Το ξεκατίνιασμα που έχει ξεκινήσει μεταξύ ορισμένων από τους εκλεγμένους εκπροσώπους του έθνους στη Βουλή, σε σχέση με το ύψος των αποδοχών τους, δεν είναι χρήσιμο μόνο ως μέτρο στάθμισης του ειδικού τους επιπέδου.
Σε αυτήν την περίοδο σκληρότατων και γενικευμένων περικοπών, τις οποίες οι περισσότεροι των ιδίων -με βαριά έστω καρδιά- ασπάζονται διά της ψήφου τους, η «συζήτηση» υπηρετεί, μάλλον άθελά της, την... αφύπνιση της κοινωνίας σε σχέση με τις ειδικες απολαβές και τα προνόμια που συνεχίζουν να απολαμβάνουν.
Οι «300» δεν είναι απλώς υπεράριθμοι σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας και τα καθιερωμένα σε άλλες δυτικές δημοκρατίες. Είναι υψηλά αμειβόμενοι (οι συνολικές απολαβές ξεπερνούν τα 8.000 ευρώ μηνιαίως, ενώ η μεταξύ τους διαμάχη για όσα μένουν ως καθαρά στην τσέπη δείχνει να συνεχίζεται, σίγουρα όμως υπερβαίνουν τα 3.700-4.000 ευρώ), ενώ εξακολουθούν να έχουν άκρως προνομιακές συνθήκες συνταξιοδότησης, παρά τις αλλαγές που επιβλήθηκαν στο πλαίσιο του πρόσφατου πακέτου μέτρων.
Ας ξεκινήσουμε από τις απολαβές.
Ειλικρινά, εφόσον οι ίδιοι ψήφισαν ότι ο Αρχηγός του ΓΕΕΘΑ -που είναι ένας και φτάνει στην απόλυτη κορυφή της ιεραρχίας των Ενόπλων Δυνάμεων- θα πρέπει να εισπράττει περίπου 3.000 ευρώ καθαρά μαζί με τα επιδόματα, δεν βλέπω τον λόγο γιατί εκείνοι θα πρέπει να λαμβάνουν περισσότερα.
Θυμίζω ότι στη μία περίπτωση έχουμε την κορύφωση μιας πολυετούς καριέρας, που αφιερώθηκε στην προστασία της πατρίδας, μιας καριέρας που σίγουρα στηρίχθηκε στην επιλογή του από υπηρεσιακά όργανα και κυβερνήσεις, έναντι πλειάδας άλλων υποψήφιων για προαγωγή.
Και στην άλλη την εκλογή ενός προσώπου, που μπορεί να συμβεί στα 25 ή στα 30 χρόνια του, από μερικές χιλιάδες ψηφοφόρους. Θα πρέπει δε να θυμίσουμε -χωρίς να υποτιμούμε τη θεωρητική ουσία της βουλευτικής ιδιότητας- ότι στην πράξη η «ανεξάρτητη και κατά συνείδηση» ψήφος του βουλευτή υποτάσσεται συχνά στην έννοια της κομματικής πειθαρχίας, ενώ αρκετές φορές η εκλογή του επιβάλλεται μέσω μιας κομματικής «λίστας», επίσημης ή και ανεπίσημης, μέσω μηχανισμών.
Προφανώς, τα ίδια που ανέφερα παραπάνω για τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων ισχύουν στο ακέραιο και για τους ανώτατους δικαστικούς και γενικότερα για τους ανώτατους δημόσιους λειτουργούς.
Το επόμενο ερώτημα είναι αν πράγματι χρειάζονται «300» στη Βουλή, έναντι πληθυσμού περίπου 10 εκατ. Ελλήνων, ερώτημα που έχει απασχολήσει και τους πολιτικούς. Ο συσχετισμός με πολλές άλλες χώρες δείχνει ότι υπάρχουν σαφή περιθώρια μείωσης αυτού του αριθμού, πιθανόν σε 200. Ίσως γι' αυτό αρκετοί πολιτικοί και παρατάξεις έχουν απαντήσει ήδη αρνητικά στο ερώτημα, όμως δεν είδαμε καμία συγκεκριμένη «μελέτη» (ναι, η μείωση του αριθμού των βουλευτών απαιτεί διεξοδική μελέτη σε θέματα εκπροσώπησης ανά την επικράτεια), πολύ δε περισσότερο κάποια δέσμευση προς αυτήν την κατεύθυνση.
Το θέμα της συνταξιοδότησης είναι ίσως το πιο ενοχλητικό. Δεν υπήρχε κανένας λόγος οι βουλευτές να υπόκεινται σε ξεχωριστό καθεστώς (πόσοι θυμούνται την παροχή σύνταξης με... δύο βουλευτικές τετραετίες;), όταν ο «απλός» Έλληνας πρέπει να περιμένει 35-40 χρόνια και να φτάσει (πλέον) τα 67.
Για ποιο λόγο να μην ανήκουν στο ταμείο όπου ανήκαν πριν εκλεγούν; Σημαίνει άραγε η εκλογή τους αλλαγή επαγγέλματος; Είναι τελικά αιρετό αξίωμα ή... επάγγελμα η βουλευτική ιδιότητα;
Δυστυχώς, είναι σαφές ότι επί δεκαετίες αντιμετωπίστηκε όχι ως τιμητικό αξίωμα, αλλά ως προνομιούχο και προσοδοφόρο επάγγελμα.
Και μάλιστα ως επάγγελμα που συχνότατα ασκείται είτε με «κληρονομικό δικαίωμα», καθώς ο ανιών μεταβιβάζει στον κατιόντα την ανοικτά λεγόμενη «εκλογική πελατεία», είτε ως μέσο εύκολου πλουτισμού για τυχάρπαστους «πολιτικάντηδες» με κάποια (αμφίβολα, όπως βλέπουμε συχνά) επικοινωνιακά χαρίσματα, είτε ως πεδίο ανέλιξης των ποικιλόχρωμων παιδιών του κομματικού σωλήνα, που ουδέποτε άσκησαν πραγματική επαγγελματική δραστηριότητα.
Η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει.
Τα χάλια στα οποία έχει περιπέσει ο κοινοβουλευτικό θεσμός (ορατά διά γυμνού τηλεοπτικού οφθαλμού στις τελευταίες τηλεοπτικές μεταδόσεις από τη Βουλή) απειλούν στις σημερινές συνθήκες όχι μόνο το κύρος αλλά και τη λειτουργία του υπέρτατου θεσμού της Δημοκρατίας.
Και η δημοσιοποίηση προκλητικών -σήμερα- προνομίων εξάπτει περαιτέρω το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Ό,τι χειρότερο σε μια περίοδο ενίσχυσης των άκρων του πολιτικού φάσματος. Το γεγονός ότι η παράφραση «βολευτής» έχει αντικαταστήσει περιπαικτικά το βουλευτής, σε συζητήσεις μεταξύ (συνήθως εξοργισμένων) πολιτών έχει πάψει να είναι «αστείο» εδώ και πολύ καιρό.
Ας το καταλάβουν οι ίδιοι πριν να είναι πολύ αργά...
ΥΓ.: Όπως έγραψα πρόσφατα, θεωρώ ιδιαίτερα επικίνδυνες και πρακτικά περίπου ανώφελες τις τελευταίες περικοπές στα μισθολόγια του δημόσιου τομέα, που πιάνουν από τον απλό πυροσβέστη και τον αστυνομικό, έως τα ανώτατα στελέχη του κρατικού μηχανισμού.
Είναι όμως πολύ προκλητικό οι «εθνοπατέρες» που τις πέρασαν κατά πλειοψηφία από τη Βουλή «για το καλό του έθνους» να εξαιρούν τους... εαυτούς τους