Σε σημείο καμπής βρίσκεται η ελληνική οικονομία σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο της Alpha Bank.
Οι αναλυτές, αναφερόμενοι στις προσπάθειες που καταβάλλει η κυβέρνηση για τη συμμόρφωση στις αξιώσεις της Τρόικας, σημειώνει: «Η κυβέρνηση προσπαθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της για την...εκταμίευση της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ του Μαρτίου 2013, χωρίς, όμως, να μπορεί να ταυτοποιήσει, παρά την αναμόρφωση της διοικητικής δομής των Υπουργείων, ικανό αριθμό οργανικών θέσεων προς κατάργηση και προσωπικού προς αποχώρηση, σύμφωνα με την δέσμευση για μείωση του αριθμού των υπαλλήλων κατά 25.000 άτομα εντός του 2013, και να θέσει τριμηνιαίους στόχους για την υποχρεωτική έξοδο από την υπηρεσία των αναλογούντων υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2014».
Προσπαθεί, ταυτόχρονα αναφέρει το δελτίο της τράπεζας, παρά τις αντιξοότητες, να προωθήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, την επανεκκίνηση των έργων των μεγάλων οδικών αξόνων και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η ρευστότητα στην οικονομία έχει αρχίσει να βελτιώνεται καθώς επανακάμπτουν οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα σταθερά από τον Ιούλ.’12 και μετά, ενώ και η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις είναι πλέον θετική (εκταμιεύσεις μεγαλύτερες των αποπληρωμών) από τον Δεκ.΄12 και μετά, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές.
Η εδραίωση, όμως, όπως συνεχίζει το οικονομικό δελτίο, των θετικών αυτών τάσεων που διαμορφώνονται στην ελληνική οικονομία υπονομεύεται από τις επαγγελίες ενός μεγάλου φάσματος του πολιτικού συστήματος που υπερθεματίζει με ατελέσφορες πολιτικές για την φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων και της μεγάλης κινητής και ακίνητης περιουσίας υποστηρίζουν οι αναλυτές της Alpha Bank. Τέτοιου είδους προτάσεις μπορεί να ηχούν ευχάριστα, δεν έχουν όμως κανένα πρακτικό αποτέλεσμα όσον αφορά στην συλλογή επαρκών φορολογικών εσόδων και, μάλιστα, σε μια συγκυρία όπως η σημερινή, όπου το πρόβλημα της πτωτικής πορείας των κρατικών εσόδων λαμβάνει πλέον μεγάλες και επικίνδυνες διαστάσεις.
Οι αναλυτές εντοπίζουν ένα σημαντικό μέρος της πτώσης των εσόδων που οφείλεται στην πτώση των πρωτογενών δαπανών της γενικής κυβέρνησης, στο βαθμό που αυτές οι δαπάνες δημιουργούν εισοδήματα που φορολογούνται. Η μείωση των κρατικών δαπανών σημαίνει μείωση εισοδημάτων και αντίστοιχων φόρων. Επίσης, η ύφεση και η πτώση των πωλήσεων επηρεάζει τις εισπράξεις από τους έμμεσους φόρους και ιδιαίτερα από τον ΦΠΑ και από τους Ειδικούς Φόρους καυσίμων, καπνού και άλλων. Τέλος, η πτώση των κερδών συμβάλλει στην πτώση των εισπράξεων από το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, τα οποία έχουν ούτως ή άλλως ήδη καταποντιστεί στα 1,7 δισ. ευρώ.
Οι αναλυτές, αναφερόμενοι στις προσπάθειες που καταβάλλει η κυβέρνηση για τη συμμόρφωση στις αξιώσεις της Τρόικας, σημειώνει: «Η κυβέρνηση προσπαθεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της για την...εκταμίευση της δόσης των 2,8 δισ. ευρώ του Μαρτίου 2013, χωρίς, όμως, να μπορεί να ταυτοποιήσει, παρά την αναμόρφωση της διοικητικής δομής των Υπουργείων, ικανό αριθμό οργανικών θέσεων προς κατάργηση και προσωπικού προς αποχώρηση, σύμφωνα με την δέσμευση για μείωση του αριθμού των υπαλλήλων κατά 25.000 άτομα εντός του 2013, και να θέσει τριμηνιαίους στόχους για την υποχρεωτική έξοδο από την υπηρεσία των αναλογούντων υπαλλήλων μέχρι το τέλος του 2014».
Προσπαθεί, ταυτόχρονα αναφέρει το δελτίο της τράπεζας, παρά τις αντιξοότητες, να προωθήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, την επανεκκίνηση των έργων των μεγάλων οδικών αξόνων και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Η ρευστότητα στην οικονομία έχει αρχίσει να βελτιώνεται καθώς επανακάμπτουν οι καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα σταθερά από τον Ιούλ.’12 και μετά, ενώ και η καθαρή ροή τραπεζικής χρηματοδότησης προς τις επιχειρήσεις είναι πλέον θετική (εκταμιεύσεις μεγαλύτερες των αποπληρωμών) από τον Δεκ.΄12 και μετά, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές.
Η εδραίωση, όμως, όπως συνεχίζει το οικονομικό δελτίο, των θετικών αυτών τάσεων που διαμορφώνονται στην ελληνική οικονομία υπονομεύεται από τις επαγγελίες ενός μεγάλου φάσματος του πολιτικού συστήματος που υπερθεματίζει με ατελέσφορες πολιτικές για την φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων και της μεγάλης κινητής και ακίνητης περιουσίας υποστηρίζουν οι αναλυτές της Alpha Bank. Τέτοιου είδους προτάσεις μπορεί να ηχούν ευχάριστα, δεν έχουν όμως κανένα πρακτικό αποτέλεσμα όσον αφορά στην συλλογή επαρκών φορολογικών εσόδων και, μάλιστα, σε μια συγκυρία όπως η σημερινή, όπου το πρόβλημα της πτωτικής πορείας των κρατικών εσόδων λαμβάνει πλέον μεγάλες και επικίνδυνες διαστάσεις.
Οι αναλυτές εντοπίζουν ένα σημαντικό μέρος της πτώσης των εσόδων που οφείλεται στην πτώση των πρωτογενών δαπανών της γενικής κυβέρνησης, στο βαθμό που αυτές οι δαπάνες δημιουργούν εισοδήματα που φορολογούνται. Η μείωση των κρατικών δαπανών σημαίνει μείωση εισοδημάτων και αντίστοιχων φόρων. Επίσης, η ύφεση και η πτώση των πωλήσεων επηρεάζει τις εισπράξεις από τους έμμεσους φόρους και ιδιαίτερα από τον ΦΠΑ και από τους Ειδικούς Φόρους καυσίμων, καπνού και άλλων. Τέλος, η πτώση των κερδών συμβάλλει στην πτώση των εισπράξεων από το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, τα οποία έχουν ούτως ή άλλως ήδη καταποντιστεί στα 1,7 δισ. ευρώ.