.
Του Θ.Οικονομόπουλου.
.
«Επεσε βροχή, έπεσε μπόρα...»! Τον Νοέμβρη, φάνηκε πως η φετινή «υδρολογική» περίοδος μπήκε καλά και «καλά νερά» έπεσαν και στη διάρκεια του Δεκεμβρίου με σημαντικά «ύψη βροχής» σε ολόκληρη σχεδόν τη χώρα, ενώ στις βόρειες και βορειοδυτικές περιοχές η κατάσταση είναι ακόμη καλύτερη λόγω των σημαντικών χιονοπτώσεων. Οι ειδικοί της υδρολογίας και της αξιοποίησης υδατικών πόρων δείχνουν να ανακουφίζονται κάπως από το γεγονός ότι τον φετινό χειμώνα (κι έχουμε κι άλλον μπροστά μας...) οι πολλές και καλές βροχές και καταιγίδες, ποτιστικές και διηθητικές στο έδαφος, που πάνε δηλαδή στον υδροφόρο ορίζοντα, απέδωσαν «ύψη» πάνω από τα κανονικά για την εποχή, σε κάποιες περιοχές μέχρι και 3 φορές περισσότερα, αυξάνοντας έτσι τα «αποθέματα» σημαντικά. Που δεν δικαιολογούν κανένα εφησυχασμό, αλλά σε κάθε περίπτωση σε τίποτε δεν θυμίζουν άλλες κρίσιμες εποχές με ξηρασίες και λειψυδρία, φαινόμενα που απασχολούν πολύ έντονα τους επιστήμονες λόγω των ραγδαίων κλιματικών αλλαγών – ιδιαίτερα στην περιοχή μας, που οι προβλέψεις των «κακών σεναρίων» μιλούν ακόμη και για κινδύνους «ερημοποίησης»...
«Μια βροχή (και περισσότερες...) θα μας σώσει...», λοιπόν, τουλάχιστον για το πολύ άμεσο μέλλον. Που πάει να πει πως μας δίνει (ένα ακόμη) περιθώριο να εγκαταλείψουμε την αδιαφορία μας σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των υδατικών μας πόρων, που έτσι κι αλλιώς είναι ανεπαρκείς, να σχεδιάσουμε όσο ακόμη υπάρχει χρόνος (που όμως τρέχει εις βάρος μας) μια σοβαρή, υπεύθυνη και ρεαλιστική «εθνική πολιτική» σε ό,τι αφορά το πολύτιμο νερό. Και, δυστυχώς, τέτοια πολιτική δεν έχουμε.
Είναι σίγουρο πως από... γεωγραφικής και γεωλογικής απόψεως, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες, που δυσχεραίνουν την κατά κάποιο τρόπο «ενιαία» διαχείριση των υδάτων μας. Ο υδροφόρος ορίζοντας, λένε οι ειδικοί, παρουσιάζει ιδιομορφίες που δεν επιτρέπουν την σε γενικές γραμμές «ενιαία» διαμόρφωσή του. Οι σημαντικές «λεκάνες» του είναι διασκορπισμένες στη χώρα. Και οι βροχοπτώσεις, τις περισσότερες φορές, δείχνουν να «προτιμούν» συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, δημιουργώντας έτσι σε άλλες εντονότερα προβλήματα λειψυδρίας.
Το περίεργο είναι πως, ενώ το νερό είναι «εθνικός» πλούτος (και δη σε ανεπάρκεια), η διαχείρισή του δεν εξασφαλίζεται σε «εθνικό επίπεδο», από ένα ενιαίο κέντρο που θα χάραζε πολιτική ανάλογα με τις διαμορφούμενες ανάγκες, αλλά είναι κατακερματισμένη – σε περιφέρειες, νομαρχίες, δήμους, ακόμη και... μεταξύ μικρών χωριών, που πολεμάνε με τα διπλανά τους για το «δικό τους νερό»! Τα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, έχουν τους δικούς τους διαχειριστικούς οργανισμούς (την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΔΑΘ) που είναι, ιδίως η ΕΥΔΑΠ, και οι πιο ολοκληρωμένοι και επιστημονικά, αλλά και υλικοτεχνικά εξοπλισμένοι – αλλά και πάλι το... νεοελληνικό «ιδιότυπο» έχει οδηγήσει σε καταστάσεις όπως περιοχές της Αθήνας (του Λεκανοπεδίου, δηλαδή...) να εξακολουθούν να μην υπάγονται στο δίκτυο της ΕΥΔΑΠ!
Η συγκεκριμένη εταιρεία έχει υποβάλει εδώ και χρόνια συγκεκριμένο σχέδιο και πρόταση να αναλάβει αυτή (με τις απαραίτητες υποδομές και επεκτάσεις) την ενιαία και σε εθνικό επίπεδο διαχείριση των εθνικών υδατικών πόρων, ανάλογα με τις ανάγκες και τις διαμορφούμενες συνθήκες. Η πρόταση έχει μείνει αναπάντητη... Η ίδια εταιρεία πριν από πολύ καιρό είχε εισηγηθεί να αναλάβει με δικά της έξοδα τον πλήρη εκσυγχρονισμό των ποτιστικών μεθόδων των μεγάλων γεωργικών περιφερειών (με πρώτη την Κωπαΐδα), ώστε να καταργηθεί η υπερσπάταλη μέθοδος του ποτίσματος με τα «κανόνια» και να αντικατασταθεί η «στάγδην» μέθοδος, που θα εξοικονομούσε τεράστιες ποσότητες πολύτιμου νερού που πάει χαμένο. Σκεφθείτε: το 85% της ετήσιας εθνικής κατανάλωσης ύδατος γίνεται από τη γεωργία και μόλις ένα 5% συνιστά «αστική κατανάλωση».
Και αυτό το σχέδιο έχει μείνει στα συρτάρια – και παράλληλα συνεχίζεται «έτσι χωρίς πρόγραμμα»...», η επιμονή μας σε καλλιέργειες υπερβολικά υδροβόρες (τα προϊόντα των οποίων, μάλιστα, δεν έχουν και «τιμή», αλλά οι καλλιεργητές επιδοτούνται...) από γεωτρήσεις βάθους... 400 και πλέον μέτρων! Με το νερό, μάλιστα, να μη συνιστά «κόστος παραγωγής»! Φέτος «έπεσαν βροχές, έπεσαν μπόρες...», που κάνουν λιγότερο άμεσο το πρόβλημα της λειψυδρίας – για πόσο ακόμη;
Καλό (και βροχερό!) Σαββατοκύριακο!
«Μια βροχή (και περισσότερες...) θα μας σώσει...», λοιπόν, τουλάχιστον για το πολύ άμεσο μέλλον. Που πάει να πει πως μας δίνει (ένα ακόμη) περιθώριο να εγκαταλείψουμε την αδιαφορία μας σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των υδατικών μας πόρων, που έτσι κι αλλιώς είναι ανεπαρκείς, να σχεδιάσουμε όσο ακόμη υπάρχει χρόνος (που όμως τρέχει εις βάρος μας) μια σοβαρή, υπεύθυνη και ρεαλιστική «εθνική πολιτική» σε ό,τι αφορά το πολύτιμο νερό. Και, δυστυχώς, τέτοια πολιτική δεν έχουμε.
Είναι σίγουρο πως από... γεωγραφικής και γεωλογικής απόψεως, η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες, που δυσχεραίνουν την κατά κάποιο τρόπο «ενιαία» διαχείριση των υδάτων μας. Ο υδροφόρος ορίζοντας, λένε οι ειδικοί, παρουσιάζει ιδιομορφίες που δεν επιτρέπουν την σε γενικές γραμμές «ενιαία» διαμόρφωσή του. Οι σημαντικές «λεκάνες» του είναι διασκορπισμένες στη χώρα. Και οι βροχοπτώσεις, τις περισσότερες φορές, δείχνουν να «προτιμούν» συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές, δημιουργώντας έτσι σε άλλες εντονότερα προβλήματα λειψυδρίας.
Το περίεργο είναι πως, ενώ το νερό είναι «εθνικός» πλούτος (και δη σε ανεπάρκεια), η διαχείρισή του δεν εξασφαλίζεται σε «εθνικό επίπεδο», από ένα ενιαίο κέντρο που θα χάραζε πολιτική ανάλογα με τις διαμορφούμενες ανάγκες, αλλά είναι κατακερματισμένη – σε περιφέρειες, νομαρχίες, δήμους, ακόμη και... μεταξύ μικρών χωριών, που πολεμάνε με τα διπλανά τους για το «δικό τους νερό»! Τα δύο μεγαλύτερα αστικά κέντρα της χώρας, η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, έχουν τους δικούς τους διαχειριστικούς οργανισμούς (την ΕΥΔΑΠ και την ΕΥΔΑΘ) που είναι, ιδίως η ΕΥΔΑΠ, και οι πιο ολοκληρωμένοι και επιστημονικά, αλλά και υλικοτεχνικά εξοπλισμένοι – αλλά και πάλι το... νεοελληνικό «ιδιότυπο» έχει οδηγήσει σε καταστάσεις όπως περιοχές της Αθήνας (του Λεκανοπεδίου, δηλαδή...) να εξακολουθούν να μην υπάγονται στο δίκτυο της ΕΥΔΑΠ!
Η συγκεκριμένη εταιρεία έχει υποβάλει εδώ και χρόνια συγκεκριμένο σχέδιο και πρόταση να αναλάβει αυτή (με τις απαραίτητες υποδομές και επεκτάσεις) την ενιαία και σε εθνικό επίπεδο διαχείριση των εθνικών υδατικών πόρων, ανάλογα με τις ανάγκες και τις διαμορφούμενες συνθήκες. Η πρόταση έχει μείνει αναπάντητη... Η ίδια εταιρεία πριν από πολύ καιρό είχε εισηγηθεί να αναλάβει με δικά της έξοδα τον πλήρη εκσυγχρονισμό των ποτιστικών μεθόδων των μεγάλων γεωργικών περιφερειών (με πρώτη την Κωπαΐδα), ώστε να καταργηθεί η υπερσπάταλη μέθοδος του ποτίσματος με τα «κανόνια» και να αντικατασταθεί η «στάγδην» μέθοδος, που θα εξοικονομούσε τεράστιες ποσότητες πολύτιμου νερού που πάει χαμένο. Σκεφθείτε: το 85% της ετήσιας εθνικής κατανάλωσης ύδατος γίνεται από τη γεωργία και μόλις ένα 5% συνιστά «αστική κατανάλωση».
Και αυτό το σχέδιο έχει μείνει στα συρτάρια – και παράλληλα συνεχίζεται «έτσι χωρίς πρόγραμμα»...», η επιμονή μας σε καλλιέργειες υπερβολικά υδροβόρες (τα προϊόντα των οποίων, μάλιστα, δεν έχουν και «τιμή», αλλά οι καλλιεργητές επιδοτούνται...) από γεωτρήσεις βάθους... 400 και πλέον μέτρων! Με το νερό, μάλιστα, να μη συνιστά «κόστος παραγωγής»! Φέτος «έπεσαν βροχές, έπεσαν μπόρες...», που κάνουν λιγότερο άμεσο το πρόβλημα της λειψυδρίας – για πόσο ακόμη;
Καλό (και βροχερό!) Σαββατοκύριακο!