"Η ανακάλυψη ομαδικού τάφου στη Σαμψούντα, που πιστεύεται ότι ανήκει σε Έλληνες Ποντίους της περιόδου των διωγμών από τους Τούρκους, φέρνει πάλι στην επικαιρότητα την παθητική Ελληνική πολιτική σε ότι αφορά στο Ποντιακό ζήτημα.
Σε μια εποχή που φτάσαμε να «βομβαρδιζόμαστε» από Αλβανούς, Σκοπιανούς, αλλά και Τούρκους, για υποτιθέμενη καταπίεση μειονοτήτων στην χώρα μας, μήπως πρέπει να βγάλουμε από το «συρτάρι» της λήθης το θέμα της γενοκτονίας; Κατά τη γνώμη μου, το θέμα αυτό, πέρα από την συναισθηματική σημασία που έχει για όλο τον Ελληνισμό, έχει ταυτόχρονα και μείζονα εθνική σημασία.Έχοντας απέναντι μας τις συνεχείς Τουρκικές προκλήσεις και διεκδικήσεις και λαμβάνοντας υπόψη το τεράστιο κόστος των εξοπλισμών που κυρίως οφείλετε στην λεγόμενη «εξ ανατολών απειλή», κρίνω πως πρέπει να αναρωτηθούμε ως πολίτες, για το τι συμβαίνει πραγματικά με την χώρα μας. Η Τουρκία, ζητά την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η Ελλάδα παρουσιάζει ως μόνο κώλυμα, το άνοιγμα των λιμανιών στην Βόρεια Κύπρο. Είναι ποτέ δυνατόν να επιτραπεί σε μια χώρα που δεν έχει ακόμα αναγνωρίσει τη γενοκτονία των Ποντίων και των Αρμενίων να μπει κάτω από μια στέγη, με τα κράτη, τα οποία υποτίθεται ότι έχουν ως «σημαία» τους την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων; Και το άλλο «καυτό» ερώτημα, είναι, γιατί αρνήτε πεισματικά να το πράξει; Ας αναρωτηθούμε απλά αν θα απολάμβανε η Γερμανία όλα τα οφέλη των διεθνών σχέσεων που έχει, αν δεν είχε αναγνωρίσει τα Ναζιστικά εγκλήματα...Για να απαντήσει κανείς σε αυτά τα ερωτήματα, θα ήταν καλό να συσχετίσει την περίπτωση με αυτή των Σκοπίων. Έχουμε από την πλευρά της FYROM μια κατάφορη καπήλευση της Ιστορίας εις βάρος της Ελλάδας και εδαφικές μάλιστα διεκδικήσεις, και εντούτοις, μεγάλες δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ, η Αγγλία και η Γερμανία, δείχνουν να μην τους απασχολεί τόσο αυτό το ζήτημα όσο η ένταξη αυτού του μικρού κρατιδίου στο ΝΑΤΟ. Το ίδιο συμβαίνει και με την Τουρκία. Αυτά που είναι συσσωρευμένα εναντίον τους είναι πάρα πολλά, αλλά εντούτοις, φαίνεται να χαίρει συμπάθειας και υποστήριξης από τις μεγάλες δυνάμεις. Τι το κοινό έχουν μεταξύ τους οι δύο αυτές χώρες; Είναι πολύ απλό, αποτελούν ΑΠΟΛΥΤΑ ΕΞΑΡΤΩΜΕΝΟ ΠΡΟΤΕΚΤΟΡΑΤΟ των Αμερικανών. Ούτε κατά φαντασία θα μπορούσε να διανοηθεί η Τουρκία να κάνει άνοιγμα προς την Ρωσία, χωρίς να ρωτήσει τους Αμερικανούς. Το ίδιο συμβαίνει στο μεταξύ και με Αλβανία και Σκόπια.Άρα, όσο η Ελλάδα σαν κράτος λειτουργεί ανεξάρτητα, ακολουθώντας εν μέρει αντιαμερικανική πολιτική και κάνοντας ανοίγματα προς την Ρωσία, θα αποτελεί μόνιμα στόχο των δυτικών δυνάμεων. Το πρόβλημα λοιπόν βρίσκετε, στο ότι οποιαδήποτε διαμαρτυρία μας κατά των «δορυφόρων» των ΗΠΑ, εκλαμβάνετε αυτόματα ως επίθεση κατά των Αμερικανικών συμφερόντων. Άρα, η αξίωση της χώρας μας για δικαίωση σε οποιαδήποτε ζητήματα αφορούν στα Σκόπια, Αλβανία ή στην Τουρκία, θα πρέπει να περάσει από τον Λευκό Οίκο. Ακόμα και οι πολεμικές αποζημιώσεις, τις οποίες μας οφείλει η Γερμανία και οι οποίες ανέρχονται σε τουλάχιστον 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια, δεν έχουν ακόμα δοθεί, μολονότι έχει καταβάλει πάνω από 100 δισεκατομμύρια δολάρια, σε αντίστοιχες πολεμικές αποζημιώσεις, κυρίως σε εβραϊκής καταγωγής θύματα του ναζισμού..Θα πρέπει να λάβουμε επίσης υπόψη μας και μια άλλη σημαντική παράμετρο. Οι πάσης φύσεως σύμμαχοι και εταίροι μας θα υποστήριζαν περισσότερο τον Ελληνισμό, αν τους είχαμε πείσει ότι έχουμε ισχύ και πυγμή. Αντιθέτως με τις συνεχείς υποχωρήσεις μας στα εθνικά θέματα απέναντι στην Τουρκία, αλλά και απέναντι σε αδύναμες χώρες όπως τα Σκόπια, δώσαμε την εικόνα λαού υποχωρητικού. Όταν είσαι έτοιμος να υποχωρήσεις σε καίρια εθνικά σου συμφέροντα κανείς δεν σε θέλει για σύμμαχο. Αντιθέτως η Τουρκία με την σκληρή εθνική της στάση και με τους συνεχείς εξοπλισμούς της, έχει δώσει την εικόνα χώρας που αξίζει να την έχεις σύμμαχό σου. Τον αδύναμο κανείς δεν θέλει για συνεταίρο, τον ισχυρό πολλοί. Ας μην λησμονούμε άλλωστε αυτό που είπε ο πρώην Αμερικανός Προεδρικός μεσολαβητής για το Κυπριακό Άλφρεντ Μόουζες τον Σεπτέμβριο του 2000 σε αντιπροσωπεία Ελληνοκυπρίων. « Η Άγκυρα και ο Ντενκτάς δεν προβαίνουν σε καμιά υποχώρηση. Η ελληνική πλευρά υποχωρεί και παραχωρεί διαρκώς. Εμείς, λοιπόν, που παίζουμε τον ρόλο ενδιαμέσου, ποιόν θα πιέσουμε; Μα φυσικά αυτόν που ξέρουμε ότι είναι έτοιμος να υποχωρήσει. Δηλαδή την ελληνική πλευρά»! Σκληρά λόγια, αλλά χρήσιμα και διδακτικά.Ποιο είναι λοιπόν το συμπέρασμα; Το συμπέρασμα είναι ότι θα πρέπει να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα της εξωτερικής μας πολιτικής «κοντόφθαλμα», βλέποντας ως κίνδυνο απλά την Τουρκία, την Αλβανία και τα Σκόπια και να εστιάσουμε, σε μια ποιο σταθερή πολιτική, που θα αποβλέπει, ή στην ταύτιση με τα Αμερικανικά συμφέροντα ή σε μία ρεαλιστική αντιπαράθεση, με δυνατούς όμως συμμάχους στο πλευρό μας. Με μια ουτοπική πολιτική «στρουθοκαμηλισμού» και συνεχών υποχωρήσεων, δεν θα καταφέρουμε, παρά να διαιωνίζουμε μόνιμα τα προβλήματά μας.Αν θέλουμε να φτάσουμε στο επίπεδο των πραγματικά αναπτυγμένων χωρών και για να διεκδικήσουμε επίσης ότι δικαιούμαστε ως κράτος, τότε θα πρέπει να αναλάβουμε δράση, περιθωριοποιώντας πρώτα τους «χειραγωγημένους» πολιτικούς στη χώρα μας, που εργάζονται μόνο για ίδιο όφελος καθώς και τους διαπλεκόμενους «εργοδότες» τους. Άρα, ξεκινάμε να καθαρίζουμε τους στάβλους του Αυγεία και μετά, έχοντας σοβαρούς ανθρώπους στα ινία της χώρας, με πυγμή, που σίγουρα θα υπάρχουν, να χαράξουμε επιτέλους μια σταθερή ευρωπαϊκή πολιτική.Όνειρο θερινής νυκτός; Ελπίζω όχι. Μα αν όντως είναι, τότε ας ετοιμαστούμε να υποδεχτούμε, τα αποτελέσματα του «ωχαδερφισμού» μας και τις μιζέριας μας... Αυτό θα είναι το μέλλον που μας αξίζει!
Άλκιμος