Δυστυχώς για εμάς, αυτό που θα είχε νόημα – δηλαδή η επιμήκυνση του συνόλου των 340 δις ευρώ που χρωστάμε – δεν θα συμβεί, ούτε καν συζητείται , ούτε αποτελεί αίτημα της ελληνικής πλευράς...
Ακόμη και αν τα αιτήματα μας για επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου των 110 δισ και για μείωση του επιτοκίου του γίνουν δεκτά απο την ΕΕ, δεν θα αλλάξουν και πολλά πράγματα στην καθημερινότητα μας. Δεν θα αλλάξει τίποτα για την ακρίβεια.
Θα βελτιωθούν όμως οι... προοπτικές μας για το μέλλον διότι θα χρειάζεται να δανειζόμαστε λιγότερα σήμερα για να πληρώσουμε τις δόσεις μας. Κατά τα άλλα, και πάλι κάθε μήνα θα χρειαζόμαστε δανεικά για να καλύψουμε το άθροισμα των εγχώριων δαπανών του δημοσίου και των τόκων και χρεωλυσίων που πληρώνουμε στο εξωτερικό.
Δυστυχώς για εμάς, αυτό που θα είχε νόημα – δηλαδή η επιμήκυνση του συνόλου των 340 δις ευρώ που χρωστάμε – δεν θα συμβεί, ούτε καν συζητείται , ούτε αποτελεί αίτημα της ελληνικής πλευράς. Θα αποτελέσει μελλοντικά σημείο προβληματισμού και για εμάς και για τους πιστωτές μας, όταν διαπιστώσουν ότι ούτε αυτά μπορούμε να πληρώσουμε, οπότε το θέμα του haircut των ομολόγων μας θα παραμένει ώς προοπτική.
Είναι τόσο μεγάλο το βάρος του χρέους στην ελληνική οικονομία που για να υπάρξει πράγματι προοπτική βελτίωσης θα πρέπει να περάσουμε απο έλλειμμα σε πλέονασμα στους προυπολογισμούς. Το έλλειμμα είναι περί τα 20 δις το χρόνο (τόσα μας λείπουν με τους ρυθμούς που ξοδεύουμε και εισπράττουμε). Απο αυτά πληρώνουμε 13 δις το χρόνο για δόσεις δανείων, άρα το καθαρό έλλειμμα είναι 7 δις ευρώ το χρόνο. Ακόμη κι αν μας χάριζαν όλους τους τόκους και τις δόσεις των δανείων μας πάλι θα μας έλλειπαν 7 δις το χρόνο τα οποία θα έπρεπε να δανειστούμε. Αυτή η άσκηση δεν λύνεται εύκολα. Για να λυθεί χρειάζεται σημαντικός περιορισμός του δημοσίου τομέα, αύξηση των φορολογικών εσόδων, εξυγίανση των ΔΕΚΟ ώστε να είναι όλες κερδοφόρες και πολύ γρήγορος ρυθμός ανάπτυξης ώστε το ΑΕΠ να αυξηθεί και το έλλειμμα ώς ποσοστό του να μειωθεί – το ίδιο και το χρέος.
Με λίγα λόγια, «την έχουμε βάψει» αν δεν περιορίσουμε τις δαπάνες μας, μέχρι σημείου πείνας. Μπορεί όμως η ελληνική οικονομία να περιορίσει τόσο πολύ τις δαπάνες της; Μπορεί ο δημόσιος τομέας να μειωθεί στο μισό; Μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς χρηματοδότηση αφού και οι τράπεζες χρωστάνε άλλα 95 δις και δεν έχουν να μας δανείσουν και οι διεθνείς αγορές δεν μας δανείζουν; Πολύ δύσκολα αν όχι αδύνατα όλα αυτά.
Και αυτη η κατάσταση δικαιολογεί την (πράγματι κακοπροαίρετη Moody’s) ώστε να μας υποβαθμίζει σε χαμηλότερη κατηγορία πιστωληπτικής ικανότητας. Η Moody’s προφυλάσσει τους διεθνείς πιστωτές επισημαίνοντας τους το ρίσκο που παίρνουν αν δανείσουν την Ελλάδα. Και με τις προειδοποιήσεις της, μας εμποδίζει να βγούμε στις αγορές να δανειστούμε. Το ότι το κάνει μια μέρα πρίν απο την προσπάθεια μας να δανειστούμε είναι που μας ενοχλεί και το ότι δεν αναγνωρίζει την προσπάθεια της κυβέρνησης μας. Όμως δκαιούται και νομομοποιείται να το κάνει παρά τον εκνευρισμό που προκαλεί σε όλους μας και κυρίως στον υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου ο οποίος θέλει να συζητήσει τώρα στις Βρυξέλλες τρόπους ελέγχου αυτών των εταιριών αξιολόγησης.
Το δυσάρεστο σήμερα είναι πως όλοι όσοι ασχολούνται μα την οικονομία και γνωρίζουν το τι συμβαίνει, δεν έχουν να προτείνουν κάποια μαγική λύση πέραν του περιορισμού των δαπανών μας ώστε σε πολλά χρόνια απο σήμερα να μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε. Η μόνη λύση θα είναι η χρηματοδότηση της ανάπτυξης μέσω ευρωομολόγων – που θα συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής – και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων που θα χρηματοδοτήσουν την εγχώρια οικονομία. Όμως υπο τις φορολογικές συνθήκες που έχει διαμορφώσει το υπουργείο Οικονομικών σήμερα, ξένες επενδύσεις δεν θα έρθουν - ούτε καν για το Ελληνικό στο οποίο πολλά έχει ποντάρει η κυβέρνηση – και φυσικά δεν θα έρθουν και ξένοι να αγοράσουν τις εταιρίες του δημοσίου που πουλάμε στο πλάισιο του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Η τελευταία ένεση ξένων κεφαλαίων που μπορούμε να έχουμε αλλά σε καμμία περίπτωση δεν επαρκεί για να συντηρήσει την οικονομία απο μόνη της – είναι η αυξημένη εισροή τουριστικού συναλλάγματος φέτος.
Δυστυχώς λοιπόν τα πράγματα δεν θα αλλάξουν πολύ για εμάς, ακόμη και αν επιμηκυνθεί η διάρκεια αποπληρωμής των δανείων μας και αν μειωθεί το επιτόκιο μας.
Βεβαίως θα είναι μια επιτυχία της κυβέρνησης, αλλά χωρίς σημαντικό αντίκρυσμα αφού οι αγορές θα παραμείνουν κλειστές για το ελληνικό δημόσιο...
Γ.Νικολόπουλος
Ακόμη και αν τα αιτήματα μας για επιμήκυνση της αποπληρωμής του δανείου των 110 δισ και για μείωση του επιτοκίου του γίνουν δεκτά απο την ΕΕ, δεν θα αλλάξουν και πολλά πράγματα στην καθημερινότητα μας. Δεν θα αλλάξει τίποτα για την ακρίβεια.
Θα βελτιωθούν όμως οι... προοπτικές μας για το μέλλον διότι θα χρειάζεται να δανειζόμαστε λιγότερα σήμερα για να πληρώσουμε τις δόσεις μας. Κατά τα άλλα, και πάλι κάθε μήνα θα χρειαζόμαστε δανεικά για να καλύψουμε το άθροισμα των εγχώριων δαπανών του δημοσίου και των τόκων και χρεωλυσίων που πληρώνουμε στο εξωτερικό.
Δυστυχώς για εμάς, αυτό που θα είχε νόημα – δηλαδή η επιμήκυνση του συνόλου των 340 δις ευρώ που χρωστάμε – δεν θα συμβεί, ούτε καν συζητείται , ούτε αποτελεί αίτημα της ελληνικής πλευράς. Θα αποτελέσει μελλοντικά σημείο προβληματισμού και για εμάς και για τους πιστωτές μας, όταν διαπιστώσουν ότι ούτε αυτά μπορούμε να πληρώσουμε, οπότε το θέμα του haircut των ομολόγων μας θα παραμένει ώς προοπτική.
Είναι τόσο μεγάλο το βάρος του χρέους στην ελληνική οικονομία που για να υπάρξει πράγματι προοπτική βελτίωσης θα πρέπει να περάσουμε απο έλλειμμα σε πλέονασμα στους προυπολογισμούς. Το έλλειμμα είναι περί τα 20 δις το χρόνο (τόσα μας λείπουν με τους ρυθμούς που ξοδεύουμε και εισπράττουμε). Απο αυτά πληρώνουμε 13 δις το χρόνο για δόσεις δανείων, άρα το καθαρό έλλειμμα είναι 7 δις ευρώ το χρόνο. Ακόμη κι αν μας χάριζαν όλους τους τόκους και τις δόσεις των δανείων μας πάλι θα μας έλλειπαν 7 δις το χρόνο τα οποία θα έπρεπε να δανειστούμε. Αυτή η άσκηση δεν λύνεται εύκολα. Για να λυθεί χρειάζεται σημαντικός περιορισμός του δημοσίου τομέα, αύξηση των φορολογικών εσόδων, εξυγίανση των ΔΕΚΟ ώστε να είναι όλες κερδοφόρες και πολύ γρήγορος ρυθμός ανάπτυξης ώστε το ΑΕΠ να αυξηθεί και το έλλειμμα ώς ποσοστό του να μειωθεί – το ίδιο και το χρέος.
Με λίγα λόγια, «την έχουμε βάψει» αν δεν περιορίσουμε τις δαπάνες μας, μέχρι σημείου πείνας. Μπορεί όμως η ελληνική οικονομία να περιορίσει τόσο πολύ τις δαπάνες της; Μπορεί ο δημόσιος τομέας να μειωθεί στο μισό; Μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη χωρίς χρηματοδότηση αφού και οι τράπεζες χρωστάνε άλλα 95 δις και δεν έχουν να μας δανείσουν και οι διεθνείς αγορές δεν μας δανείζουν; Πολύ δύσκολα αν όχι αδύνατα όλα αυτά.
Και αυτη η κατάσταση δικαιολογεί την (πράγματι κακοπροαίρετη Moody’s) ώστε να μας υποβαθμίζει σε χαμηλότερη κατηγορία πιστωληπτικής ικανότητας. Η Moody’s προφυλάσσει τους διεθνείς πιστωτές επισημαίνοντας τους το ρίσκο που παίρνουν αν δανείσουν την Ελλάδα. Και με τις προειδοποιήσεις της, μας εμποδίζει να βγούμε στις αγορές να δανειστούμε. Το ότι το κάνει μια μέρα πρίν απο την προσπάθεια μας να δανειστούμε είναι που μας ενοχλεί και το ότι δεν αναγνωρίζει την προσπάθεια της κυβέρνησης μας. Όμως δκαιούται και νομομοποιείται να το κάνει παρά τον εκνευρισμό που προκαλεί σε όλους μας και κυρίως στον υπουργό Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου ο οποίος θέλει να συζητήσει τώρα στις Βρυξέλλες τρόπους ελέγχου αυτών των εταιριών αξιολόγησης.
Το δυσάρεστο σήμερα είναι πως όλοι όσοι ασχολούνται μα την οικονομία και γνωρίζουν το τι συμβαίνει, δεν έχουν να προτείνουν κάποια μαγική λύση πέραν του περιορισμού των δαπανών μας ώστε σε πολλά χρόνια απο σήμερα να μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε. Η μόνη λύση θα είναι η χρηματοδότηση της ανάπτυξης μέσω ευρωομολόγων – που θα συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής – και η προσέλκυση ξένων επενδύσεων που θα χρηματοδοτήσουν την εγχώρια οικονομία. Όμως υπο τις φορολογικές συνθήκες που έχει διαμορφώσει το υπουργείο Οικονομικών σήμερα, ξένες επενδύσεις δεν θα έρθουν - ούτε καν για το Ελληνικό στο οποίο πολλά έχει ποντάρει η κυβέρνηση – και φυσικά δεν θα έρθουν και ξένοι να αγοράσουν τις εταιρίες του δημοσίου που πουλάμε στο πλάισιο του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων. Η τελευταία ένεση ξένων κεφαλαίων που μπορούμε να έχουμε αλλά σε καμμία περίπτωση δεν επαρκεί για να συντηρήσει την οικονομία απο μόνη της – είναι η αυξημένη εισροή τουριστικού συναλλάγματος φέτος.
Δυστυχώς λοιπόν τα πράγματα δεν θα αλλάξουν πολύ για εμάς, ακόμη και αν επιμηκυνθεί η διάρκεια αποπληρωμής των δανείων μας και αν μειωθεί το επιτόκιο μας.
Βεβαίως θα είναι μια επιτυχία της κυβέρνησης, αλλά χωρίς σημαντικό αντίκρυσμα αφού οι αγορές θα παραμείνουν κλειστές για το ελληνικό δημόσιο...
Γ.Νικολόπουλος