- Η λεγόμενη «πυρηνική» οικογένεια, δηλαδή η οικογένεια που απαρτίζεται μόνο από τους δύο γονείς και τα παιδιά, βρίσκεται σε ολοένα χειρότερη κατάσταση εδώ και δεκαετίες: σε σύγκριση με το 1960, το ποσοστό των παιδιών στις ΗΠΑ που γεννιούνται εκτός του θεσμού του γάμου έχει αυξηθεί από 5% σε 41%.
Αν και συχνά οι μη παντρεμένοι γονείς, ζουν ήδη μαζί όταν γεννιέται το παιδί τους, είναι πολύ πιο πιθανό να...χωρίσουν από ό,τι οι παντρεμένοι γονείς. Και όπως έχει επίσης καταγραφεί, οι γονείς που δεν ζουν με τα παιδιά τους ασχολούνται πολύ λιγότερο με ό,τι σχετίζεται με την ανατροφή των παιδιών.
Η πραγματικότητα αυτή πληγώνει κανέναν; Υπάρχει μια ιδιαίτερα ευρεία συναίνεση ότι ναι, πληγώνει, για τον απλούστατο λόγο ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν και με τους δύο γονείς τείνουν να έχουν καλύτερα αποτελέσματα στη ζωή τους, ακόμη και όταν οι ερευνητές βάζουν τα δυνατά τους για να λάβουν υπ’όψιν τους επίσης και άλλους «ενοχοποιητικούς» παράγοντες για την εξέλιξη ενός παιδιού, όπως είναι η φυλή και η κοινωνική τάξη.
Οι «οπαδοί της κληρονομικότητας», αντλώντας από μια εκτενέστατη βιβλιογραφία από μελέτες για τα δίδυμα παιδιά και τις υιοθεσίες, υποστηρίζουν ότι τα γονίδια και οι ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις υπερτερούν κατά πολύ της ίδιας της γονεϊκής συμπεριφοράς σε ότι αφορά στα επιτεύγματα ενός παιδιού – και υπογραμμίζουν ότι τα προβλήματα που σχετίζονται με την ανατροφή ενός παιδιού σε μονογονεϊκές οικογένειες εμφανίζονται πολύ λιγότερο όταν πχ ο πατέρας πεθαίνει, κάτι που σημαίνει ότι η απουσία του, αυτή καθ’ εαυτή, δεν αποτελεί τόσο μεγάλο πρόβλημα. Παράλληλα, αρκετοί που προέρχονται από την αριστερά, διστάζουν να ασκήσουν κριτική στις εναλλακτικές οικογενειακές δομές, και μάλιστα ορισμένοι το παρακάνουν υποστηρίζοντας ότι η απουσία του πατέρα δεν βλάπτει σε καμία περίπτωση τα παιδιά, ενώ κάποιοι άλλοι σημειώνουν ότι τα ποσοστά των εγκλημάτων έχουν μειωθεί τα τελευταία χρόνια παρά το ότι το φαινόμενο της απουσίας του πατέρα έχει αυξηθεί σημαντικά. Και τέλος, οι ψυχολόγοι που μελετούν την εξέλιξη του παιδιού έχουν, εδώ και καιρό, επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στο ρόλο της μητέρας βασιζόμενοι στην πεποίθηση ότι η μητέρα είναι ο γονιός που έχει πραγματικά σημασία.
Στο βιβλίο του «Έχουν σημασία οι πατεράδες» ο Πωλ Ράεμπερν, ασχολείται ακριβώς με αυτό το θέμα και τη σχετική αντιπαράθεση προσεγγίζοντάς το με κάπως διαφορετικό τρόπο. Ενώ ο Ράεμπερν σπαταλά χρόνο για να παρουσιάσει βασικές συνδέσεις ανάμεσα στην πατρότητα και στα καλύτερα παιδιά –στοιχεία που οι επιφυλακτικοί αναγνώστες πιθανότατα δεν θα λάβουν ιδιαίτερα υπ’ όψιν τους- μελετά επίσης σε βάθος τη βιολογία της πατρότητας, από το σπέρμα που ο πατέρας προσφέρει μέχρι το πώς συνεισφέρουν στην ανατροφή των παιδιών. Ο Ράεμπερ δίνει έμφαση σε σειρά μελετών που υποστηρίζουν ότι οι άνδρες είναι δεμένοι με την πατρότητα και ότι τα παιδιά μεγαλώνουν διαφορετικά ανάλογα με το αν ο πατέρας είναι παρών ή όχι.
Για προφανείς λόγους, οι βιολογικές αλλαγές που οι έγκυες και οι μητέρες βιώνουν έχουν μελετηθεί σε βάθος. Αλλά αποδεικνύεται ότι και το σώμα των ανδρών αντιδρά στην πατρότητα. Οι πατεράδες βιώνουν αλλαγές στις ορμόνες τεστοστερόνη, προλακτίνη και κορτιζόνη, ειδικά όταν είναι παρόντα τα παιδιά τους. Οι ορμόνες επίσης φαίνεται να παίζουν έναν ρόλο στις διαφορές ανάμεσα στους πατεράδες – για παράδειγμα άνδρες με υψηλότερη τεστοστερόνη τείνουν να δίνουν λιγότερη σημασία στα παιδιά τους και αν τους χορηγηθεί άλλη ορμόνη, η οξυτοκίνη τους κάνει πιο θετικούς. Αν και δεν είναι ιδιαίτερα κολακευτικό για τους αφοσιωμένους πατεράδες, φαίνεται να υπάρχει ένας αντίστροφος συσχετισμός ανάμεσα στο μέγεθος των όρχεων και στην πατρική προσοχή.
Όλα αυτά μοιάζουν αρκετά με μοντέλα που έχουν εντοπιστεί στη φύση. Ένα πείραμα που αναφέρει ο Ράεμπερν μελετούσε τη διαφορά ανάμεσα σε δύο είδη τρωκτικών, ένα στο οποίο οι πατεράδες είναι πολύ δραστήριοι με τα παιδιά τους και ένα άλλο που δεν είναι. Όπως αποκαλύφθηκε δια μέσου εγχείρησης, στους ενεργούς πατεράδες γίνονταν αλλαγές στον εγκέφαλο, κάτι που δεν συνέβαινε στους απόντες πατεράδες. Η σχέση ανάμεσα στην τεστοστερόνη, στο μέγεθος των όρχεων και στην πατρική προσοχή φαίνεται να ισχύει και σε άλλα είδη του ζωικού βασιλείου επίσης.
Όπως αναφέρει ο Ράεμπερν, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς γιατί η φύση μπορεί να έφτιαξε κάποιους άνδρες κατάλληλους για πατρότητα. Τα αρσενικά παντού βρίσκονται αντιμέτωπα με το εξής δίλημμα: να κάνουν όσο το δυνατόν περισσότερο παιδιά ή να ασχοληθούν με τα λίγα που θα κάνουν για να τα βοηθήσουν να τα καταφέρουν στη ζωή τους. Οι πατεράδες που εμπλέκονται στην ανατροφή του παιδιού εμφανίζονται όταν οι πατεράδες έχουν πραγματικά κάτι να συνεισφέρουν στην ανατροφή του παιδιού τους. Όπως το θέτει ο Ράεμπερν «αν ένας πατέρας δεν έχουν τίποτε να κάνει για να ενισχύσει τις προοπτικές του παιδιού του, τότε δεν θα μείνει κοντά στο παιδί του».
Αυτό που είναι ενδιαφέρον, είναι ότι οι παρατηρήσεις αυτές για την πατρική συνεισφορά δεν αφορούν απλώς την επιβίωση του παιδιού στα πρώτα ευάλωτα χρόνια της ζωής του. Αντίθετα, ο Ράεμπερν αναφέρει μια έρευνα η οποία δείχνει ότι σε πολλές, προ-νεωτερικές πολιτιστικές ομάδες, η παρουσία ενός πατέρα δεν σημαίνει ότι αυξάνει τις πιθανότητες επιβίωσης γενικά. Τα παιδιά αποζημιώνονται για την απώλεια του πατέρα, ή ακόμη ορισμένες φορές και της μητέρας, μέσα από την μεγαλύτερη στήριξη άλλων συγγενών, κυρίως τις γιαγιάδες από την πλευρά της μητέρας τους. Σύμφωνα με την έρευνα, οι πατεράδες είναι πιο σημαντικοί σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας, «για να τους διδάξουν δεξιότητας διαβίωσης και να ενισχύσουν τις προοπτικές γάμου και γονιμότητάς τους».
Δυστυχώς, μέχρι εδώ φτάνουν αυτές οι έρευνες. Μπορεί η εξελικτική ιστορία να ζει μέσα στις ορμόνες των ανδρών, αλλά αυτό από μόνο του δεν αποδεικνύει ότι σήμερα «οι πατεράδες μετράνε». Όχι μόνο είναι πολύ πιο απίθανο, από ό,τι παλιότερα, να πεθάνει ένα παιδί, αλλά επίσης οι σύγχρονες οικονομίες και οι κυβερνήσεις παίζουν αυτές αρκετούς από τους ρόλους –από τους εκπαιδευτή μέχρι εκείνου που προσφέρει φυσική προστασία- που οι πατεράδες κάποτε είχαν.
Το κομμάτι του παζλ που λείπει είναι το πώς εξελίσσονται τα παιδιά. Σίγουρα, τα παιδιά δεν γίνονται εντελώς αβοήθητα χωρίς τον πατέρα τους. Όμως δεν είναι διόλου απίθανο τα παιδιά όπως είναι φυσικό να αναζητούν έναν πατέρα στο περιβάλλον τους, ή ν’ αναπτύσσονται διαφορετικά ή να αντιδρούν με μη επιθυμητούς τρόπους όταν ο πατέρας είναι απών.
Για όσους αμφιβάλλουν για την απλή σύνδεση ανάμεσα στην ύπαρξη συνειδητών γονιών και συνειδητών παιδιών –ποιος μπορεί να πει ότι δεν είναι γενετικό;- ο ιδανικός τρόπος να μελετήσουν αυτό το θέμα είναι ένα πείραμα: να επιλέξουν με τυχαίο τρόπο ορισμένους πατεράδες και να τους πείσουν να αφήσουν τις οικογένειές τους για να δουν πώς θα εξελιχθούν τα παιδιά. Αυτό δεν είναι φυσικά ηθικό. Ο Ράεμπερν, όμως, παραθέτει το αμέσως επόμενο καλύτερο βήμα: να γίνει το πείραμα με ζώα και να μελετηθούν αντίστοιχες καταστάσεις σε ανθρώπους, όταν συμβαίνουν στη ροή της ζωής.
Τα ζώα φυσικά δεν είναι άνθρωποι, αλλά μελετώντας τους κανόνες ανατροφής που υπάρχουν στη φύση, μπορούμε να έχουμε μια ευρεία αίσθηση του τι να ψάξουμε στις δικές μας οικογένειες. Και υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι η εξέλιξη των παιδιών μπορεί να εξαρτάται από την προσοχή και την καθοδήγηση του πατέρα. Έρευνες σε τρωκτικά, παραδείγματος χάριν, έδειξαν ότι το να χωρίσει κανείς ένα παιδί από τον πατέρα του μπορεί να αλλάξει το μυαλό του παιδιού, και να προκαλέσει προβλήματα στην συναισθηματική και γνωστική ανάπτυξή του.
Τι γίνεται με τους ανθρώπους; Σύμφωνα με μία θεωρία, τα παιδιά αντιδρούν στα ερεθίσματα που τους δίνονται από το οικογενειακό περιβάλλον: εκλαμβάνουν τη σταθερότητα του δικού τους σπιτιού ως ένδειξη του κατά πόσο η σταθερότητα είναι εφικτός στόχος. Αν είναι δυνατό να υπάρξει διγονεϊκή οικογένεια που θα επενδύσει σοβαρά στο κάθε παιδί που θα αποκτήσει, τότε το παιδί αναπτύσσεται με τρόπους που το ετοιμάζουν να έχει και το ίδιο αυτήν την προσέγγιση ως ενήλικος. Αλλά αν το οικογενειακό περιβάλλον είναι ασταθές, τα παιδιά αναπτύσσουν μια τάση προς την πρόωρη εφηβεία, την απερίσκεπτη συμπεριφορά, και τη γρήγορη αναπαραγωγή, τάση που μπορεί ιστορικά να ήταν η κατάλληλη απάντηση σε στρεσογόνες συνθήκες
Όπως οι περισσότερες ιστορίες για την εξέλιξη, αυτή μοιάζει αρκετά λογική αλλά απαιτεί πολύ περισσότερη σκέψη. Ο Ράεμπερν αναφέρει ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι τα κορίτσια που μεγαλώνουν χωρίς το βιολογικό τους πατέρα έχουν την τάση να εισέρχονται πιο γρήγορα στην εφηβεία. Ένα οιονεί πείραμα αναφέρει ότι αυτό δεν είναι απλώς συσχετισμός: όταν ένα ζευγάρι έχει περισσότερες από μία κόρες και χωρίζει, εκθέτει την μικρότερη κόρη σε μια μεγαλύτερη περίοδο απουσίας του πατέρα και σε αυτές τις οικογένειες, συνήθως οι μικρότερες κόρες αρχίζουν να έχουν έμμηνο ρύση νωρίτερα από ό,τι οι μεγαλύτερες αδελφές τους. (Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται δραματικά έντονο όταν οι μικρότερες κόρες έχουν εκτεθεί σε περιστατικά «πατρικής δυσλειτουργίας» σε μικρή ηλικία. Μια άλλη μελέτη δείχνει ότι τα μικρότερα παιδιά ενός χωρισμένους ζευγαριού έχουν περισσότερες πιθανότητες να αποκτήσουν παραβατική συμπεριφορά). Αν και χρειάζονται πολύ περισσότερες μελέτες, φαίνεται ότι υπάρχουν στοιχεία που διατηρούν εν ισχύ τη θεωρία ότι η παρουσία του πατέρα είναι σημαντική για τα παιδιά ακόμη και σήμερα.
Επιμέλεια – μετάφραση: Μάρκο Πόλο
http://www.realclearpolicy.com/blog/2014/07/02/have_fathers_become_irrelevant.html