50% από το 2008
Μιλώντας στο Πρακτορείο FM, ο κ. Χανδακάς, Μαιευτήρας – Γυναικολόγος Ενδοσκοπικός Χειρουργός, ανέφερε ότι λίγο πριν το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής ύφεσης, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ και το ποσοστό γονιμότητας στην Ελλάδα ήταν ιδιαίτερα υψηλά. Όμως, από το 2009 και μετά τα ποσοστά γονιμότητας κατέρρευσαν ακολουθώντας την καθοδική πορεία της οικονομίας. Όπως εξήγησε, οι γεννήσεις στην Ελλάδα από το 2008 αγγίζουν την πτώση του 45-50%. Από 140.000 γεννήσεις το 2008, φέτος κυμαίνονται στις 75-80.000.
Οι πιθανές αιτίες που έχει καταγράψει η έρευνα σε πρώτη φάση έχουν να κάνουν με την οικονομική κρίση, αλλά προϋπήρχε μία υφιστάμενη δυσμενής δημογραφική θέση της χώρας, η οποία απλά επιταχύνθηκε και επιδεινώθηκε λόγω της κρίσης, δήλωσε ο κ. Χανδακάς.
To brain drain οδήγησε την Ελλάδα για 1η φορά σε αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων
Για το brain drain o κ. Χανδακάς ανέφερε στο ΑΜΠΕ ότι οδήγησε την Ελλάδα για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το 1946, σε αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων. «Είχαμε περίπου 38.000 περισσότερους θανάτους από γεννήσεις για πρώτη φορά το 2011 και αυτός ο αριθμός πλέον φθίνει. Με τα πιο απαισιόδοξα σενάρια της Eurostat το 2050 θα είμαστε περίπου 6.5 εκατομμύρια, ενώ τα πιο αισιόδοξα σενάρια λένε ότι θα είμαστε 8 εκατομμύρια. Σε κάθε περίπτωση πολύ λιγότεροι από σήμερα που είμαστε 10 εκατομμύρια Έλληνες», πρόσθεσε.
Σημείωσε, δε, ότι «δεν υπάρχουν χώρες οι οποίες έχουν μπει σε ισχυρή τροχιά ανάπτυξης με αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων. Και σε αυτό δυστυχώς αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι ουραγός. Χρειαζόμαστε μίνιμουμ 2,1 παιδιά ανά οικογένεια προκειμένου να διατηρείται ο πληθυσμός και να υπάρχει ανάπτυξη. Και στη χώρα μας γεννιούνται μόλις 1,3 παιδιά».
68η η Ελλάδα στη λίστα υπογεννητικότητας
«Η Ελλάδα βρίσκεται στην 68η θέση στη λίστα που αφορά στην υπογεννητικότητα και σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες αν τα επόμενα έξι χρόνια δεν γίνουν κάποιες δραματικές παρεμβάσεις είτε από την Ευρωπαϊκή Ένωση είτε από την ελληνική κυβέρνηση, το πρόβλημα θα είναι μη αναστρέψιμο», προειδοποίησε ο κ. Χανδακάς και στάθηκε στην ανάγκη παρεμβάσεων ώστε η χώρα να μετατρέψει το δημογραφικό κενό σε κοινωνικό και οικονομικό πλεόνασμα. «Ιστορικά η Ελλάδα βγήκε μέσα από τις προηγούμενες κρίσεις από το baby boom», πρόσθεσε ο κ. Χανδακάς.
Πρωταθλήτρια Ευρώπης στις αμβλώσεις η Ελλάδα, 100.000-250.000 ετησίως
Ιδιαίτερη «πληγή» της ελληνικής κοινωνίας αποτελεί και η σημαντική αύξηση των αμβλώσεων τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με τον πρόεδρο της HOPEgenesis. «Η μη εκπαίδευση των γυναικών σε νεαρή ηλικία σε ότι αφορά την αντισύλληψη έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να κατέχει μία από τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη όσον αφορά στις αμβλώσεις, με τον αριθμό τους να κυμαίνεται μεταξύ 100.000 με 250.000 ετησίως. Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε, από την Ελληνική Εταιρεία Οικογενειακού Προγραμματισμού το 2015, σε δείγμα 1.320 γυναικών ηλικίας 16-22 ετών, βρέθηκε ότι το 33% περίπου είχε προχωρήσει σε τουλάχιστον μία έκτρωση στο παρελθόν. Επίσης, με στοιχεία που αντλήθηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η Ελλάδα την περίοδο 2011-2012 παρουσίασε αύξηση στο δείκτη αμβλώσεων/γεννήσεων της τάξης του 38%, όταν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είτε διατήρησαν τα ίδια ποσοστά είτε τα μείωσαν», ανέφερε ο ίδιος.
10.000 ευρώ το κόστος για να κάνεις παιδί σε απομακρυσμένη περιοχή
Στις περιοχές αυτές όπως σημειώνει ο πρόεδρος της HOPEgenesis , το πρόβλημα είναι πολυπαραγοντικό: Έχει να κάνει αρχικά με την οικονομική κρίση, γιατί μία γυναίκα που ζει σε αυτές τις περιοχές χρειάζεται να ξοδέψει περισσότερα χρήματα για να ταξιδέψει προκειμένου να κάνει τις εξετάσεις της πχ. Σε απομακρυσμένες περιοχές, για να κάνεις παιδί το κόστος φτάνει 10.000 ευρώ, αναφέρει ο κ. Χανδακάς. «Στην Ελλάδα, η μέση δαπάνη τοκετού σε ένα δημόσιο νοσοκομείο κυμαίνεται από 800 έως 1.500 ευρώ, ενώ η αντίστοιχη σε ιδιωτική κλινική από 1.500 έως 2.800 ευρώ. Από την άλλη οι τοπικές δομές υγείας λόγω μνημονίου και υποχρηματοδότησης αναγκαστικά έχουν υποβαθμιστεί. Και σε όλα αυτά προστέθηκε η ανασφάλεια που υπάρχει σε ότι αφορά το μέλλον και την ανάπτυξη της χώρας. Κάτι που φόβισε τις γυναίκες να κάνουν δεύτερο, τρίτο παιδί, ή ακόμα και πρώτο».
Ο ευρωπαϊκός νότος έχει το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας στην Ευρώπη
Στοιχεία της έρευνας αναφέρουν ότι ουσιαστικά, σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες οι γυναίκες αποκτούν λιγότερα παιδιά από όσα απαιτούνται για να μείνει σταθερός ο πληθυσμός τους. Στην κορυφή βρίσκεται η Ισλανδία με δείκτη γονιμότητας 2,2 παιδιών ανά γυναίκα, ακολουθούν η Ιρλανδία (2,08) και η Γαλλία(2,05). Στον Βορρά, η Νορβηγία, η Φινλανδία και η Σουηδία έχουν επίσης υψηλούς δείκτες γονιμότητας. Αντίθετα, η εικόνα είναι τελείως διαφορετική στο Νότο, καθώς Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλίαείχαν το χαμηλότερο δείκτη γονιμότητας κατά μέσο όρο (1,3 παιδιά ανά γυναίκα) με στοιχεία του 2015.
PwC: Το χθες, το σήμερα και το αύριο σε αριθμούς
-Το 1960 μόλις το 7% του πληθυσμού μας ήταν πάνω από 65 ετών, ενώ το 2015 ήταν το 20% και το 2060 θα είναι το 35%.
-Ο ελληνικός πληθυσμός παρουσίασε ραγδαία αύξηση (16%) την εικοσαετία ’60-’80 η οποία όμως δεν συνεχίστηκε τα επόμενα χρόνια.
-Σε απόλυτους αριθμούς, από το 1960 μέχρι το 2015 ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε από τα 8,3 στα 10,7 εκατομμύρια κατοίκους. Τυπικά όμως η δημογραφική κατάρρευση του ελληνικού πληθυσμού ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, όταν οι γεννήσεις ανά έτος μειώθηκαν από τις 150.000 στις 100.000, φτάνοντας στο 2011 που για πρώτη φορά μεταπολεμικά ο αριθμός των θανάτων ξεπέρασε αυτόν των γεννήσεων.
- Σύμφωνα με τις δημογραφικές προβολές της Παγκόσμιας Τράπεζας, αναμένεται ότι στο μέσον του 21ου αιώνα ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας μόλις θα ξεπερνά τα 9,5 εκατομμύρια και θα συνεχίσει να μειώνεται όσο η γονιμότητα θα παραμένει σε χαμηλά επίπεδα. Η πιο δυσοίωνη πρόβλεψη όμως συνοψίζεται στη βαθιά γήρανσή του η οποία σταδιακά θα συντελεστεί: από το συνολικό πληθυσμό των 9,5 εκατομμύριων το 2050, τα 3,4 εκατομμύρια (36%) θα είναι άνω των 65 ετών.
H ταυτότητα της εταιρείας
Η HOPEgenesis είναι μία αστική μη κερδοσκοπική εταιρία που ιδρύθηκε το 2015 με στόχο τη μεταβολή του κλίματος της υπογεννητικότητας που μαστίζει την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια. Αναλαμβάνει την οικονομική στήριξη γυναικών που κατοικούν σε ακριτικά νησιά και απομονωμένες περιοχές της χώρας, και επιθυμούν να τεκνοποιήσουν ή κυοφορούν ήδη. Πρόσφατα τιμήθηκε με το Βραβείο του Ευρωπαίου Πολίτη 2018, το οποίο απονέμεται κάθε χρόνο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Η HOPEgenesis «προσπαθώντας να βρει φως στην άκρη του τούνελ», έχει «υιοθετήσει» 37 νησιωτικές και 140 ηπειρωτικές περιοχές της Ελλάδος, οι οποίες είχαν δυσκολία πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και σχεδόν μηδενικό αριθμό γεννήσεων. «Σύντομα θα ανακοινώσει και την ένταξη άλλων 78 χωριών από την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας» ανέφερε ο κ. Χανδακάς και συμπλήρωσε:
«Έχουμε καταφέρει τα τελευταία τρία χρόνια να έχουμε συνολικά γεννήσεις αλλά και εγκυμονούσες, οι οποίες πρόκειται να γεννήσουν, πάνω από 85. Δηλαδή έχουμε γυρίσει το πρόσημο σε θετικό σε αρκετές περιοχές, οι οποίες αντιμετώπιζαν αδιέξοδο καθότι είχαν πάψει οι οικογένειες να γεννάνε παιδιά».
Συρρίκνωση πληθυσμού, συρρίκνωση οικονομίας
Αλλά και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών, οι Έλληνες σε παραγωγική ηλικία μειώνονται με δραματικό ρυθμό. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ έως το 2025 οι Έλληνες σε παραγωγική ηλικία θα είναι λιγότεροι από 6,5 εκατομμύρια και οι 20αρηδες, 30αρηδες και 40αρηδες μόλις 2,3 εκατομμύρια.
«Η συρρίκνωση του πληθυσμού οδηγεί σε συρρίκνωση της οικονομίας, των επενδύσεων και άρα της ανάπτυξης» σημειώνει στην Καθημερινή ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ινστιτούτου Bruegel Zόλτ Νταρβας.
Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018
Προς ...εξαφάνιση οι Έλληνες - Αυξάνεται δραματικά η υπογεννητικότητα στη χώρα
- Ο μέσος όρος παιδιών ανά ζεύγος είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1,49.
- Τεράστιο πρόβλημα και η γήρανση του πληθυσμού.
- Ενας στους τρεις Ελληνες άνω των 65 το 2050, σύμφωνα με εκτιμήσεις!
Από δυσοίωνα έως και αρκετά ανησυχητικά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα στατιστικά στοιχεία και οι προοπτικές μελέτες για την εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης. Τα συστηματικά χαμηλά ποσοστά γεννήσεων και το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής μετασχηματίζουν τη σύνθεση της ηλικιακής πυραμίδας.
Η σημαντικότερη αλλαγή θα είναι ίσως η μεγάλη μετάβαση προς έναν κατά πολύ γηραιότερο πληθυσμό, κάτι που είναι ήδη εμφανές σε αρκετά κράτη της ΕΕ.
Αυτά επισημαίνει η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία ενόψει της 1ης Οκτωβρίου, Παγκόσμιας Ημέρας Ηλικιωμένων, και τονίζει πως η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την πατρίδα μας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει στη δημοσιότητα, ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός, πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1. Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9‰) στην Ε.Ε., μετά τη Γερμανία (8,4‰) και την Πορτογαλία (8,5‰).
Στα 8,3 έως 10 εκατ. κατοίκους ο πληθυσμός στην Ελλάδα το 2050
Ως αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800.000 μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.
Ο πληθυσμός της ΕΕ την 1η Ιανουαρίου 2016 εκτιμήθηκε σε 510,3 εκατ. Οι νέοι (0 έως 14 ετών) αντιστοιχούσαν στο 15,6% του πληθυσμού της ΕΕ, ενώ τα πρόσωπα που θεωρούνται ότι είναι σε ηλικία εργασίας (15 έως 64 ετών) αντιστοιχούσαν στο 65,3% του πληθυσμού. Οι ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) αποτελούσαν το 19,2% (αύξηση 0,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και αύξηση 2,4% σε σύγκριση με 10 χρόνια πριν). Σύμφωνα με τις καταγραφές της EuroStat, η Ιταλία (22,0%), η Ελλάδα (21,3%) και η Γερμανία (21,1%) είχαν τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, ενώ η Ιρλανδία είχε το χαμηλότερο ποσοστό (13,2%).
Οι προβλέψεις του ΟΗΕ
Με βάση τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια. Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0-64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα.
Στις προβολές EUROPOP 2015, ο πληθυσμός της ΕΕ αναμένεται να κορυφωθεί στα 528,6 εκατ. περίπου το 2050 και στη συνέχεια να μειωθεί σταδιακά σε 518,8 εκατομμύρια έως το 2080.
Αυξάνουν οι πολύ ηλικιωμένοι
Μια άλλη πτυχή της δημογραφικής γήρανσης είναι η σταδιακή γήρανση του ίδιου του πληθυσμού των ηλικιωμένων, καθώς η σχετική σημασία των πολύ ηλικιωμένων αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό απ' ό,τι οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή κατηγορία του πληθυσμού της ΕΕ. Οπως μετέδωσε το ΑΠΕ, το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω στον πληθυσμό της ΕΕ-28 προβλέπεται να υπερδιπλασιαστεί μεταξύ του 2016 και του 2080, από 5,4% σε 12,7%.
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε γηράσκοντα πληθυσμό (ποσοστό αύξησης 21,4%) έναντι μέσου όρου της ΕΕ 17,2%. Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 21,3% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις, το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα πλησιάσουν το 1/3 του πληθυσμού.
Αυτή η δημογραφική γήρανση -κοινή σε όλες τις δυτικού τύπου χώρες- προκαλεί πολλά προβλήματα, ιατρικά, κοινωνικά, οικογενειακά, οικονομικά, ασφαλιστικά κ.ά., που θα προσλάβουν εκρηκτικές διαστάσεις στις προσεχείς δεκαετίες. Εξάλλου, δεδομένα από την ετήσια έκθεση της διεθνούς οργάνωσης Help Age International του 2015 για την ποιότητα της ζωής των ηλικιωμένων χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μια από τις χειρότερες χώρες για να ζουν οι πολίτες άνω των 60 ετών και κατατάσσει τη χώρα μας στην 79η θέση μεταξύ 96 χωρών, όσον αφορά την κοινωνικο-οικονομική ευημερία, δηλ. κάτω από τη Βενεζουέλα και τη Νότια Αφρική.
Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2018
Μειώνονται οι γεννήσεις και αυξάνονται οι θάνατοι στην Ελλάδα
Σάββατο 7 Ιουλίου 2018
Έρευνα σοκ: Μειώθηκε δραματικά ο ελληνικός πληθυσμός
Παρασκευή 27 Απριλίου 2018
Τραγικές διαστάσεις λαμβάνει πλέον το Δημογραφικό: Έλληνες, ο 6ος πιο γερασμένος πληθυσμός του κόσμου...
Μάλιστα, σύμφωνα με ενημέρωση που παρείχαν οι ειδικοί στην αρμόδια επιτροπή της βουλής, θα χρειαστεί τεράστια προσπάθεια για να υπάρξει λύση στο πρόβλημα.
«Ο πληθυσμός γερνάει ταχύτερα από τις προβλέψεις» τόνισε η Αλεξάνδρα Τραγάκη, καθηγήτρια στο Τμήμα Γεωγραφίας του Χαροκόπειου Πανεπιστημίου.
Το φαινόμενο είναι πολυπαραγοντικό και εδράζεται τόσο στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής, όσο και στον έλεγχο της γονιμότητας αλλά και στο μοντέλο του «λίγα παιδιά και πιο αργά» που ακολουθούν πολλά ζευγάρια στις σύγχρονες κοινωνίες.
Όμως, ουσιαστικό πρόβλημα αποτελεί η απουσία πολιτικής για την αύξηση του πληθυσμού.
Η ύφεση επιδείνωσε ένα πρόβλημα που δεν είναι σημερινό
Την ίδια ώρα, οι ειδικοί θεωρούν ότι είναι λάθος να αποδοθούν τα αίτια του προβλήματος στην οικονομική κρίση και μόνο.
«Η ύφεση επιδείνωσε το πρόβλημα, αλλά το πρόβλημα δεν είναι σημερινό» ανέφερε η κ. Τραγάκη.
Τα τελευταία έξι χρόνια, υποστήριξε, «χάθηκαν» 110.000 γεννήσεις, δηλαδή περισσότερες από τις γεννήσεις ενός έτους. Ωστόσο, το ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων βαίνει μειούμενο από τη δεκαετία του 1950, όπως ανέφερε ο Αναστάσιος Λαυρέντζος, συγγραφέας του βιβλίου «Σιωπηρή Άλωση, Το δημογραφικό και το μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας» (εκδ. Πραγματεία).
«Ο έκτος πιο γερασμένος πληθυσμός στον κόσμο
«Οδεύουμε προς το τέλος της νεοελληνικής κοινωνίας όπως την έχουμε γνωρίσει έως τώρα» σημείωσε ο κύριος Λαυρέντζος, επισημαίνοντας ότι, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, ο ελληνικός είναι ο έκτος πιο γερασμένος πληθυσμός στον κόσμο.
Τα στοιχεία λένε ακόμη ότι τη δεκαετία του '50 το λεγόμενο «φυσικό ισοζύγιο» ήταν 100.000 υπέρ των γεννήσεων. Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, είχε μηδενιστεί. Όμως, τα τελευταία χρόνια, είναι αρνητικό.
Σύμφωνα με το μαιευτήρα Στέφανο Χανδακά, τον περασμένο χρόνο οι γεννήσεις ήταν 38.000 λιγότερες από τους θανάτους. Εάν οι ρυθμοί συνεχιστούν, ο πληθυσμός το 2050 θα έχει μειωθεί σε 6,5 με 8 εκατομμύρια άτομα. Για να διατηρηθεί στα σημερινά επίπεδα θα πρέπει οι γεννήσεις να αυξηθούν από 1,3 παιδιά σε 1,5.
Ραγδαία μείωση των γεννήσεων σε όλη τη χώρα
Σύμφωνα με τα στοιχεία, η μείωση των γεννήσεων σε όλες τις περιοχές της χώρας είναι ραγδαία. Συγκεκριμένα, οι γεννήσεις μειώθηκαν κατά 23% στη Θεσσαλία, κατά 21% στην Κρήτη, κατά 16% σε Αιγαίο και Ιόνιο και κατά 24% στη Στερεά Ελλάδα. Την ίδια ώρα, η αύξηση της γονιμότητας κατά 1% θα επιφέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2%.
Τουλάχιστον 30 χρόνια για να αλλάξει η κατάσταση
Πάντως, όπως επισήμανε η κ. Τραγάκη, οι δημογραφικές αλλαγές συντελούνται δύσκολα, ενώ για να φανούν τα αποτελέσματα στην ανάπτυξη και την οικονομία θα πρέπει να περάσει μία τριακονταετία. Αυτό και μόνο το γεγονός καθιστά απαραίτητη τη λήψη άμεσων μέτρων. Η κ. Τραγάκη έκανε λόγο για «άρνηση του κράτους να λάβει συγκεκριμένες αποφάσεις» και υπογράμμισε ότι η ενίσχυση της γονιμότητας πρέπει να αποτελέσει «στρατηγική επιλογή της χώρας» όπως έχει συμβεί στην Κροατία, τη Σερβία και τη Βουλγαρία τα τελευταία χρόνια ή στη Γαλλία παλαιότερα με την ίδρυση υπουργείων Δημογραφίας ή Οικογένειας.
«Η μετανάστευση δεν λύνει το πρόβλημα» ανέφερε η Χάρις Συμεωνίδου από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, τονίζοντας πως είναι μύθος ότι η γυναικεία απασχόληση επιδρά αρνητικά στη γονιμότητα. Η ίδια υποστήριξε πως ανά 100 κατοίκους στη χώρα μας οι 21,5 είναι ηλικιωμένοι.
Τρίτη 10 Απριλίου 2018
Δημογραφικό: Ολοένα και λιγότεροι oι Έλληνες..
Το γιατί, ευλόγως έχει σημασία, ενδεχομένως όμως είναι σημαντικότερο το πώς θα αντιστραφεί αυτή η τάση. Ο τρόπος δε, ίσως, είναι σαφής
Στα μνημονιακά χρόνια η Ελλάδα έχασε το πληθυσμιακό στοίχημα. Από το 2010 έως το 2016, τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν στατιστικά στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, το ισοζύγιο γεννήσεων – θανάτων έγειρε υπέρ των θανάτων, κατά 109.760.
Πρόκειται για ένα στοίχημα το οποίο χάνει η χώρα μας σταδιακά αλλά σταθερά επί χρόνια και ιδίως την τελευταία δεκαετία, καθώς -σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ- από το 1980 έως το 2016 έχουν υπάρξει 4.029.360 γεννήσεις και 3.755.263 θάνατοι, διαμορφώνοντας το ισοζύγιο για αυτήν την περίοδο οριακά θετικό, όμως, με τάσεις σαφώς υπέρ των… θανάτων.
Ως προς αυτό συνηγορούν και τα στοιχεία του «Δείκτη Ολικής Γονιμότητας», όπως τον ονομάζει η ΕΛΣΤΑΤ, ο οποίος διαμορφωνόταν στο επίπεδο του 2,23 το 1980 ενώ το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν επίσημα στοιχεία, το 2014, στο επίπεδο του 1,3.
Ο «Δείκτης Ολικής Γονιμότητας» είναι ένα ενδιαφέρον «εργαλείο» που έχουν εφεύρει οι στατιστικολόγοι για να μετρούν το επίπεδο «αντικατάστασης των γενεών», το οποίο στις ανεπτυγμένες χώρες θεωρείται ότι είναι 2,1.
Με αυτόν τον δείκτη, λοιπόν, να διαμορφώνεται περίπου στο ήμισυ του… προσήκοντος για τη χώρα μας, το στοίχημα, επί της ουσίας, έχει χαθεί εδώ και καιρό, γεγονός που «επισημοποιήθηκε» στα χρόνια των μνημονίων και σε απόλυτους αριθμούς.
Υπό το φως αυτών των στοιχείων, ο μόνος λόγος για τον οποίο ο πληθυσμός στην Ελλάδα συνεχίζει να διατηρείται σε περίπου σταθερά επίπεδα (το 2001 ήταν 10.835.989 και το 2017 10.768.193) είναι οι «ελληνοποιήσεις» ή άλλως πως, η απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας από μετανάστες στη χώρα μας.
Ακόμη, όμως, και με αυτήν τη διαδικασία οι απόλυτοι αριθμοί ακολουθούν πτωτική τροχιά, καθώς,
το 2011 η χώρα μας -υπολογιζόταν- ότι αριθμούσε τους 11.123.392 κατοίκους,
το 2012 τους 11.086.406,
το 2013 τους 11.003.615,
το 2014 τους 10.926.807,
το 2015 τους 10.858.018,
το 2016 τους 10.783.748
και πέρυσι τους 10.768.193.
Τούτων δοθέντων αλλά και με την ανεργία ακόμη να υπερβαίνει το ένα εκατ. ανθρώπους (20,8% τον Δεκέμβριο του 2017) στην πατρίδα μας, γιατί θα έπρεπε να περιμένουμε την αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων όπως το ασφαλιστικό, κατά τρόπο αποτελεσματικό ή εντέλει κοινωνικά αποδεκτό;
Ευλόγως, η οικονομική κρίση που διανύει η χώρα μας κατά την τελευταία δεκαετία και το αίσθημα ανασφάλειας που αυτή δημιουργεί στους κατοίκους της συνέβαλλε στη διαμόρφωση της παραπάνω εικόνας. Όποια κι αν είναι, όμως, η οικονομική πορεία της Ελλάδας από τούδε και στο εξής, πρόκειται για μία εικόνα η οποία θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο να αντιστραφεί.
Εκτός κι αν περπατήσουμε με μεγαλύτερη ένταση ενδεχομένως, σε μία οδό την οποία ήδη ακολουθούμε εδώ και χρόνια. Την «ενσωμάτωση» μεγαλυτέρου αριθμού ανθρώπων, οι οποίοι ήδη βρίσκονταν στην πατρίδα μας.
Με λίγα λόγια, εάν επιλέξουμε να ανταποκριθούμε στην πρόσκληση που ορθώνει μπροστά στη χώρα μας το προσφυγικό/μεταναστευτικό κύμα.
Το 2016, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat, η χώρα μας χορήγησε την ελληνική ιθαγένεια σε 33.210 άτομα, ήτοι 138% περισσότερους σε σχέση με το 2015. Εξ’ αυτών, το 86% ήταν Αλβανοί πολίτες, το 1,5% Ουκρανοί και το 1,2% Ρώσοι.
Πρόκειται για ανθρώπους οι οποίοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, ήσαν και εργάζονταν νομίμως στη χώρα μας, έχουν λευκό ποινικό μητρώο (εξ’ ορισμού λόγω των προβλέψεων του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας) και δεν εντάσσονταν στην παραοικονομία, η οποία ακόμη ανθεί στην Ελλάδα. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ανθρώπους που συνεισφέρουν. Ασφαλιστικά, φορολογικά και εντέλει κοινωνικά.
Την ίδια ώρα, απροσδιόριστος αριθμός άλλων, ο οποίος εκτιμάται από 2 έως και 4 εκατ., βρίσκεται στη χώρα μας υπό «νεφελώδη» έως ευθέως παράνομο τρόπο, αδυνατώντας να ενταχθεί στην «επίσημη οικονομία».
Η αποτελεσματική και με σύνεση αντιμετώπιση αυτού του ζητήματος, ίσως λύσει και πολλά από τα παραπάνω…
Toυ κ.Ν.Γ. Δρόσου
Παρασκευή 23 Μαρτίου 2018
ΕΚΤ: Η Ελλάδα στις χώρες της Ευρωζώνης με τη μεγαλύτερη γήρανση πληθυσμού!
Η Ελλάδα έχει έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρωζώνη, μία τάση που αναμένεται να συνεχισθεί και τις επόμενες δεκαετίες, σύμφωνα με στοιχεία άρθρου που δημοσιεύεται στο οικονομικό δελτίο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Το άρθρο των Carolin Nerlich και Joachim Schroth, με τίτλο «Η οικονομική επίπτωση από τη γήρανση του πληθυσμού και συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις», εξετάζει τις μακροοικονομικές και δημοσιονομικές συνέπειες από τη γήρανση του πληθυσμού στην Ευρωζώνη και εξετάζει πώς οι συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις μπορεί να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών.
Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις της Eurostat, η γήρανση του πληθυσμού αναμένεται να συνεχισθεί και να ενταθεί τις επόμενες δεκαετίες στην Ευρωζώνη. «Αυτή η συνεχιζόμενη διαδικασία, που προκύπτει από τις αυξήσεις του προσδόκιμου ζωής και τα χαμηλά ποσοστά γεννήσεων, αναμένεται ευρέως να οδηγήσει σε μία μείωση της προσφοράς εργασίας και απώλεια παραγωγικότητας, καθώς και σε αλλαγές στη συμπεριφορά, και είναι πιθανόν να έχει δυσμενές αποτέλεσμα στον δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης», αναφέρει το άρθρο.
Ο συνολικός πληθυσμός της Ευρωζώνης προβλέπεται να αυξηθεί από 340 εκατομμύρια το 2016 σε περίπου 352 εκατομμύρια το 2040, για να υποχωρήσει στα 345 εκατομμύρια το 2079, σύμφωνα με την Eurostat. Επιπλέον, η διάρθρωση του πληθυσμού της αναμένεται επίσης να αλλάξει, καθώς η γήρανση του πληθυσμού θα συνεχίζεται και θα ενισχύεται.
Το μέσο ποσοστό γεννήσεων στην Ευρωζώνη ανέρχεται σήμερα στο 1,6 που είναι σημαντικά χαμηλότερο από το φυσιολογικό επίπεδο αναπλήρωσης (δηλαδή το επίπεδο που θεωρείται αναγκαίο για να διατηρηθεί σταθερός ο συνολικός πληθυσμός), το οποίο είναι περίπου 2,1. Αν και η Eurostat αναμένει μία μικρή αύξηση των ποσοστών γεννήσεων στις χώρες της Ευρωζώνης, προβλέπει ότι αυτά θα εξακολουθούν να παραμένουν χαμηλότερα από το επίπεδο αναπλήρωσης κατά μέσο όρο.
Κατά συνέπεια, θα μειωθεί μελλοντικά το ποσοστό των νέων στον συνολικό πληθυσμό της Ευρωζώνης. Το προσδόκιμο ζωής αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται, αν και βραδύτερα από ό,τι στις τελευταίες δεκαετίες. Το 2070, ο υπόλοιπος προσδόκιμος χρόνος ζωής στην ηλικία των 65 θα είναι κατά μέσο όρο 23,6 χρόνια για τους άνδρες και 26,9 χρόνια για τις γυναίκες - δηλαδή περίπου πέντε χρόνια περισσότερο από σήμερα.
Το ποσοστό εξάρτησης των ηλικιωμένων της ευρωζώνης, που ορίζεται ως το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών προς τα άτομα ηλικίας 15-64 ετών (το εργατικό δυναμικό), προβλέπεται ότι θα είναι σημαντικά αυξημένο το 2070, φθάνοντας στο 52% από λίγο πάνω από το 30% που ήταν το 2016.
«Μία αύξηση του ποσοστού αυτού σημαίνει ότι μειώνεται ο αριθμός των εργαζομένων που αντιστοιχούν δυνητικά σε κάθε συνταξιούχο, εφόσον δεν αλλάξει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, προκαλώντας σημαντικό δημοσιονομικό βάρος για τις χώρες που συμβαίνει αυτό όσον αφορά τα δημόσια συνταξιοδοτικά τους συστήματα», σημειώνεται στο άρθρο.
Οι χώρες με τα μεγαλύτερα ποσοστά εξάρτησης των ηλικιωμένων (πάνω από 30%) είναι σήμερα η Γερμανία, η Ελλάδα, η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Φινλανδία. Τα ποσοστά αυτά προβλέπεται να αυξηθούν περισσότερο από 35 ποσοστιαίες μονάδες το 2070 στην Κύπρο, την Πορτογαλία και τη Σλοβακία, με την Πορτογαλία να έχει τότε ένα ποσοστό 67%, που θα είναι το υψηλότερο στην Ευρωζώνη.
Ποσοστά εξάρτησης πάνω από το 60% προβλέπεται ότι θα έχουν το 2070 η Ελλάδα, η Ιταλία και η Κύπρος. Αντίθετα, η Ιρλανδία προβλέπεται να έχει τότε το χαμηλότερο σχετικό ποσοστό στην ευρωζώνη, ενώ για το Βέλγιο, την Ισπανία και τη Γαλλία προβλέπονται οι μικρότερες αυξήσεις του.
Αναφορικά με τις συνέπειες της γήρανσης του πληθυσμού στις συντάξεις, το άρθρο της ΕΚΤ αναφέρει τα εξής: «Επιπλέον, οι χώρες της ευρωζώνης προβλέπεται να υποστούν περαιτέρω αυξητική πίεση στις δημόσιες δαπάνες για συντάξεις, υγειονομική περίθαλψη και μακροχρόνια φροντίδα, καθώς ο πληθυσμός γερνά. Αν και πολλές χώρες εφάρμοσαν συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις μετά την κρίση κρατικού χρέους, περαιτέρω μεταρρυθμίσεις φαίνεται να είναι αναγκαίες για να διασφαλισθεί η δημοσιονομική βιωσιμότητα μακροπρόθεσμα.
Από την άποψη αυτή, μέτρα που αυξάνουν το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης μπορεί να αναμένεται ότι θα περιορίσουν τις δυσμενείς μακροοικονομικές επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού, καθώς θα έχουν ευνοϊκή επίδραση στην προσφορά εργασίας και την εγχώρια κατανάλωση. Αντίθετα, η αύξηση των εισφορών ή η μείωση των συντάξεων (benefit ratio) θα μπορούσε να έχει μικρότερες μακροοικονομικές συνέπειες».
Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018
Η υπογεννητικότητα και το brain drain μείωσαν τον πληθυσμό της Ελλάδας
Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες όπου οι γυναίκες αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού.
Μάλιστα, σε αντίθεση με την τάση σε παγκόσμιο επίπεδο, στη χώρα μας το ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού έχει ελαφρώς αυξηθεί από 50.701% το 1975 σε 50.780% το 2017.
Σύμφωνα με την τελευταία απογραφή πληθυσμού (2011), οι γυναίκες είναι περισσότερες από τους άνδρες στις ηλικίες άνω των 40 ετών, ενώ αποτελούν την συντριπτική πλειονότητα (ποσοστό 60,27%) του υπέργηρου πληθυσμού (ηλικιακή ομάδα άνω των 80 ετών).
Σε σχέση με το μορφωτικό επίπεδο, παρατηρούμε ιδιαίτερα αυξημένο ποσοστό αναλφάβητων γυναικών (πάνω από τα 2/3 του αναλφάβητου πληθυσμού), καθώς και υπο-εκπροσώπηση των γυναικών στο ανώτερο μορφωτικό επίπεδο (κατοχή διδακτορικού τίτλου).
Σύμφωνα με στοιχεία από την Παγκόσμια Τράπεζα, όπως φαίνεται και στο παρακάτω γράφημα, το ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού σε παγκόσμιο επίπεδο έχει μειωθεί από 49,818% το 1975 σε 49,555% το 2017.
Γράφημα 1: Ποσοστά γυναικείου πληθυσμού (παγκοσμίως, 1975-2017)
Η Ελλάδα είναι μια από τις χώρες όπου οι γυναίκες αποτελούν την πλειονότητα του πληθυσμού. Μάλιστα, το ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού έχει ελαφρώς αυξηθεί από 50.701% το 1975 σε 50.780% το 2017 (Γράφημα 2). Η πορεία που ακολούθησε το ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού στην Ελλάδα ήταν πτωτική έως το 1998 και έκτοτε αυξάνεται (ωστόσο, από το 2010 με χαμηλότερο ρυθμό).
Γράφημα 2: Ποσοστά γυναικείου πληθυσμού (Ελλάδα, 1975-2017)
Ο γενικός πληθυσμός στην Ελλάδα ακολουθούσε αυξητική τάση μέχρι το 2010, όπως απεικονίζεται και στο Γράφημα 3.
Σε αντίθεση με στοιχεία προηγούμενων απογραφών, από το 2011, έτος τελευταίας απογραφής, η ΕΛ.ΣΤΑΤ. εστίασε στην καταγραφή του «μόνιμου» πληθυσμού της Ελλάδας και όχι του «πραγματικού». Καταχώρισε δηλαδή τους απογραφομένους στον πίνακα της περιοχής όπου δήλωσαν ότι ζουν μόνιμα το τελευταίο δωδεκάμηνο και όχι στο σημείο που βρίσκονταν την ημέρα της απογραφής.
Γράφημα 3: Συνολικός πληθυσμός (Ελλάδα, 1975-2017)
Αφότου ξέσπασε η οικονομική κρίση, ο συνολικός πληθυσμός άρχισε να μειώνεται, κυρίως λόγω της μετανάστευσης νέων στο εξωτερικό για σπουδές και εργασία, αλλά και της δεδομένης υπογεννητικότητας. Μεταξύ 2011 και 2016 η Ελλάδα έχασε σχεδόν το 3% του πληθυσμού της ενώ εκτιμάται ότι από 10,7 εκατομμύρια το 2017, ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί στα 9,9 εκατομμύρια έως το 2030 και στα 8,9 εκατομμύρια έως το 2050, με συνέπεια η πρόσθετη μείωση να φτάσει το 18%.
Ο αριθμός των γεννήσεων συνεχίζει να μειώνεται, με δείκτη ολικής γονιμότητας 1,33 (προβλεπόμενος μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα), δημιουργώντας ένα πολύ μεγάλο ποσοστό υπέργηρου πληθυσμού (Γράφημα 4).
Γράφημα 4: Τάση πληθυσμού ανά συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες (Ελλάδα, 0-9 ετών και 80 και άνω, 1991-2011)
Ο υπέργηρος αυτός πληθυσμός στην πλειονότητά του αποτελείται από γυναίκες. Παρακολουθώντας την κατανομή του πληθυσμού ανά φύλο και ηλικιακή ομάδα στην τελευταία απογραφή της ΕΛΣΤΑΤ (2011), όπως φαίνεται στο Γράφημα 5, παρατηρούμε ότι από την ηλικιακή ομάδα των 20-29, το ποσοστό του γυναικείου πληθυσμού ακολουθεί αυξητική πορεία, υπερτερώντας ήδη των αντρών στις ηλικίες 40-49, φθάνοντας το συντριπτικό 60,27% στην ηλικιακή ομάδα άνω των 80 ετών.
Γράφημα 5: Πληθυσμός ανά ηλικιακή ομάδα (Ελλάδα, 2011)
Σε σχέση με το μορφωτικό επίπεδο, βλ. Γράφημα 6, παρατηρούμε ιδιαίτερα αυξημένο ποσοστό αναλφάβητων γυναικών (πάνω από τα 2/3 του αναλφάβητου πληθυσμού), καθώς και υπο-εκπροσώπηση των γυναικών στο ανώτερο μορφωτικό επίπεδο (κατοχή διδακτορικού τίτλου).
Γράφημα 6: Πληθυσμός ανά μορφωτικό επίπεδο (Ελλάδα, 2011)
*Οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν για την άντληση των στοιχείων είναι: Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), Παγκόσμια Τράπεζα, Ινστιτούτο του Βερολίνου για τον Πληθυσμό και την Ανάπτυξη