Λέκτωρ του Τμήματος Τουρκικών Σπουδών
του Πανεπιστημίου Αθηνών.
.
Είναι απολύτως δικαιολογημένη η ενόχληση της ελληνικής κυβέρνησης και κοινής γνώμης από τα πρόσφατα περιστατικά υπερπτήσεων τουρκικών αεροσκαφών πάνω από νησίδες του Δωδεκανήσων. Η ιταλοτουρκική συμφωνία του 1932 δεν αφήνει καμία απολύτως ασάφεια σχετικά με την κυριαρχία επί νησίδων του νοτιοανατολικού Αιγαίου. Ακόμη και στο βιβλίο του τέως υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας και θεωρουμένου «σκληρού» στα ελληνοτουρκικά Σουκρού Σινά Γκιουρέλ «Οι Τουρκοελληνικές Σχέσεις (1821-1993)» -το οποίο κυκλοφορεί πλέον και στα ελληνικά από τον Εκδοτικό Οίκο Αδελφών Κυριακίδη- δεν γίνεται καμία μνεία σε ζήτημα «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο. Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας των νησίδων και βραχονησίδων του Αιγαίου προστέθηκε αργότερα, και η κρίση των Ιμίων υπήρξε η πρώτη δοκιμή αυτής της νέας πολιτικής.
Ωστόσο για να ερμηνεύσει κανείς την πολιτική σημασία των γεγονότων, πρέπει πρώτα να προστρέξει στη μελέτη της εσωτερικής τουρκικής πολιτικής επικαιρότητος. Η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Η ισοτιμία της τουρκικής λίρας είναι ιδιαιτέρως ασταθής, οι εξαγωγές σημειώνουν δραματική μείωση λόγω της παγκόσμιας κρίσης, και η τουρκική κυβέρνηση διαπραγματεύεται δάνειο με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το οποίο θεωρείται απαραίτητο για τη ... δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Στο εσωτερικό μέτωπο οι νέες συλλήψεις στην υπόθεση «Εργκένεκον» ενισχύουν την πολιτική αστάθεια, αλλά αδυνατίζουν την άποψη ότι η σχετική βελτίωση στις σχέσεις κυβέρνησης και στρατού θα σήμαινε το ανώδυνο «κλείσιμο» της υπόθεσης. Το Κουρδικό πρόβλημα και η δράση του ΡΚΚ βρίσκονται σε έξαρση, ενώ ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στο Ιράκ με τη νέα κυβέρνηση Ομπάμα.
Με τόσα μέτωπα ανοικτά, το τελευταίο που χρειάζεται αυτήν τη στιγμή η Τουρκία είναι μία κρίση στις σχέσεις της με την Ελλάδα. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά η ηγεσία της γείτονος. Ακόμη και αν κάποιοι στρατιωτικοί κύκλοι επεδίωξαν να προκαλέσουν την Ελλάδα διακινδυνεύοντας ένα μείζον ελληνοτουρκικό επεισόδιο, αυτή η κίνηση δεν βρήκε συνέχεια ούτε στην κυβέρνηση, αλλά ούτε και στα ανώτατα στρατιωτικά κλιμάκια της χώρας. Και η παντελής αδιαφορία με την οποία τα τουρκικά ΜΜΕ αντιμετώπισαν τα γεγονότα συνηγορεί στο ότι η κίνηση αυτή ήταν μάλλον περιθωριακή.
Θα ρωτήσει κανείς: και γιατί δεν πήρε η κυβέρνηση Ερντογάν αποστάσεις από τις ενέργειες των Τούρκων πιλότων; Για τους ίδιους ακριβώς λόγους που οι κυβερνήσεις αρνούνται συχνά να πουν την αλήθεια και κολακεύουν τις αδυναμίες των λαών τους. Η τουρκική κοινή γνώμη έχει -δυστυχώς- πεισθεί ότι υπάρχουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, και ο Ερντογάν δεν θέλει την ρετσινιά του «προδότη» την οποία εύκολα θα του κολλήσουν οι εκεί «εθναμύντορες» και θα του κοστίσει ακριβά εκλογικά στις επικείμενες δημοτικές εκλογές. Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι θα σύρει τη χώρα του σε πολεμική περιπέτεια με ανυπολόγιστες οικονομικές και πολιτικές συνέπειες.
Ωστόσο για να ερμηνεύσει κανείς την πολιτική σημασία των γεγονότων, πρέπει πρώτα να προστρέξει στη μελέτη της εσωτερικής τουρκικής πολιτικής επικαιρότητος. Η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Η ισοτιμία της τουρκικής λίρας είναι ιδιαιτέρως ασταθής, οι εξαγωγές σημειώνουν δραματική μείωση λόγω της παγκόσμιας κρίσης, και η τουρκική κυβέρνηση διαπραγματεύεται δάνειο με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο το οποίο θεωρείται απαραίτητο για τη ... δημοσιονομική σταθερότητα της χώρας. Στο εσωτερικό μέτωπο οι νέες συλλήψεις στην υπόθεση «Εργκένεκον» ενισχύουν την πολιτική αστάθεια, αλλά αδυνατίζουν την άποψη ότι η σχετική βελτίωση στις σχέσεις κυβέρνησης και στρατού θα σήμαινε το ανώδυνο «κλείσιμο» της υπόθεσης. Το Κουρδικό πρόβλημα και η δράση του ΡΚΚ βρίσκονται σε έξαρση, ενώ ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στο Ιράκ με τη νέα κυβέρνηση Ομπάμα.
Με τόσα μέτωπα ανοικτά, το τελευταίο που χρειάζεται αυτήν τη στιγμή η Τουρκία είναι μία κρίση στις σχέσεις της με την Ελλάδα. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά η ηγεσία της γείτονος. Ακόμη και αν κάποιοι στρατιωτικοί κύκλοι επεδίωξαν να προκαλέσουν την Ελλάδα διακινδυνεύοντας ένα μείζον ελληνοτουρκικό επεισόδιο, αυτή η κίνηση δεν βρήκε συνέχεια ούτε στην κυβέρνηση, αλλά ούτε και στα ανώτατα στρατιωτικά κλιμάκια της χώρας. Και η παντελής αδιαφορία με την οποία τα τουρκικά ΜΜΕ αντιμετώπισαν τα γεγονότα συνηγορεί στο ότι η κίνηση αυτή ήταν μάλλον περιθωριακή.
Θα ρωτήσει κανείς: και γιατί δεν πήρε η κυβέρνηση Ερντογάν αποστάσεις από τις ενέργειες των Τούρκων πιλότων; Για τους ίδιους ακριβώς λόγους που οι κυβερνήσεις αρνούνται συχνά να πουν την αλήθεια και κολακεύουν τις αδυναμίες των λαών τους. Η τουρκική κοινή γνώμη έχει -δυστυχώς- πεισθεί ότι υπάρχουν γκρίζες ζώνες στο Αιγαίο, και ο Ερντογάν δεν θέλει την ρετσινιά του «προδότη» την οποία εύκολα θα του κολλήσουν οι εκεί «εθναμύντορες» και θα του κοστίσει ακριβά εκλογικά στις επικείμενες δημοτικές εκλογές. Αυτό όμως δεν σημαίνει και ότι θα σύρει τη χώρα του σε πολεμική περιπέτεια με ανυπολόγιστες οικονομικές και πολιτικές συνέπειες.